- Παρ, 10/05/2013 - 14:09
Για την Αριστερά της Νίκης και της Ανατροπής [των Σπύρου Αλεξίου, Βασίλη Γάτσιου]
1. ΝΕΑ ΦΑΣΗ – ΝΕΑ ΙΕΡΑΡΧΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Με δεδομένα την αναγκαιότητα ανατροπής των κληρονομημένων αρνητικών πολιτικών συσχετισμών, τη σωστή εκτίμηση της εισήγησης ότι «η σημερινή καπιταλιστική κρίση είναι κρίση δομικού χαρακτήρα» και το γεγονός πως οι εξελίξεις διαδέχονται ραγδαία η μια την άλλη, καταθέτουμε τις απόψεις μας ενόψει της 2ης Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Στην 1η Συνδιάσκεψη εκτιμήσαμε ότι μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο της ταξικής πάλης, που θα χαρακτηρίζεται από «εξεγερτικά και επαναστατικά γεγονότα, ακόμη και επαναστατικές καταστάσεις», στο φόντο μιας νέας εποχής της ταξικής πάλης. Όμως, η κρίση και η ταξική πάλη έχουν διάφορες φάσεις και καμπές, μικρές ή μεγάλες. Εκτιμούμε ότι περίπου από τις αρχές - μέσα του 2012, έχουμε μπει σε μια νέα φάση, η οποία απαιτεί νέα ιεράρχηση στη γενικά σωστή, αν και με αντιφάσεις, γραμμή που είχε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η προηγούμενη φάση (περίπου αρχές 2010 – μέσα 2012) χαρακτηρίστηκε από την πρωτοφανή εργατική και λαϊκή αντίσταση στη σαρωτική επίθεση του κεφαλαίου, η οποία ξεπήδησε μέσα από τις σοβαρές ρωγμές «στους πάνω» (που εκφράστηκαν με την αντίθεση ΠΑΣΟΚ – ΝΔ) και τις οποίες οι αγώνες όξυναν ως ένα σημείο. Δεν είχαμε, βεβαίως, «επαναστατική κατάσταση», όπως βιαστικά υποστήριξαν διάφορες συντροφικές δυνάμεις και αγωνιστές, αλλά μια πρώτη εμφάνιση της γενικής επαναστατικής τάσης όπως εκτιμούσε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας φάσης, κατά τη γνώμη μας, είναι: α) Οι ρωγμές «στους πάνω» έκλεισαν προσωρινά, με την κοινοβουλευτικά «νομιμοποιημένη» συγκυβέρνηση Σαμαρά (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ). Αυτό δυσκολεύει την έκφραση της εργατικής–λαϊκής δυσαρέσκειας και οργής καθώς και τους αγώνες, που για την ώρα κινούνται σε ένα διαρκές και επιμέρους «αντάρτικο». Πιστεύουμε ότι είναι λανθασμένη η άποψη που βλέπει με μηχανιστικό, γραμμικό τρόπο, μια διαρκή «άνοδο των αγώνων» και μόνιμη «κυβερνητική αστάθεια». Άλλο είναι η γενική τάση, άλλο η συγκεκριμένη κατάσταση. β) Η ποιοτικά νέα εκτίναξη της ανεργίας και της φτώχειας, αφενός επιδρά καθηλωτικά και δυσκολεύει τους αγώνες, αφετέρου συσσωρεύει ταξική δυσαρέσκεια, που θα εκφραστεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ανάλογα και με την παρέμβαση των πρωτοποριών. Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι η κρίση δεν θα είναι ένα διάλειμμα και ότι «θα διαρκέσει πολύ», κάτι που υπογραμμίζει τις προγραμματικές ανεπάρκειες του εργατικού κινήματος και των αριστερών πρωτοποριών του, έστω σε διαφορετικό βαθμό, και που ωθεί στην αναζήτηση ενός στρατηγικού επανεξοπλισμού. γ) Η ιδιαίτερα αντιδημοκρατική ποιοτική στροφή του κεφαλαίου – κυβερνήσεων στην αντιμετώπιση του εργατικού λαϊκού κινήματος, ώστε να τεθεί σε μια κατάσταση πολιορκίας και μισοπαρανομίας. Ειδική πλευρά αυτής της στροφής είναι η συστηματική χρήση του κοινωνικού αυτοματισμού - κανιβαλισμού. Σε αυτά τα πλαίσια και στη γενικότερη τάση ολοκληρωτισμού με κοινοβουλευτικό μανδύα, όπως σωστά εκτιμούν οι θέσεις, εντάσσεται η ενίσχυση και δράση της Χρυσής Αυγής. δ)Τέλος, ποιοτικό χαρακτηριστικό της νέας φάσης