• Σάβ, 02/09/2017 - 17:59
Η απεργία στους δήμους [του Ηλία Λοϊζου]
Λοΐζος Ηλίας* 
Η απόφαση της ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου πυροδότησε ένα κύμα αγανάκτησης και ουσιαστικά πίεσε την ηγεσία της Ομοσπονδίας στους δήμους να υιοθετήσει το αίτημα της μονιμοποίησης των εργαζόμενων που παρέμεναν με συνεχόμενες παρατάσεις από το τέλος του 2015. 
Η αισχρή αυτή απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μάλιστα, προέβλεπε εκτός από την απόλυση και την υποχρεωτική επιστροφή χρημάτων που πληρώθηκαν οι εργαζόμενοι μετά το πρώτο οκτάμηνο που δούλεψαν. 
Η κατά τα άλλα αδέκαστη αστική δικαιοσύνη, που νομιμοποίησε μνημόνια, περικοπές σε επιδόματα, συντάξεις και  δώρα (Χριστουγέννων, Πάσχα) νομιμοποίησε το ακαταδίωκτο των μελών του ΤΑΙΠΕΔ  (ταμείο αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας), συναίνεσε στη φορολογική ασυλία μεγαλοφειλετών του δημοσίου, αποφάνθηκε πως το να μην καταβάλλονται οι μισθοί από εργοδότη δε συνιστά δυσμενή εργασιακή  μεταβολή, εξάντλησε την αυστηρότητά της σε ανθρώπους που μαζεύουν σκουπίδια και παίρνουν 700 ευρώ το μήνα και, βέβαια, πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις και καθαρογραφτεί η απόφαση, η ΝΔ δια του εκπροσώπου της,  χουντονοσταλγού Βορίδη, έτρεξε να πανηγυρίσει για την απόφαση που βάζει δήθεν φραγμό στις αθρόες προσλήψεις της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. 
Στην πραγματικότητα, στα χρόνια του μνημονίου, δεν έγινε ούτε μισή πρόσληψη μόνιμου προσωπικού στους δήμους και να σκεφτεί κανείς ότι υπάρχουν δήμοι που έχουν να κάνουν προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ από το 2004. 
Οι υπηρεσίες των δήμων είναι ξεχαρβαλωμένες από προσωπικό, και από χρήματα. 
Οι ΚΑΠ (Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι προς την τοπική αυτοδιοίκηση) έχουν μειωθεί από το 2010 κατά 70% και οι δήμοι λειτουργούν υπερεντατικοποιημένα με το υπάρχον ανεπαρκές γερασμένο προσωπικό και με χιλιάδες συμβασιούχους που ανανεώνονται συνεχώς με τη γνωστή τακτική «φύγε εσύ, έλα εσύ». Οι υπηρεσίες των δήμων καθημερινά εργάζονται στο κόκκινο. Άλλωστε οι 28 νεκροί μόνο τα τελευταία χρόνια στην καθαριότητα εν ώρα υπηρεσίας, είναι δείγμα ενός ακήρυχτου πολέμου που διεξάγεται καθημερινά. Το παζλ ολοκληρώνεται αν προσθέσει κανείς και το γεγονός ότι σε πολλούς δήμους, ειδικά στην περιφέρεια, η αποκομιδή γίνεται από εργολαβικές εταιρείες όπου οι εργαζόμενοι δουλεύουν σε συνθήκες γαλέρας με μεσαιωνικές σχέσεις εργασίας. 
Ήδη μετά τη λήξη της πολυήμερης κινητοποίησης είχαμε 2 νέους νεκρούς: μία εργάτρια 62 ετών, την Ντανιέλα Πρελορέντζου στο δήμο Ζωγράφου, μητέρα 4 ανήλικων παιδιών που τη βάλανε υποχρεωτικά να δουλέψει 2η βάρδια σε συνθήκες καύσωνα 40 βαθμών υπό σκιά και έπαθε καρδιακό επεισόδιο, και έναν εργαζόμενο στο ΧΥΤΑ Μαυροράχης. 
Στο δήμο Ζωγράφου η «αριστερή» δήμαρχος του ΣΥΡΙΖΑ, τους έβαζε να εργαστούν 2 χρόνια περίπου σε καθαριότητα, κοιμητήριο και πράσινο χωρίς τα απαραίτητα μέσα ατομικής προστασίας (γάντια, παπούτσια, μάσκες, αδιάβροχα, κράνη) και μόνο μετά από δύο εβδομάδες απεργία πριν από κάποιους μήνες εδέησε ο δήμος να χορηγήσει τα προβλεπόμενα από την υπάρχουσα σε ισχύ κλαδική σύμβαση της ΠΟΕ-ΟΤΑ. 
