• Τρί, 21/07/2015 - 08:59
ΟΚΔΕ Σπάρτακος : Ταξική αντεπίθεση ενάντια στο “αριστερό” μνημόνιο!

 

Χρειάστηκαν λίγα μόλις εικοσιτετράωρα για να μετατρέψει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το συντριπτικό ταξικό ΟΧΙ στη συμφωνία με την ΕΕ και το ΔΝΤ σε ένα άνευ όρων ΝΑΙ. Στην πραγματικότητα, χρειάστηκαν μόνο λίγες ώρες, αφού η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να υπογράψει πάση θυσία συμφωνία, σε συνεργασία με τα μνημονιακά κόμματα του κεφαλαίου, ήταν ήδη σαφέστατη στο “συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών” το επόμενο πρωί μετά το δημοψήφισμα. Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και ΠΟΤΑΜΙ βρέθηκαν σε οδυνηρή πολιτική θέση την Κυριακή 5 Ιούλη. Η ήττα που δέχτηκαν θα μπορούσε να είναι στρατηγική και να τους οδηγήσει επί μακρόν στο περιθώριο. Τη Δευτέρα, όμως, ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ τους έδωσε, συνειδητά, το φιλί της ζωής: τους ανέστησε για να στήσει μαζί τους την απάτη της “εθνικής ενότητας” και της “εθνικής συνεννόησης”, που, όπως πάντα, δεν σημαίνει παρά υποταγή των αναγκών των εργαζομένων στα συμφέροντα των αφεντικών τους.

Η πίεση της ΕΕ, οι εκβιασμοί της αστικής τάξης, ο πόλεμος των παλιών μνημονιακών αστικών κομμάτων και η τρομοκρατία των ΜΜΕ του κεφαλαίου ήταν δεδομένα που υπήρχαν και πριν το δημοψήφισμα. Η απόφαση, όμως, να συμφιλιωθεί και να συνεργαστεί με αυτή την πλευρά, και όχι με την πλευρά της εργατικής τάξης που έδωσε μαζικά τη μάχη του ΟΧΙ, ανήκει αποκλειστικά στον ΣΥΡΙΖΑ. Μαζί με αυτή την πλευρά ψήφισε την ελληνική πρόταση στη Βουλή την Παρασκευή 10 Ιούλη και με την υποστήριξη αυτής της πλευράς έκλεισε τη συμφωνία στο Eurogroup. Μαζί με αυτούς ψήφισε το πρώτο πακέτο μέτρων την Τετάρτη 15 Ιούλη, ενώ η αστυνομία έξω χτυπούσε τη διαδήλωση και έσερνε αγωνιστές και αγωνίστριες στη ΓΑΔΑ και στα δικαστήρια (ανάμεσά τους, δύο συντρόφους της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος). Εδώ δεν χωράνε μισόλογα: η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε, διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε το τρίτο μνημόνια, με μέτρα πιο σκληρά από ποτέ.

Είναι γνωστό το τι περιλαμβάνει το νέο μνημόνιο: μειώσεις συντάξεων, κατάργηση του ΕΚΑΣ, όριο συνταξιοδότησης στα 67, μειώσεις μισθών στο δημόσιο, κατακόρυφη αύξηση του ΦΠΑ για προϊόντα βασικής (εργατικής) κατανάλωσης, μείωση της επιδότησης του πετρελαίου θέρμανσης. ολοκλήρωση όσων ιδιωτικοποιήσεων εκκρεμούν και νέες ιδιωτικοποιήσεις των πάντων (λιμάνια Πειραιά και Θεσσαλονίκης, περιφερειακά αεροδρόμια, τρένα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας – ΑΔΜΗΕ). Πέρα από μια μείωση των προβλεπόμενων πρωτογενών πλεονασμάτων του προϋπολογισμού, η οποία θα γινόταν ούτως ή άλλως, καθώς οι προηγούμενες προβλέψεις καταρρίπτονταν από την ίδια την εξέλιξη της οικονομίας, το μόνο που φαίνεται να κέρδισε η ελληνική κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση ήταν μικρότερη μείωση των στρατιωτικών δαπανών – ένα σημείο στο οποίο η θέση της ήταν πιο αντιδραστική από τις απαιτήσεις της ΕΕ. Ακόμα και σε συμβολικό επίπεδο, η κυβέρνηση δεν έχει να παρουσιάσει καμία νίκη: το ΔΝΤ παραμένει στο νέο πρόγραμμα, η τρόικα επιστρέφει στην Ελλάδα, η προβλεπόμενη “αναδιάρθρωση” του χρέους, ακόμη και με μηδενικά επιτόκια, σε κατάσταση ύφεσης της οικονομίας και αποπληθωρισμού, δεν είναι αναδιάρθρωση (πολύ περισσότερο δεν είναι κούρεμα ή απομείωση), αλλά απλώς και μόνο μια επιμήκυνση αποπληρωμής. Οποιαδήποτε προσπάθεια να αναζητηθούν νίκες μέσα στο νέο μνημόνιο είναι απλώς γελοία.

