• Δευ, 23/09/2019 - 11:41
24 του Σεπτέμβρη: μια διαφορετική απεργία [του Παντελή Αυθίνου]

24 του Σεπτέμβρη: μια διαφορετική απεργία

Σε απεργία με de facto πανεργατικό πανελλαδικό χαρακτήρα εξελίσσεται η 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση της 24ης του Σεπτέμβρη. Την ομόφωνη απόφαση του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, που πρώτο κήρυξε απεργιακή κινητοποίηση, ακολούθησε η επίσης ομόφωνη απόφαση της ΑΔΕΔΥ και στην συνέχεια οι αποφάσεις ακόμα 24 Εργατικών Κέντρων –μεταξύ τους και του Πειραιά, της Πάτρας, του Λαυρίου, της Εύβοιας, της Λάρισας- και 14 Ομοσπονδιών ανάμεσα τους και η ΟΤΟΕ, η ΟΜΕ-ΕΥΔΑΠ, η ΠΟΣΠ-ΕΡΤ, η ΟΙΕΛΕ, η ΠΝΟ, η ΟΜΕ-ΟΤΕ. Η συμμετοχή των εργαζομένων στα Λεωφορεία, στα Τρόλεϊ και στον ΗΣΑΠ με 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση, και του Σωματείου του ΜΕΤΡΟ και του Τραμ, αλλά και των δημοσιογραφικών ενώσεων με στάσεις εργασίας, συμπληρώνει την εικόνα της απεργίας και την μετατρέπει στην πρώτη αποφασιστική μάχη του εργατικού κινήματος με την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

«Αναπτυξιακό Πολυνομοσχέδιο»: προκλητική νεοφιλελεύθερη επίθεση

Πραγματικά η πρόκληση της ΝΔ προς τον κόσμο της εργασίας είναι μεγάλη. Το αποκαλούμενο «αναπτυξιακό πολυνομοσχέδιο», αποτελεί πραγματική επιτομή του νεοφιλελευθερισμού. Κατάργηση κάθε περιβαλλοντικού ελέγχου, κάθε ελέγχου προστασίας της πολιτιστικής κληρονομίας –ακόμα και αυτών των δήθεν ελέγχων που υπάρχουν στην τρέχουσα νομοθεσία- στο όνομα της απελευθέρωσης των επενδύσεων. Κατάργηση κάθε ελέγχου και διαφάνειας στην χρήση των κρατικών επιδοτήσεων από τις επιδοτούμενες επιχειρήσεις, με την εισαγωγή της δυνατότητας ανάθεσης αυτών των ελέγχων σε άλλες ιδιωτικές επίσης επιχειρήσεις. Η κερδοφορία του κεφαλαίου –που υποτίθεται ότι ήταν σε διωγμό από τις ούτως ή άλλως ανεπαρκείς υπάρχουσες κρατικές ρυθμίσεις- περνάει μέσα από την καταστροφή του περιβάλλοντος και την λεηλασία του δημόσιου πλούτου.

Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο λογοδοτούν και τα μέτρα που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις και πρώτα απ’ όλα τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Η δυνατότητα εξαίρεσης από τις κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις των επιχειρήσεων ενός κλάδου ή μιας περιοχής που υποτίθεται ότι αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, οδηγεί ευθέως στην δημιουργία ειδικών ζωνών υπερεκμετάλλευσης των εργαζομένων. Επιπλέον καθιστά πρακτικά αδύνατη την προσφυγή στην διαιτησία –έναν θεσμό που μέσα από τους αγώνες των εργαζομένων είχε αποκτήσει μια σχετική αυτοτέλεια από το κράτος και ενώ λάμβανε φυσικά κυρίως υπόψη του τα συμφέροντα της εργοδοσίας, εξασφάλιζε ταυτόχρονα ένα μίνιμουμ προστασίας για τους/τις πιο αδύναμους/ες εργαζόμενους/ες.

Οι εργασιακές ρυθμίσεις αποτελούν ουσιαστικά επανανομοθέτηση των μνημονιακών διατάξεων που θεσπίστηκαν το 2012 με το δεύτερο μνημόνιο των Σαμαρά-Βενιζέλου και καταργούσαν στην πράξη τις συλλογικές συμβάσεις. Αυτές οι διατάξεις –που διατηρήθηκαν και με το τρίτο μνημόνιο της κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- είχαν πάψει να είναι σε ισχύ από τον Αύγουστο του 2018 με το τέλος του τρίτου μνημονίου.