Η Ντανιέλα κηδεύτηκε την Τρίτη 4 Ιουλίου ως μια οδοκαθαρίστρια που «έπεσε την ώρα του καθήκοντος» θυμίζοντας μέχρι και την τελευταία στιγμή ότι για τους εργαζόμενους που μαζεύουν σκουπίδια θεωρείται δυσάρεστο πλην όμως ανεκτό το γεγονός να πεθαίνουν εν ώρα υπηρεσίας, απαράδεκτο όμως να διεκδικούν, να αγωνίζονται και να απεργούν. Και όταν βέβαια αγωνίζονται, συκοφαντούνται από την κυβέρνηση ότι τους υποκινεί η ΔΑΚΕ του Κούλη και ότι παίζονται παιχνίδια πολιτικής αποσταθεροποίησης της κατά τα άλλα «Σοβιετίας» του ΣΥΡΙΖΑ, κατά τον Πολάκη. 
Τα λόγια του Τσίπρα θα ήταν για γέλια αν δεν προκαλούσαν τόσο κατάφωρα σε σχέση με το τι πραγματικά συμβαίνει την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές. Συνολικά, μετά την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έχουν απολυθεί 631 εργαζόμενοι σε 18 δήμους, 35 στο δήμο Μάνδρας, πρόσφατα στους δήμους Ρόδου, Αγ. Παρασκευής, Καρπάθου, Ραφήνας, Λαμίας, Αλεξάνδρειας και, επίσης, ο μεγάλος πρωταγωνιστής Καμίνης στην Αθήνα με το που έληξε η απεργία, απέλυσε 85 εργαζόμενους στο δημοτικό βρεφοκομείο. 
Παρόλα αυτά, η κινητοποίηση του Ιουνίου ανέδειξε τα ζητήματα, στρίμωξε την κυβέρνηση για δεύτερη φορά μετά τον αγώνα των πεντάμηνων συναδέλφων και ανάγκασε την ηγεσία της ομοσπονδίας, που μέχρι την άνοιξη μιλούσε γενικώς και αορίστως για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού - χωρίς φυσικά να κουνάει το δακτυλάκι της γι’ αυτό - να υιοθετήσει το σύνθημα για μετατροπή των συμβάσεων μερικού χρόνου σε αορίστου στην καθαριότητα, στα ΚΔΑΠ και στους βρεφονηπιακούς σταθμούς. 
Η πρώτη ρωγμή είχε ανοίξει τον χειμώνα του ’15-’16 με τον αγώνα των πεντάμηνων όπως είχαμε γράψει στο Σπάρτακο τεύχος 119, Μάρτης 2016. Τότε, τα δύο κέντρα αγώνα που δημιουργήθηκαν από τις Συσπειρώσεις και το ΠΑΜΕ  (με πρωτοβουλία των σωματείων όπου οι δύο παρατάξεις είχαν δύναμη) πίεσαν την κυβέρνηση και την ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ με έναν διαρκή αγώνα κάτω από το υπουργείο εργασίας, αλλά και στους χώρους δουλειάς και στα δημοτικά συμβούλια να υιοθετηθεί το αίτημα για μόνιμη, σταθερή δουλειά και μετατροπή των συμβάσεών τους σε μόνιμες. Η ηγεσία της ομοσπονδίας τότε αρνήθηκε τη συμπαράσταση και μάλιστα χλεύασε τους συνδικαλιστές των Συσπειρώσεων, ότι τάζουνε στους εργαζόμενους παραμύθια και τους δημιουργούν ψεύτικες προσδοκίες. 
Οι δυναμικές κινητοποιήσεις των πεντάμηνων συναδέλφων, όμως, άνοιξαν μια χαραμάδα για το μέλλον. Η κυβέρνηση πιέστηκε και μετά το θανατηφόρο ατύχημα ενός συναδέλφου πεντάμηνου στα Μέγαρα, του Γιώργου Σταμέλου, 35 ετών, αναγκάστηκε να λύσει κάποια πολύ βασικά, όπως άδεια 2 ημερών για κάθε μήνα, επασφάλιστρο βαρύ για αυτούς που δουλεύουν στην καθαριότητα, άδειες λοχίας, γονικές και μέσα ατομικής προστασίας για όσο διαρκεί το πεντάμηνο. Το πιο σημαντικό όμως ήταν η υποχώρηση του Κατρούγκαλου τότε και της κυβέρνησης στο ζήτημα της παράτασης της σύμβασης των 8μηνων συναδέλφων, που ήταν σαφώς λιγότεροι από τους πεντάμηνους από τα ΕΣΠΑ, οι οποίοι ήταν περίπου 32.500 – ενώ οι ΙΔΟΧ 8μηνοι 8.500. Το αιτιολογικό για τη μη παράταση των εργαζομένων στο ΕΣΠΑ από την Αντωνοπούλου, υφυπουργό εργασίας, ήταν ότι αν ανανεώσουμε τις συμβάσεις αυτές, θα μας κόψει τα χρήματα του ΕΣΠΑ η κομισιόν, η ΕΕ δηλαδή. Και αυτό ήταν πραγματικό, δεν ήταν μπλόφα, η κομισιόν τους είχε διαμηνύσει ότι σε περίπτωση παράτασης του προγράμματος κοινωφελούς απασχόλησης, τα χρήματα κόβονται. 