Εξίσου γελοία είναι και κάθε προσπάθεια να αναζητηθούν δικαιολογίες. Οι απολογητές της συμφωνίας λένε ότι ο λαός δεν ήταν έτοιμος για ρήξη. Η πραγματικότητα είναι εντελώς αντίστροφη. Η εργατική τάξη αψήφησε την τρομοκρατία και, έχοντας συναίσθηση όλων των κινδύνων, επέλεξε το ΟΧΙ και την ευθεία αντιπαράθεση με τους δανειστές. Δεν είναι αλήθεια ότι η δύναμη και η ώθηση του κινήματος δεν ήταν αρκετή. Αντιθέτως, ήταν η κυβέρνηση που αποτέλεσε χαλινάρι στη δύναμη και την ώθηση αυτή.

Η κυβέρνηση, με το ΣΥΡΙΖΑ επικεφαλής, ανέλαβε να ψηφίσει και να εφαρμόσει μια νέα επίθεση εναντίον των εργαζομένων και των ανέργων. Ανέλαβε ένα σχέδιο για τη σταθεροποίηση και την ανάκαμψη του ελληνικού καπιταλισμού, ένα σχέδιο για τα συμφέροντα των τραπεζιτών, των εφοπλιστών και των βιομηχάνων, ντόπιων και ευρωπαίων. Με αυτή της την απόφαση, η κυβέρνηση περνά ολοκληρωτικά στην άλλη πλευρά του οδοφράγματος, και θα βρει το κίνημα απέναντί της, όπως το βρήκαν και οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις.

Για αυτό το λόγο, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι ήδη στον αέρα. Αιμορραγώντας και καθώς αποξενώνεται από την ίδια της τη βάση, στην πραγματικότητα ήδη συγκυβερνά με τα παλιά αστικά μνημονιακά κόμματα, ανεξαρτήτως της τυπικής μορφής της ανασχηματισμένης κυβέρνησης. Είναι μια κυβέρνηση με σύντομη ημερομηνία λήξης.

Η τροχιά που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τυχαία, ούτε αποτελεί έκπληξη. Είναι η μοιραία κατάληξη μιας βαθιά εμπεδωμένης στρατηγικής ταξικής συνεργασίας, που λειτουργεί πάντα προς όφελος του ισχυρού, των καπιταλιστών. Είναι το αποτέλεσμα της λογικής της “ενότητας της πατρίδας” και του “καλού της χώρας”, μιας χώρας διαιρεμένης σε ασυμφιλίωτα ταξικά στρατόπεδα. Ήταν απολύτως αναμενόμενο το που θα οδηγούσε ο απόλυτος σεβασμός στην ΕΕ, στους θεσμούς του κράτους και στην καπιταλιστική ιδιοκτησία. Ήταν απολύτως προβλέψιμο ότι δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτική διαχείριση ενός καπιταλισμού σε φάση κανιβαλικής κρίσης, και ότι τελικά κάθε σχέδιο διαχείρισης δεν μπορεί παρά να είναι όχι μόνο αστικό, αλλά και μνημονιακό, δηλαδή ένα σχέδιο αναδιανομής της παραγόμενης υπεραξίας, υπέρ της κεφαλαιοκρατίας, μέσα από το κράτος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να διανοηθεί μια άλλη διέξοδο. Ούτε είναι ικανή η αριστερή του πτέρυγα να προβάλει μια εναλλακτική. Η Αριστερή Πλατφόρμα εμφανίστηκε γενικά κατώτερη των περιστάσεων, διασπασμένη, χωρίς σχέδιο και αρχές. Στην ψηφοφορία της Παρασκευής, εκτός από 2 βουλευτές του τροτσκιστικού χώρου που καταψήφισαν, οι υπόλοιποι διαφωνούντες έδωσαν το “παρών”, απείχαν ή ψήφισαν ΝΑΙ, δηλώνοντας κατά τα άλλα διαφωνία. Στην ψηφοφορία της Πέμπτης, τα 32 ΟΧΙ (συν 6 παρών), συνοδεύτηκαν από όρκους πίστης στην ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ και τη σταθερότητα της κυβέρνησης, στην οποία βέβαια κανείς δεν μπορεί πιστεύει. Δίνουν έτσι στην ηγεσία Τσίπρα τα περιθώρια να διασπάσει και να χειριστεί μια άνευρη εσωτερική αντιπολίτευση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει και άλλα ρήγματα στην εκλογική του βάση, στα μέλη και ανάμεσα στους ίδιους του τους βουλευτές. Είναι ώρα, όμως, καθένας και καθεμία να πάρει την ευθύνη του. Κάθε ΝΑΙ σημαίνει προσχώρηση στο αντίπαλο στρατόπεδο, απέναντι στην εργατική τάξη. Η αποχή και το “παρών” είναι συνενοχή. Η αφοσίωση στην κυβέρνηση του 3ου μνημονίου είναι υποταγή στο μνημόνιο και η “κριτική” της στήριξη είναι στήριξη είναι (άκριτη) στήριξη στη λιτότητα.