Η εκ νέου νομοθέτηση τους δείχνει ότι τα μνημόνια ήταν στην πραγματικότητα απαίτηση και της ελληνικής άρχουσας τάξης και δεν επιβλήθηκαν αποκλειστικά από τους δανειστές. Δείχνει ακόμα την ανάγκη των ελλήνων καπιταλιστών για ένα νέο γύρω επιθέσεων ενάντια στην εργατική τάξη, μπροστά στην συνδυασμένη πίεση που ασκούν, τόσο η κρίση των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων, όσο και η νέα διεθνής και ευρωπαϊκή οικονομική αστάθεια. Γι’ αυτό και συνοδεύονται και από επιπλέον ρυθμίσεις για ηλεκτρονικό μητρώο συνδικάτων και δυνατότητα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για την λήψη αποφάσεων από τα συνδικαλιστικά όργανα. Ρυθμίσεις που συνιστούν νέες παρεμβάσεις του κράτους και προσπάθεια κυβερνητικού ελέγχου της εσωτερικής ζωής των συνδικάτων.

Επείγουσα ανάγκη η απεργία

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η κήρυξη της 24ωρης απεργίας αποτελούσε ζήτημα ζωής ή θανάτου για το εργατικό κίνημα. Και τα ρήγματα στο εσωτερικό της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, οι συγκρούσεις που έχουν ξεσπάσει ανάμεσα στα πολιτικοσυνδικαλιστικά ρεύματα που την συγκροτούν, ο κίνδυνος που συνιστούν και για την ίδια σαν κοινωνικό στρώμα τα μέτρα κατά των ΣΣΕ, μαζί με την αστάθεια στο πολιτικό σκηνικό (που σηματοδοτείται από την επιστροφή της σύγκρουσης ανάμεσα στην ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ γύρω από τα σκάνδαλο NOVARTIS), έδωσαν την ευκαιρία στα εργατικά κέντρα και τις ομοσπονδίες να κινηθούν πέρα από τα όρια που θέλει να θέσει η πλειοψηφία ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ στην ηγεσία της ΓΣΕΕ.

Αρχικά το δίδυμο Παναγόπουλου – Κιουτσούκη δεν ήθελε καμία απεργιακή κινητοποίηση. Με πρόσχημα το γεγονός ότι η σημερινή ηγεσία της ΓΣΕΕ είναι διορισμένη και δεν μπορεί να κηρύξει απεργία, κλαψούρισε λίγο για τις διατάξεις του νομοσχεδίου και σιώπησε. Εξάλλου τα μέτρα για το ηλεκτρονικό μητρώο και την ηλεκτρονική ψηφοφορία είναι και για τα ανώτερα στρώματα της γραφειοκρατίας εργαλείο ελέγχου της ζωής των συνδικάτων συνολικά.

Όμως στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας, η στροφή της ΕΑΚ (παράταξη στην οποία συμμετέχουν οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ) άλλαξε την ισορροπία των δυνάμεων, διαμόρφωσε απεργιακή πλειοψηφία –μαζί με ΠΑΜΕ,ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ(διάσπαση της ΔΑΚΕ),ΕΜΕΙΣ(διάσπαση της ΠΑΣΚΕ) και ΑΤΕ-ΕΚΑ (αντικαπιταλιστική αριστερά)- και υποχρέωσε και το μπλοκ ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ να συμφωνήσει. Με την ίδια περίπου διαδικασία διαμορφώθηκε η κατάσταση και στην ΑΔΕΔΥ, όπου μετά από μια μικρή αψιμαχία μεταξύ της απεργιακής πλειοψηφίας ΠΑΜΕ- ΕΑΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ)-ΜΕΤΑ (ΛΑΕ)-ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ (αντικαπιταλιστική αριστερά)-Δημοσιοϋπαλληλική Ανατροπή (διάσπαση της ΠΑΣΚΕ) από την μια πλευρά, και ΔΑΚΕ-ΠΑΣΚΕ από την άλλη, τελικά λήφθηκε ομόφωνη απόφαση για απεργία στις 24/9.

Οι προσπάθειες του δίδυμου Παναγόπουλου – Κιουτσούκη στην συνέχεια να ανακόψει αυτήν την εξέλιξη, προτείνοντας πρώτα διασπαστική ημερομηνία απεργίας για τις 25 του Σεπτέμβρη και στην συνέχεια, νέα διασπαστική ημερομηνία στις 2 του Οκτώβρη, έπεσαν στο κενό. Η μια μετά την άλλη, μια σειρά από δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις προσχώρησαν στην απεργία της 24ης του Σεπτέμβρη ακολουθώντας την απόφαση του ΕΚΑ.

Η απεργία της 24ης του Σεπτέμβρη, έχει προκαλέσει ήδη αποτελέσματα πριν καν πραγματοποιηθεί. Ενώ η κυβέρνηση σχεδίαζε να φέρει το νομοσχέδιο στην Βουλή στις 24/9, ενώ είχε δημιουργήσει κλήμα στα ΜΜΕ γύρω από αυτό, τελικά μετέφερε την κατάθεση του για τις 2 Οκτωβρίου. Προσπαθεί έτσι να καταστήσει «πρόωρη» την απεργία, δίνοντας την ευκαιρία και στην πλειοψηφία της Διοίκησης της ΓΣΕΕ να ελέγξει πάλι την κατάσταση.