Η κυβέρνηση, παρόλα αυτά, έδωσε το δικαίωμα στους δήμους να παρατείνουν τις συμβάσεις μόνο στα ανταποδοτικά (καθαριότητα, ηλεκτροφωτισμός), όπου βέβαια αυτοί είχαν χρήματα, γιατί υπήρχαν και περιπτώσεις δήμων που δεν προχώρησαν, λόγω ανυπαρξίας περισσεύματος χρημάτων από τα ανταποδοτικά. Με αυτή την υποχώρηση-ελιγμό, έλπιζε ότι θα εκτονώσει τα πράγματα. Ήταν και παραμονές του ασφαλιστικού, Γενάρης του 2015 και παράλληλα δεν της κόστιζε τίποτα από τη δημοσιονομική πολιτική γιατί τα χρήματα θα έβγαιναν από τα ανταποδοτικά τέλη των δημοτών. Προχώρησε στην παράταση αυτών και μέχρι τις αρχές του 2017 όσοι υπόγραφαν σύμβαση ΙΔΟΧ στην καθαριότητα, εργάτες καθαριότητας, οδηγοί απορριματοφόρων, οδηγοί σαρώθρων και ειδικών μηχανημάτων, οι συμβάσεις τους ανανεώνονταν διαρκώς. Η απόφαση λοιπόν του Ελεγκτικού ήρθε να πυροδοτήσει και την ανασφάλεια, το φόβο της απόλυσης, αλλά και την αγανάκτηση αυτού του κόσμου που ξαφνικά είδε να πετιέται πάλι στην ανεργία, και μάλιστα αυτή τη φορά χρεωμένος με ποσά από ημερομίσθια που αδυνατεί να επιστρέψει. 
Ήδη ο Σκουρλέτης, υπουργός εσωτερικών, τέλος Απρίλη - πριν την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου- είχε αφήσει να διαρρεύσει στον Τύπο ότι μαζί  με τον Βερναρδάκη, υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, σκέφτονται μια νομοθετική ρύθμιση για μονιμοποίηση χιλιάδων εργαζομένων στους ΟΤΑ και στο δημόσιο οι οποίοι παραμένουν στη δουλειά για χρόνια, είτε με δικαστικές αποφάσεις, είτε με ανανεώσιμες ετήσιες συμβάσεις. Και αυτό θα γίνει επειδή υπάρχει η κοινοτική οδηγία του 1999 που διευκρινίζει ότι πάνω από 2 χρόνια ανανεώσιμη σύμβαση για την ίδια εργασία σημαίνει κάλυψη πάγιας και διαρκούς ανάγκης και δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει συμβασιούχους. 
Όσο για το πρόβλημα του Συντάγματος και της Μεταρρύθμισης Βενιζέλου του 2001 που απαγορεύει την μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων, η κυβέρνηση ευελπιστούσε να το λύσει στα πρότυπα του νόμου Παυλόπουλου του 2004 που ακροβατούσε μεταξύ κοινοτικής οδηγίας και ελληνικού συντάγματος. 
Το γελοίο των προθέσεων  του Σκουρλέτη ήταν ότι καλούσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης να πάρουν θέση στο ζήτημα με μια σαφή διάθεση να τους εκθέσει πολιτικά σε ενδεχόμενη άρνησή τους. Δυστυχώς για την κυβέρνηση την πρόλαβε η απόφαση του «υπερταξικού» ελεγκτικού συνεδρίου και η αγανάκτηση  των εργαζομένων στους δήμους. 
Η κυβέρνηση έτσι βρέθηκε μεταξύ 2 πυρών από την μια οι φιλελέδες των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ,  Ποτάμι, Λεβέντη και των σκουπιδοκάναλων,  που ως γνωστόν παραποιώντας την πραγματικότητα  μιλούσαν για όργια κομματικών διορισμών στους δήμους (στην απεργία φάνηκαν σαφέστατα οι προθέσεις τους όταν ο γενναίος του Μπρανκαλεόνε, Κούλης είπε στον Τσίπρα «τι περιμένετε  απολύστε τους και φέρτε ιδιωτικά συνεργεία» για πάσα νόσο και χρησιμότητα. 
«Καταπληκτική» ιδέα, μόνο που για να εφαρμοστεί κάπου σκοντάφτει. Ας ρωτούσουν τον Μπουτάρη, τον Καμίνη, τον Καστανίδη (υπουργό εσωτερικών του ΠΑΣΟΚ το ΄11) για ποιο λόγο απέτυχαν και ποιος τους ανάγκασε σε αυτό, όταν ο κόσμος έκαψε πολλές φορές απορριμματοφόρα ιδιωτικών εταιριών. Και στο πρόσφατο παρελθόν αλλά και σήμερα, στο παρά πέντε δεν πραγματοποιήθηκε η απειλή, όταν ο Μπουτάρης την τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη, προφανώς κάτω από την άμεση απειλή των «σκουπιδιαραίων», του δήμου Θεσσαλονίκης. Αλλά και από την άλλη πλευρά, όταν ο αγώνας των συμβασιούχων και των μόνιμων στους δήμους έπαιρνε διαστάσεις, η κυβέρνηση στριμώχτηκε και από τα κάτω. 
Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν το Μάιο με κάτι «ξέμπαρκες» 24ωρες τουφεκιές της ΠΟΕ-ΟΤΑ, που παρόλα αυτά έδειχναν ανεβασμένες συμμετοχές, ειδικότερα από τους συμβασιούχους συναδέλφους στους δήμους, αλλά ακόμα και από τους εργαζόμενους συναδέλφους και τις συναδέλφισσες των βρεφονηπιακών σταθμών. 
 Όταν πάρθηκε η απόφαση για κλείσιμο των γκαράζ στους δήμους με αποχή της καθαριότητας και με αίτημα τη μονιμοποίηση των συναδέλφων υπό παράταση συμβασιούχων, η ΠΟΕ-ΟΤΑ, ενώ έκανε ένα βήμα μπρος υιοθετώντας ένα αίτημα που πριν από 2 χρόνια κατήγγειλε, από την άλλη εξασφάλιζε έναν αγώνα χαμηλής έντασης, μη βγάζοντας όλο το προσωπικό των δήμων σε καταλήψεις. Οι εργαζόμενοι παρόλα αυτά, ειδικά οι συμβασιούχοι, παίρνουν τον αγώνα στα χέρια τους παρά τις απειλές των δημάρχων, των επιστατών αλλά και της κυβέρνησης, και καταλαμβάνουν τα περισσότερα γκαράζ των δήμων. Στον αγώνα αυτό τους συμπαραστέκονται πολλοί μόνιμοι συνάδελφοί τους που έχουν εμπειρία από αντίστοιχες κινητοποιήσεις. 
Στα σωματεία όπου η αριστερά έχει δυνάμεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ, ΛΑΕ), η κινητοποίηση έχει πάει πολύ καλύτερα παρά τη λύσσα των αιρετών και των πατούληδων της ΚΕΔΕ. Αντίθετα, στους χώρους όπου δεν υπάρχουν δυνάμεις της αριστερής αντιπολίτευσης της ομοσπονδίας, ο αγώνας κυριολεκτικά δίνεται από τον αυθορμητισμό των συμβασιούχων. Η πρόταση των ΑΚΙΣ (Αγωνιστικές Κινήσεις Συσπειρώσεις) μιλάει για άνοιγμα του αγώνα σε όλο το προσωπικό των δήμων, με καταλήψεις, αλλά και άνοιγμα σε όλους τους χώρους του δημοσίου με συμβασιούχους. Την Πέμπτη 22 Ιούνη, στην απεργιακή κινητοποίηση της ΠΟΕ-ΟΤΑ και στην πορεία από την Καραϊσκάκη στο υπουργείο εσωτερικών, ένα πλήθος εργαζομένων, κατά τις 11.00, βάδισε ξεσηκώνοντας  το κέντρο της Αθήνας. 
Το μπλοκ που ήθελαν να δημιουργήσουν καναλάρχες και κυβέρνηση μέσω της κρατικής ΕΡΤ, με τη γνωστή κινδυνολογία («κινδυνεύει η υγεία του λαού, πλήγμα στον τουρισμό, τα σκουπίδια και ο καύσωνας σκοτώνουν»), αυτή τη φορά δεν έχει το αποτέλεσμα που περίμεναν. Ο κοινωνικός αυτοματισμός δεν περνάει (είναι χαρακτηριστικό ότι στα ρεπορτάζ του ΑΝΤ1, του ΣΚΑΪ και του Άλφα, συγκεκριμένες μικροδηλώσεις κάποιων τουριστών και γιαγιάδων ή παπούδων επαναλαμβάνονται όλη την εβδομάδα στα πλάνα). 
Η κυβέρνηση, στριμωγμένη, καταφεύγει σε λασπολογίες εναντίον των απεργών. Ότι τάχα υποκινούνται από τη ΝΔ, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι η ΔΑΚΕ ψήφισε για τη συνέχισή της. Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική. Η κυβέρνηση συμμαχεί με τη δεξιά διοίκηση της ΠΟΠ-ΟΤΑ και κλείνει την απεργία που και αυτή είχε προκηρύξει. Ο Σκουρλέτης μιλά με κολακευτικά λόγια για την «υπεύθυνη» στάση της ΠΟΠ-ΟΤΑ, η οποία, όπως λέει, δέχεται συμβασιούχους στις τάξεις της, όμως η ΠΟΕ-ΟΤΑ δεν έχει κάνει κάτι τέτοιο στο καταστατικό της. Με τον τρόπο αυτό χαϊδεύει την ακροδεξιά ηγεσία της ΠΟΠ-ΟΤΑ, τους χρόνια απεργοσπάστες του κλάδου με κέντρο το δήμο Αθήνας. Κατάλοιπο της περιόδου Έβερτ-Ντόρας στο δήμο.  
Όσο για το γεγονός της μη εγγραφής συμβασιούχων στην ΠΟΕ-ΟΤΑ αυτό ισχύει μόνο για την εκλογή οργάνων διοίκησης της ομοσπονδίας και όχι για το αν μπορεί κάποιος να γίνει μέλος ενός πρωτοβάθμιου και να εκλεγεί σε αυτό.