Υπάρχει άλλη διέξοδος; Φυσικά και υπάρχει: η διέξοδος της ρήξης με το σύστημα, με τον καπιταλισμό. Αυτό θα σήμαινε άμεση σύγκρουση με τους δανειστές, παύση πληρωμής τους χρέους και μονομερής διαγραφή, ρήξη και απεμπλοκή από την ευρωζώνη και την ΕΕ στο πλαίσιο μιας αντικαπιταλιστικής και διεθνιστικής πολιτικής. Θα σήμαινε εθνικοποίηση των τραπεζών και άνοιγμα των λογαριασμών τους για να ελεγχθούν οι κινήσεις κεφαλαίου των καπιταλιστών. Θα σήμαινε να μπει χέρι στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και να εθνικοποιηθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις, χωρίς αποζημίωση. Θα σήμαινε εργατικό έλεγχο στις τράπεζες, τις επιχειρήσεις, το εξωτερικό εμπόριο, στις αποφάσεις του κράτους. Θα σήμαινε αυτοοργάνωση στους χώρους δουλειάς, στις σχολές, στις γειτονιές. Όλα αυτά τα καθήκοντα είναι σήμερα πιο κατανοητά και πιο εφικτά από ποτέ.

Ο αγώνας του ΟΧΙ, παρά τον εξευτελισμό που υπέστη την επόμενη μέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ, έχει αφήσει πολύ σημαντική παρακαταθήκη.

Τα παραδοσιακά αστικά κόμματα δεν θα μπορέσουν εύκολα να συνέλθουν από το χαστούκι, όσο χώρο και να τους προσφέρει η κυβέρνηση. Το ρήγμα στη σταθερότητα του συστήματος της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης δεν κλείνει, γιατί δεν υπάρχει αντικειμενικά έδαφος σταθεροποίησης. Κάθε ανακοίνωση της εξόδου από την κρίση καταλήγει σε λίγους μήνες σε μια ακόμα βαθύτερη κρίση.

Η εργατική τάξη και τα καταπιεσμένα στρώματα της κοινωνίας είδαν τη δύναμή τους μέσα στον αγώνα για το ΟΧΙ. Η διατάραξη της καπιταλιστικής κανονικότητας όλο αυτό το διάστημα, με τις τράπεζες κλειστές, έδειξε ότι μπορούμε να ζούμε και αλλιώς, και ότι οι πλούσιοι έχουν να χάσουν πολύ περισσότερα από τους φτωχούς όταν τα πάντα έρχονται άνω-κάτω. Ο φόβος κάθε φορά θα είναι και λιγότερος.

Η διεθνιστική εμπειρία της αλληλεγγύης σε όλο τον κόσμο ήταν ένα συγκλονιστικό μάθημα. Μέσα σε λίγες μέρες, οι εργαζόμενοι, οι εργαζόμενες και η νεολαία κινητοποιήθηκε υπέρ του ΟΧΙ της εργατικής τάξης σε δεκάδες χώρες. Είναι σαφές ότι εκεί βρίσκονται οι σύμμαχοί μας στον αγώνα και στην επόμενη μέρα, αν ο ιμπεριαλιστικός και καπιταλιστικός κλοιός σπάσει, και όχι σε οποιαδήποτε συμμαχία με άλλα ιμπεριαλιστικά μπλοκ, όπως των ΗΠΑ ή της Ρωσίας.

Σήμερα πρέπει να δοθεί καθαρά το σύνθημα της συνέχισης του αγώνα. Πρέπει να δοθεί καθαρά το μήνυμα ότι μπορούμε να νικήσουμε και να αποτρέψουμε τα μέτρα, ακόμα κι αν τα πρώτα ψηφίστηκαν ήδη με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Με απεργίες, διαδηλώσεις και καταλήψεις μπορούμε να αποτρέψουμε τις περικοπές και τις ιδιωτικοποιήσεις. Μπορούμε να μην αφήσουμε τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το ΠΟΤΑΜΙ να ξανασηκώσουν κεφάλι. Μπορούμε να τσακίσουμε οριστικά τη Χρυσή Αυγή και να μην της επιτρέψουμε να διανοηθεί πως θα εκμεταλλευτεί κάτι από το κίνημα του ΟΧΙ, στο οποίο ήταν ξένη και ανεπιθύμητη. Η οργή για τους χειρισμούς του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να γίνει αγωνιστικότητα, και όχι παραίτηση.