Για το εργατικό κίνημα όμως η αναβολή αυτή είναι ευκαιρία για αντεπίθεση. Τώρα είναι η ώρα να δουλέψουμε για την επιτυχία της απεργίας στις 24/9 και να πιέσουμε τις ηγεσίες των εργατικών κέντρων και των ομοσπονδιών για κλιμάκωση με στόχο την οριστική απόσυρση του νομοσχεδίου.

Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι η δουλειά των αγωνιστών της βάσης του εργατικού κινήματος. Με εργαλείο έναν γνήσιο συντονισμό πρωτοβάθμιων σωματείων, εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών, μπορούμε να διαμορφώσουμε το δίκτυο των συνδικάτων που θα πάρουν επάνω τους αυτόν τον αγώνα, που θα ξεπεράσουν τον έλεγχο και θα βάλουν στο περιθώριο την πλειοψηφία της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, που θα ανανεώσουν την λειτουργία του συνδικαλιστικού κινήματος σε γνήσια δημοκρατικές αρχές, με τον απόλυτο έλεγχο στα χέρια της εργατικής βάσης.

Για την ανασυγκρότηση των συνδικάτων από τα κάτω

Αυτός είναι εξάλλου και ο μόνος δρόμος για την εξυγίανση και την ανασυγκρότηση της ΓΣΕΕ σε νέες βάσεις κάτω από τον έλεγχο των ίδιων των εργαζομένων.

Σήμερα, γύρω από το ζήτημα της διεξαγωγής του Συνέδριου της ΓΣΕΕ συγκρούονται δύο πτέρυγες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, που η κάθε μια έχει τις δικές της –διαφορετικής φύσης- ευθύνες για την ήττα του εργατικού κινήματος την περίοδο 2010-2018.

Από την μία μεριά η πλειοψηφία ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ, που αποδέχτηκε τα μνημονιακά μέτρα, διεκδίκησε την συνδιαχείριση στην εφαρμογή τους, συντάχτηκε με το ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του 2015 και με την συμμετοχή και των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ από το 2016 και μετά, έβαλε σε πρώτο πλάνο την αποκατάσταση της κερδοφορίας του κεφάλαιου, σε βάρος της αποκατάστασης του εργατικού μισθού και των εργατικών δικαιωμάτων.

Από την άλλη το ΠΑΜΕ, που με την τακτική του ασφυκτικού ελέγχου της απομόνωσης και της μετατροπής των εργατικών αγώνων σε πηγή άντλησης κοινοβουλευτικής επιρροής για το ΚΚΕ, δεν κατόρθωσε να προσφέρει μιαν αποτελεσματική γραμμή για την οργάνωση της εργατικής αντίστασης και οδήγησε σε αποτυχία σημαντικούς αγώνες όπως οι καταλήψεις στην Ελληνική Χαλυβουργία και στο Ledra Marriott.

Με τον ίδιο τρόπο το ΠΑΜΕ επιχείρησε να μετατρέψει το θέμα της απαλλαγής της ΓΣΕΕ από την χρεοκοπημένη ηγεσία του μπλοκ ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ, σε αποκλειστικά κομματική υπόθεση των δικών του δυνάμεων. Αντί για ένα μαζικό κίνημα διαμορφωμένο στην βάση των Γενικών Συνελεύσεων των πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων, που θα κινητοποιούσε τα ίδια τα μέλη των συνδικάτων για την εκκαθάριση της νοθείας και την αποχώρηση των εργοδοτών «συνδικαλιστών» από την διοίκηση της ΓΣΕΕ, προτίμησε την στενή παραταξιακή κινητοποίηση, δίνοντας έτσι το πολιτικό περιθώριο στο κράτος να παρέμβει σαν «διαιτητής» διορίζοντας αυτό διοίκηση.

Ανεξάρτητα λοιπόν από την τελική κατάληξη που θα έχει το ζήτημα της διεξαγωγής του Συνέδριου της ΓΣΕΕ και το modus vivendi στο οποίο θα καταλήξουν ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ και ΠΑΜΕ, ο πραγματικός δρόμος για την ανασυγκρότηση των συνδικάτων και της ίδιας της ΓΣΕΕ μπορεί να είναι μόνο από τα κάτω, από τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες της βάσης, από ένα γνήσιο δίκτυο συντονισμού πρωτοβάθμιων σωματείων εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών ιδιωτικού και δημόσιου τομέα.

Η επιτυχία της απεργίας στις 24/9 και η αποτυχία των σχεδιασμών της πλειοψηφίας της Διοίκησης της ΓΣΕΕ θα είναι το πρώτο βήμα σε αυτήν την κατεύθυνση.

Παντελής Αυθίνος

Τ.Ε. Καλλιθέας

Μέλος του ΠΣΟ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