Εν πάση περιπτώσει, η αριστερά έχει δώσει χρόνια αγώνες για πλήρη δικαιώματα για τους συμβασιούχους και ο τελευταίος που θα πρέπει να μιλάει για αυτό είναι η κυβέρνηση και η συνδικαλιστική της παράταξη στο δημόσιο, που στο τελευταίο συνέδριο της ΑΔΕΔΥ συνέπλευσαν με τεράστια κομμάτια της πάλαι ποτέ κραταιάς πασόκικης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας  βάζοντας τους στα ψηφοδέλτια τους. Όσο για την ΔΑΚΕ στην ομοσπονδία, από την αρχή συμπλέει με την ΑΝΑΤΡΟΠΉ [πρώην ΠΑΣΚΕ ] και ουδέποτε έπαιξε κανένα πραγματικό ρόλο στην απεργία. 
Στην συνάντηση με τον Τσίπρα, και αφού προηγουμένως ο πρόεδρος Τράκας ρίχνει το απαραίτητο γλείψιμο στον Αλέξη [έχουμε δώσει στο παρελθόν κοινούς αγώνες μας καταλαβαίνει ο πρωθυπουργός], η κυβέρνηση υπόσχεται παράταση μέχρι Μάρτη για τους οκτάμηνους  και διαγωνισμούς στους δήμους για 2700 προσλήψεις μόνιμες  στις ανταποδοτικές υπηρεσίες (καθαριότητα). Η ΠΟΕ-ΟΤΑ αποχωρώντας από την συνάντηση έχει ήδη στήσει το σκηνικό της οπισθοχώρησης και συνεχίζει μέχρι την Πέμπτη  29 Ιούνη. Στο δε τελευταίο συλλαλητήριο την ίδια μέρα, μέσα σε καύσωνα 40 βαθμών στο κέντρο της Αθήνας και σε μια σαφέστατα μικρότερη συγκέντρωση από αυτή τις 22 Ιούνη, γυρνώντας στα γραφεία από τη συγκέντρωση, ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ προτείνουν ουσιαστικά αναστολή των κινητοποιήσεων. 
Το ΚΚΕ προτείνει μια 24ωρη την Παρασκευή, Γενικό Συμβούλιο για τη συνέχεια και 24ωρη για την Τετάρτη 5 του μήνα. Όλα αυτά τα πίσω-μπρος τα δικαιολογεί με το επιχείρημα ότι έχουν τρομοκρατηθεί οι εργαζόμενοι από την κυβερνητική προπαγάνδα. Το ΜΕΤΑ προτείνει απεργία την Παρασκευή, αποχή το σαββατοκύριακο και Γενικό Συμβούλιο Κυριακή απόγευμα. Απόφαση πλειοψηφική δε βγαίνει κι έτσι, με το παλιό καλό κόλπο της έλλειψης απόφασης, η κινητοποίηση λύεται. 
Η κυβέρνηση λίγο πριν την επίσημη λήξη της απεργίας, και μέσα στον πανικό της από ενδεχόμενη συνέχισή της, σπεύδει και καταθέτει στη βουλή νομοσχέδιο, υλοποιώντας τις επίσημες προτάσεις της στην ΠΟΕ-ΟΤΑ. Παρατείνει τις συμβάσεις στην καθαριότητα και τα ανταποδοτικά των οκτάμηνων μέχρι το Μάρτη του ’18 και καλεί τους δήμους να στείλουν τις προτάσεις τους για κάλυψη των οργανισμών με μόνιμες θέσεις υποσχόμενη 2700 προσλήψεις. Ακόμη, δίνει 17 μόρια bonus σε όλους όσους έχουν κάνει έστω και μία σύμβαση στα ανταποδοτικά των δήμων, προεκτείνει το ανθυγιεινό επίδομα και σε άλλες ειδικότητες πέραν της καθαριότητας, δίνει αναδρομικά στους εργαζόμενους, χρήματα χρωστούμενα από τα μέσα ατομικής προστασίας, και επαναφέρει τις 32 ώρες από 40 στο ωράριο σε ένα σωρό άλλες ειδικότητες, όπου οι 32 ώρες είχαν καταργηθεί από το πρώτο μνημόνιο του ’11. 
Εδώ να επισημανθεί ότι διατηρείται το άρθρο 61 του νόμου Ραγκούση του ’11 που δίνει το δικαίωμα στα δημοτικά συμβούλια και στους δημάρχους να δίνουν την καθαριότητα σε ιδιωτικά συνεργεία. Παρόλα αυτά, κάνει πιο δύσκολη αυτή τη δυνατότητα με το τελευταίο νομοσχέδιο, απαιτώντας από τους δημάρχους πριν προχωρήσουν σε αυτές τις κινήσεις να έχουν ολοκληρώσει τις διαδικασίες προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ στους οργανισμούς τους. 