Η αντικαπιταλιστική αριστερά, με κέντρο την ΑΝΤΑΡΣΥΑ που, παρά τις αδυναμίες, πρωταγωνίστησε στο κίνημα του ΟΧΙ, έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο να παίξει στο κίνημα εναντίον του νέου μνημονίου. Θα πρέπει να κολυμπήσει στο ευρύτερο αγωνιστικό ρεύμα του ΟΧΙ μέχρι τέλους και να δουλέψει για τη συγκρότηση ενός ενιαίου μετώπου στη δράση, ενός κινηματικού συντονισμού που θα μπορεί να περιλάβει όλες τις επαναστατικές οργανώσεις, από την αντικαπιταλιστική αριστερά ως τους αναρχοσυνδικαλιστές και τα τμήματα του αναρχικού χώρου που αντιλήφθηκαν το επίδικο του ΟΧΙ, καθώς και όσους και όσες σπάνε από το ρεφορμισμό και είναι διατεθειμένοι να δώσουν τη μάχη. Θα πρέπει να συνδράμει στην αυτοοργάνωση αυτού του κινήματος, με δομές στη βάση. Θα πρέπει να οργανώσει με κάθε τρόπο τη μάχη ενάντια στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που έφτασε μέχρι το αίσχος του ΝΑΙ της ΓΣΕΕ στο δημοψήφισμα.

Ταυτόχρονα, όμως, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει να προβάλει τη δική της ιδιαίτερη πολιτική πρόταση, την πρόταση της επαναστατικής ρήξης με τον καπιταλισμό. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται να διατηρήσει την οργανωτική και πολιτική της αυτοτέλεια και να επεξεργαστεί ένα επίκαιρο και κατανοητό επαναστατικό σχέδιο. Το αποφασιστικό ΟΧΙ και η αντίθεση στην ΕΕ και το ευρώ είναι η απόλυτα αναγκαία βάση για ένα κινηματικό και απεργιακό μέτωπο, δεν είναι όμως επαρκής βάση για μια πολιτική συμμαχία. Κάθε σκέψη για αυτοδιάλυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε έναν ευρύτερο φορέα, με μίνιμουμ αντι-ΕΕ/αντιμνημονιακό πρόγραμμα, ακριβώς τη στιγμή που η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προσελκύει τα πιο αγωνιστικά τμήματα του ΟΧΙ, θα ήταν εντελώς καταστροφική.

Οι διεθνείς εμπειρίες από κόμματα που στήθηκαν στη βάση απλώς και μόνο της αντίθεσης στη λιτότητα και στο νεοφιλελευθερισμό, ή ακόμα και της ΕΕ, είναι πικρές και διδακτικές: χωρίς ένα συνολικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, τα αντινεοφιλελεύθερα κόμματα οδηγήθηκαν γρήγορα στη συνθηκολόγηση και τη διαχείριση. Πολλοί από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, άλλωστε, ξεκίνησαν από αντινεοφιλελεύθερες, ακόμα και αντι-ΕΕ, θέσεις για να καταλήξουν λίγους μήνες αργότερα να ψηφίζουν ΝΑΙ ή “παρών” στο μνημόνιο. Η ταύτιση κινήματος και κόμματος οδηγεί είτε στον αυταρχισμό, είτε σε πολιτικούς φορείς με πρόγραμμα-σούπα και αντιφατικό προσανατολισμό.

Τα πιο συνειδητά τμήματα του κινήματος περιμένουν από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ένα σχέδιο δράσης, ένα σχέδιο που δεν θα περιορίζεται σε μια αφηρημένη περιγραφή της επόμενης μέρας, αλλά θα υποδεικνύει πώς μπορούμε να νικήσουμε και με ποια προοπτική. Που δεν θα μιλάει στο όνομα της “χώρας” γενικώς και αορίστως, γιατί κάθε βήμα προς τη ρητορική της πατρίδας και της εθνικής ενότητας είναι βήμα προς τη συνθηκολόγηση, αλλά στο όνομα των εργαζομένων, των ανέργων και των καταπιεσμένων, μέσα στον ασυμφιλίωτο αγώνα τους με την υπόλοιπη “χώρα”, την αστική τάξη και τους συμμάχους της. Ένα πρόγραμμα ταξικό και όχι τεχνικό.

Με το σύνθημα της νίκης, λοιπόν, για να αποτραπούν τα μνημόνια και να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την ανατροπή της κυβέρνησης από τα αριστερά. Για έναν ευρύ κινηματικό συντονισμό. Για δομές αυτοοργάνωσης παντού. Για μια δυνατή αυτοτελή αντικαπιταλιστική και επαναστατική αριστερά.