Τα σημαντικά αυτά αποτελέσματα δε θα είχαν πραγματοποιηθεί αν οι εργαζόμενοι στους δήμους δεν είχαν βγει στους δρόμους για 11 ημέρες, αν είχαν αποδεχτεί τη μοίρα τους, τις ντιρεκτίβες της κυβέρνησης και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί και μάλλον θα συνεχιστεί. Η αίσθηση ότι η αντιπολίτευση βρίσκεται στους δρόμους και όχι στο κοινοβούλιο σε αυτόν τον αγώνα έγινε όλο και πιο αισθητή σε πλατιά κομμάτια εργαζομένων των δήμων. Επίσης, ο Σκουρλέτης και η κυβέρνηση θα υποχρεωθούν να ξεπεράσουν τον σκόπελο της κομισιόν που έχει βάλει στο μικροσκόπιο τις ενδεχόμενες προσλήψεις του Μάρτη, ότι και καλά αυτές καταργούν την αναλογία 1 προς 4, προς μεγάλη χαρά των φιλελέδων του εσωτερικού. Ήδη το ΔΝΤ ζητάει από την κυβέρνηση απολύσεις στο δημόσιο, διαπιστώνοντας παρεκκλίσεις και «υπερβολικό» αριθμό μόνιμων εργαζόμενων σε αυτό. Επίσης, δε, ζητάει μείωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Πίσω από την αντιμετώπιση αυτή των τροϊκανών θεσμών, υπάρχει ο φόβος ότι η κυβέρνηση μπορεί να υποχωρήσει σε κοινωνικές πιέσεις. 
Η αποχή της ΑΔΕΔΥ στο δημόσιο στη νέα αξιολόγηση των Τσίπρα-Βερναρδάκη-Σκουρλέτη είχε απόλυτη επιτυχία, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να μην έχει να επιδείξει τίποτε αξιόλογο από αυτό το μέτωπο. Αυτή η αποτυχία και ενόψει αξιολόγησης του Σεπτέμβρη από τους «θεσμούς», την αναγκάζει να δώσει κάποια μικροποσά σε όσους δεχτούν να αξιολογηθούν, προσπαθώντας έτσι με άλλους τρόπους να «εξαγοράσει» τη συναίνεση των εργαζομένων.Οι «θεσμοί» και η άρχουσα τάξη καταλαβαίνουν καλύτερα από κάθε άλλον ποιοι είναι οι πιο σκληροί αντίπαλοι όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων στην Ελλάδα. Τα ισχυρά συνδικαλισμένα κομμάτια του δημοσίου, δήμοι, δάσκαλοι, καθηγητές, νοσοκομεία, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, είναι αυτά που κάνανε στο πρόσφατο παρελθόν Γεωργάκηδες, Παπαδήμους, Βενιζέλους, Σαμαράδες να λαχταρήσουν. Γιατί άλλωστε ο Τσίπρας να είναι εξαίρεση; 
Απέναντι σ’ όλη αυτή τη διαδικασία, καλό θα ήταν να κάνουμε μερικές παρατηρήσεις από την πλευρά των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και ευρύτερα των συσπειρώσεων (ΑΚΙΣ στους ΟΤΑ). Το πρώτο που πρέπει να καταλάβουμε είναι όλοι οι αγώνες και ειδικά των τελευταίων ετών, ξεκίνησαν αμυντικά και όχι ιδεολογικά. Συνήθως οι εργαζόμενοι κινούνται με βάση ένα γεγονός, που αυτό μπορεί να σημαίνει απόλυση (βλ. ΕΡΤ, σχολικοί φύλακες, διαθεσιμότητες, κλεισίματα εργοστασίων), όπως και τώρα βέβαια, που αυτό που πυροδότησε την αντίδραση ήταν η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι επαναστάτες πρέπει σ’ αυτούς τους αγώνες από τη μία να συμπλέουν με την οργή και τη διάθεση αυτού του κόσμου για αγώνα, και από την άλλη όσο μπορούν να τους ξεμπλέκουν από ιδεολογήματα που έχουν στο κεφάλι τους με μεγάλη επιμονή και επιμονή. Γιατί μπαίνοντας στον αγώνα, δυστυχώς, κουβαλάνε μαζί τους όλα τα ιδεολογήματα της διαμόρφωσής τους που είναι της κυρίαρχης τάξης και όχι δικά μας. Πρέπει, επίσης, να κοιτάμε να διευρύνουμε τα αιτήματα και την ενότητα του αγώνα οργανώνοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την άμυνά μας απέναντι στους ταξικούς αντίπαλους, αλλά και στην εκφυλιστική πρακτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. 
Οι ΑΚΙΣ  με τις πολύ μικρές, ομολογουμένως, δυνάμεις που διαθέτουν, στάθηκαν σε γενικές γραμμές στο ύψος των περιστάσεων. Είχαν αποδείξει άλλωστε και στο πρόσφατο παρελθόν  (αγώνας των πεντάμηνων) την ετοιμότητα τους.
Τα προβλήματα  συνήθως παρατηρούνται  όταν υπερεκτιμάμε την δυνατότητα για αντίσταση από τα κομμάτια των συμβασιούχων μόνα τους. Ενώ πράγματι ήταν και είναι πολλές φορές ο πυροκροτητής μίας πίεσης για κινητοποίηση, στην συνέχεια είναι τρομερά σημαντικό να γίνουν όλες οι προσπάθειες για συμμετοχή και των μονίμων. Θεωρούμε ότι μόνοι τους (λόγω της εργασιακής επισφάλειας που αντιμετωπίζουν) είναι δύσκολο να τραβήξουν έναν τόσο σκληρό αγώνα. Τέτοιες αντιλήψεις εκφράστηκαν και στον αγώνα με τα πεντάμηνα, υποτιμήθηκε ο ρόλος των μόνιμων εργαζομένων στους δήμους. Όπου δουλεύτηκε αυτή η προοπτική της ενότητας (μόνιμων-συμβασιούχων) με συνέπεια και με υπομονή σε κάποια πρωτοβάθμια, είχε επιτυχία. Ηράκλειο Αττικής και Καλλιθέα τότε, Ν. Ιωνία, Παιανία και Καλλιθέα τώρα. Στις σφήνες και τους διαχωρισμούς που βάζει η γραφειοκρατία, εμείς πρέπει να απαντάμε με τη μέγιστη δυνατή ενότητα όλων των χώρων και όχι με διαχωρισμούς στον αγώνα όπως έκανε η ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ (πχ κατάληψη μόνο στα γκαράζ). 
Ένα δεύτερο είναι μία λάθος εκτίμηση ότι θα πρέπει να αναδείξουμε σχεδόν αποκλειστικά τα προβλήματα των ελαστικά αμοιβόμενων εργαζομένων των ΕΣΠΑ, οι οποίοι έρχονται στους δήμους και στο ευρύτερο δημόσιο κατά κύματα, περίπου 28000 μέσα από τα προγράμματα «κοινωφελούς εργασίας» του ΟΑΕΔ.
Ήταν χαρακτηριστικό ότι, με πρωτοβουλία των αντικαπιταλιστικών κινήσεων πόλης, έγιναν 2 μαζέματα την Άνοιξη, πολύ νωρίτερα, στα γραφεία της ΠΟΕ-ΟΤΑ και αναλωθήκαμε στην περιγραφή των ζητημάτων της ελαστικής εργασίας που αναδεικνύονται στην περίοδο αυτή. Χωρίς να είναι λάθος η ανάδειξη αυτών των ζητημάτων, που σίγουρα πρέπει να γίνεται, δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι επειδή έχουν και τα μεγαλύτερα προβλήματα στην εργασία τους, σώνει και καλά αυτό το κομμάτι των εργαζομένων θα είναι και η αιχμή του δόρατος σε ενδεχόμενες κινητοποιήσεις.
Πρώτον, γιατί στη σημερινή συγκυρία μπαίνουν στην εργασία κατά κύματα και όχι όλοι μαζί, όπως τα πεντάμηνα του ’15-’16. Δεύτερον, γιατί συνήθως στα  τοπικά σωματεία, με εξαίρεση αυτά που ελέγχει η αριστερά, αδιαφορούν παντελώς για τα ζητήματά τους και τους αντιμετωπίζουν σαν αναλώσιμους. Τρίτον, γιατί μέχρι να αποκτήσουν την ελάχιστη συλλογική εμπειρία, έχουν να αντιμετωπίσουνε τον εκφοβισμό από τους δημάρχους, επιστάτες αλλά και πολλές φορές από κομμάτια μόνιμων συναδέλφων τους. Στην πρόσφατη κινητοποίηση, παρατηρήθηκε ότι μόνο όπου η αριστερά είχε δυνάμεις κατόρθωσε να βγάλει τέτοια κομμάτια στον αγώνα. 
Το γεγονός ότι στην απεργία του ’15-’16 οι πεντάμηνοι της κοινωφελούς εργασίας έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο βασίστηκε σε κάποιες κοινώς παραδεκτές επισημάνσεις. 
Πρώτον, ο βαρύτατος τραυματισμός και θάνατος του συναδέλφου Σταμέλου. Δεύτερον, η άμεση δημιουργία των 2 συντονιστικών κέντρων αγώνα που αναφέραμε προηγουμένως, ΠΑΜΕ και Συσπειρώσεων, και συγκεκριμένα των σωματείων Ν. Ιωνίας, Ηρακλείου Αττικής, Καλλιθέας, Παιανίας, Κηφισιάς, Ζωγράφου, Φιλαδέλφειας και κάποιων μεμονωμένων συνδικαλιστών από άλλα. 
Ο πρόσφατος αγώνας πιο πολύ ξεκίνησε από τον αυθορμητισμό και την αγανάκτηση των οχτάμηνων παρατασιούχων συναδέλφων που πίεζαν την ΠΟΕ-ΟΤΑ, παρά από τη δημιουργία και την πίεση κάποιου συντονιστικού, είτε του ΠΑΜΕ είτε κάποιου άλλου των Συσπειρώσεων. 
Στο πρώτο μάζεμα των αντικαπιταλιστικών κινήσεων πόλης την Άνοιξη, κάποιοι συνδικαλιστές των Συσπειρώσεων σωστά εκτίμησαν ότι η αφορμή για μάχη θα δοθεί με τη λήξη των παρατάσεων που η κυβέρνηση είχε δώσει στους οκτάμηνους συναδέλφους. Τα γεγονότα επιβεβαίωσαν αυτή την αντίληψη, που την είχαν άλλωστε και οι συνδικαλιστές της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος στους δήμους. Αυτό δεν κάνει, βέβαια, καμία τεράστια ποιοτική διαφορά, ούτε θέλει να υποτιμήσει τον αγώνα των συναδέλφων των Συσπειρώσεων που έδωσαν τη μάχη τον Ιούνη συχνά με πενιχρότατες δυνάμεις στα σωματεία που παρεμβαίνουν. Έχει όμως μια παιδαγωγική αξία αυτή η επισήμανση για να βλέπουμε την πραγματικότητα και να μην κάνουμε πολλές φορές ασκήσεις επί χάρτου. 
Ένα άλλο ζήτημα, είναι το γεγονός ότι σε αυτόν τον αγώνα οι αντικαπιταλιστικές κινήσεις πόλεων είχαν ρόλο να παίξουν, αλλά ούτε αυτές μπόρεσαν από μόνες τους να αποτελέσουν το αντίβαρο στην έλλειψη δυνάμεων που έχουμε σαν Συσπειρώσεις στους χώρους δουλειάς. Όπου οι αντικαπιταλιστικές κινήσεις δούλεψαν, είχαν θαυμάσιο επικουρικό ρόλο, αλλά δυστυχώς δεν μπορούν να υποκαταστήσουν ένα οργανωμένο σχήμα από τα μέσα σε χώρο δουλειάς. 
Για να μη μιλήσουμε, βέβαια, και για περιπτώσεις ακόμα χειρότερες, όπου κάποια σχήματα ήταν κινηματικά ανύπαρκτα και ειδικά στα δημοτικά συμβούλια, όταν παιζόταν η μάχη των πληρωμών του Ιουνίου και της διεύρυνσης των οργανισμών, πχ στο Ηράκλειο Αττικής, μόνο ο εκπρόσωπος του τοπικού σχήματος Ρήξη και Ανατροπή παραβρέθηκε και έδωσε τη μάχη.
Επίσης, είναι τελείως προβληματικό, δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΣΕΚ για παράδειγμα, να καλούν στη διάρκεια του αγώνα στα δικά τους συντονιστικά, βλ. «πρωτοβουλία ενάντια στα μνημόνια», και να μη συμμετέχουνε στις Συσπειρώσεις. Έτσι, δε βοηθάνε σε καμία περίπτωση τα προχωρήματα του αγώνα, χώρια που παρουσιάζουνε την εικόνα μιας ΑΝΤΑΡΣΥΑ διαλυμένης και διχασμένης.
Όσο για την κριτική που δεχτήκαν οι Συσπειρώσεις, αλλά και η ίδια η κινητοποίηση από πρώην μέλη των Συσπειρώσεων συνδικαλιστών του δήμου Βύρωνα, που υποστήριζαν ότι «ο αγώνας έκανε κοιλιά και χάσαμε, γιατί το αίτημα για μονιμοποίηση των οκτάμηνων παρατασιούχων ήταν «λάθος» και ότι «θα πρέπει να παλεύουμε σταθερά για μόνιμες προσλήψεις στους δήμους με διαγωνισμούς ξεπαγώνοντας την απαγόρευση των προσλήψεων», είναι από δεξιά πλευρά. Αυτού του τύπου οι κριτικές υιοθετούν την αντιμετώπιση που είχε η ΠΟΕ-ΟΤΑ το ’15-’16 στα πεντάμηνα. Δεν μπορείς να μιλάς γενικά και αόριστα για προσλήψεις και να αδιαφορείς για τους συναδέλφους σου συμβασιούχους που δουλεύουν δίπλα σου κακοπληρωμένοι, πολλές φορές ανασφάλιστοι, και να μην προβάλλεις το αίτημα για μονιμοποίησή τους. Έτσι άλλωστε χάνεις έναν εξαιρετικά μάχιμο σύμμαχο στον αγώνα. Η ιστορία λέει ότι η τεράστια πλειοψηφία των εργαζομένων στους δήμους, το 70% περίπου, μονιμοποιήθηκε τα τελευταία 30 χρόνια μέσα από σκληρότατους αγώνες ενάντια σε όλες τις κυβερνήσεις.
Ούτε το επιχείρημα ότι χρειάζεται αγώνας για να μη προσλαμβάνουν οι δήμοι συμβασιούχους είναι βάσιμο. Γιατί αφενός δεν έχουμε τους συσχετισμούς για να μην το επιτρέψουμε αυτό και αφετέρου, έστω κι έτσι, για κάποιους ανέργους είναι μια πρόσκαιρη ανακούφιση. 
Εμείς πρέπει να επιδιώκουμε με τους αγώνες μας να έχουν αυτοί οι άνθρωποι πλήρη εργασιακά δικαιώματα και να παλεύουμε για τη μονιμότητα τους, και μόνο με αυτή την ενότητα, μόνιμων-συμβασιούχων, μπορούμε να χαλάμε τα σχέδια κάθε φορά κυβέρνησης-δημάρχων-ΕΕ-ΔΝΤ, όπως στο πρόσφατο παρελθόν 2010-14, όπου ο κλάδος των εργαζομένων στους δήμους ήταν η αιχμή του δόρατος των αντιμνημονιακών κινητοποιήσεων. 
 
*συνταξιούχος, πρώην πρόεδρος των συλλόγου εργαζομένων του δήμου Ηρακλείου Αττικής