είναι η μεγάλη κοινοβουλευτική ενίσχυση της Αριστεράς, αλλά με αλλαγή συσχετισμών εντός της, υπέρ της πιο διαχειριστικής φιλοΕΕ πτέρυγάς της και σε βάρος της επαναστατικής, αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής πτέρυγας και ειδικότερα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Όπως ήδη διαπιστώνουμε, η αλλαγή αυτή του συσχετισμού μέσα στην Αριστερά, έχει αρνητική επίδραση στους αγώνες. Ωστόσο, πρέπει να συνεκτιμήσουμε ότι στο μαζικό κίνημα η αντικαπιταλιστική Αριστερά παρουσιάζει μια ελπιδοφόρα δυναμική όπως δείχνουν οι αρχαιρεσίες. Εκτιμούμε ότι οι Θέσεις της ΚΣΕ, ενώ έχουν σωστές γενικές εκτιμήσεις, δεν συλλαμβάνουν επαρκώς και με σαφήνεια αυτή τη νέα κατάσταση - φάση. Από διαφορετική σκοπιά, το ίδιο κάνουν και το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις της Αριστεράς. Με βάση τα παραπάνω, θεωρούμε ότι πρέπει να γίνει νέα ιεράρχηση και εμπλουτισμός στους άξονες του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης και στον προσανατολισμό της δράσης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Στην προηγούμενη φάση, «κρίκοι» στο γενικότερο και μακρόχρονο αγώνα για ανατροπή της επέλασης κεφαλαίου – κυβερνήσεων – ΕΕ – ΔΝΤ αναδείχθηκαν: α) το ζήτημα του χρέους και β) του ευρώ και της ΕΕ. Στη νέα φάση ως «κρίκοι» αναδεικνύονται: α) το ζήτημα της ανεργίας, της φτώχειας, της λαϊκής εξαθλίωσης, αυτό που λέμε “μάχη για την επιβίωση”και β) το ζήτημα της «δημοκρατίας», δηλαδή,των εργατικών λαϊκών δημοκρατικών ελευθερίων,του κοινωνικού αυτοματισμού και της φασιστικής απειλής. Επίσης στη νέα φάση αποκτούν μεγάλη σημασία για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ: α) Η προγραμματική ενότητα και η ανώτερη μετωπική - οργανωτική συγκρότησή της πάνω στη γραμμή της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης με επαναστατική προοπτική και β) η μετωπική πολιτική τακτική συμμαχιών, η οποία είχε υποτιμηθεί στην προηγούμενη φάση.
2. ΜΠΡΟΣΤΑ Η MAXH ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ
Σε αυτή τη νέα φάση, όπου εκατομμύρια άνθρωποι είναι άνεργοι και φτωχοί, που η πείνα , η εξαθλίωση και οι αυτοκτονίες εξαπλώνονται, όπως η πανούκλα σε προηγούμενους αιώνες, το ζήτημα της “μάχης για την επιβίωση” μπαίνει στην πρώτη γραμμή της πάλης. Γι αυτό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι υποχρεωμένη, ιδιαίτερα σήμερα, να ιεραρχήσει στην κορυφή του αντικαπιταλιστικού προγράμματος τους στόχους πάλης που αφορούν την ουσιαστική μείωση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης σε πανεθνικό επίπεδο με την επιβολή – κατάκτηση μέτρων με γενική ισχύ. Τέτοιοι στόχοι είναι: Μείωση των ωρών εργασίας, χωρίς μείωση των αποδοχών για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Αξιοπρεπές επίδομα ανεργίας για όλους τους άνεργους ,χωρίς προϋποθέσεις, με πλήρη ιατροφαρμακευτική δωρεάν δημόσια περίθαλψη για όλο το διάστημα της ανεργίας. Κατάργηση όλων των μορφών ευέλικτης-ελαστικής εργασίας. Υπογραφή ΕΓΣΕΕ με αξιοπρεπής μισθούς και αυξήσεις πάνω από τη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Μείωση - κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων και αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών. Αύξηση των συντάξεων, μείωση των χρόνων συνταξιοδότησης. Μείωση- κατάργηση των έμμεσων φόρων. Δραστική μείωση της άμεσης φορολογίας των εργαζομένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων, με ταυτόχρονη δραστική αύξηση της άμεσης φορολόγησης του κεφαλαίου. Μείωση των τιμών στα βασικά είδη διατροφής (γαλακτοκομικά, κτηνοτροφικά, δημητριακά) καθώς και των τιμών για τις στοιχειώδεις κοινωνικές υπηρεσίες (φως, νερό, τηλέφωνο). Μείωση έως και διαγραφή των δανείων της εργατικής λαϊκής οικογένειας για την απόκτηση πρώτης κατοικίας. Δημόσια δωρεάν παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, με ποιοτικά αναβαθμισμένες υπηρεσίες. Αυτοί οι στόχοι πάλης μετασχηματίζουν και ανυψώνουν τον αυθόρμητο οικονομικό αγώνα, που σήμερα διεξάγεται αμυντικά και κατακερματισμένα, σε μαζικό, επιθετικό πολιτικό αντικαπιταλιστικό αγώνα για τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα της εργατικής τάξης. Ο αγώνας γι αυτούς τους στόχους μετασχηματίζεται, με την ίδια την πείρα του αγωνιζόμενου οργανωμένου λαού, σε συνολικό πολιτικό αντικαπιταλιστικό αγώνα απέναντι στο αστικό κράτος για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης και της αστικής κυριαρχίας αν δένεται με τους γενικότερους στόχους για: διαγραφή του χρέους, αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από ευρώ και EE, κρατικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση των καπιταλιστών με εργατικό κοινωνικό έλεγχο. Ο ΣΥΡΙΖΑ με την διαχειριστική και φιλο ΕΕ πολιτική του και την πολιτική «καθίσματος» του κινήματος εν όψει της κυβέρνησής του, το ΚΚΕ με την ταύτιση τακτικής στρατηγικής και άρα με την έλλειψη ανατρεπτικής πολιτικής, δυσκολεύουν την ανάπτυξη και αναγέννηση του κινήματος. Δυσκολία που ενισχύεται από την «έτσι χωρίς πρόγραμμα και προσανατολισμό» δράση των αναρχοκινηματικών ρευμάτων. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ οφείλει:
3. Η ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΛΗΣ
Πρέπει να διευκρινιστεί βαθύτερα ένα κρίσιμο προγραμματικό ζήτημα: τι σημαίνει «αντικαπιταλιστική ανατροπή» και τι «αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα»; H αντικαπιταλιστική ανατροπή είναι η πολιτική που επιδιώκει ουσιαστικές κατακτήσεις στο σήμερα ώστε να μεταβούμε από τους σημερινούς αρνητικούς συσχετισμούς δύναμης στην επαναστατική κατάσταση. Πλευρές του προγράμματος επιδιώκουμε και μπορούν να επιβληθούν σε αστικές κυβερνήσεις από ένα ανασυγκροτημένο ταξικό εργατικό λαϊκό κίνημα και το μέτωπο-πόλο της αντικαπιταλιστικής ανατρεπτικής αριστεράς. Το που θα υποχωρήσει, θα υποστεί ρήγματα ή και σε ποια σημεία θα ανατραπεί η επίθεση του κεφαλαίου ,της ΕΕ και του ΔΝΤ θα εξαρτηθεί από την ταξική πάλη και τους συσχετισμούς δύναμης. Στο σύνολό του όμως, κατά τη γνώμη μας, το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης μπορεί να υλοποιηθεί μόνο από την εξουσία και την κυβέρνηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, που θα προκύψουν μετά την επανάσταση. Η αντικαπιταλιστική ανατροπή, επομένως, δεν ταυτίζεται με την αντικαπιταλιστική επανάσταση. Έχει στόχο να έρθουν σε επαφή οι επαναστατικές αντικαπιταλιστικές δυνάμεις με τις ευρύτερες λαϊκές μάζες που μπαίνουν σε κίνηση τώρα, ώστε με μέτρο και μέσο τις εργατικές νίκες και τον αντικαπιταλιστικό αγώνα να μετασχηματισθούν πολιτικά. Έτσι το μεταβατικό πρόγραμμα αποκτά το νόημά του, που είναι η μετάβαση προς την επαναστατική λύση με σοσιαλιστική-κομμουνιστική προοπτική. Η αντικαπιταλιστική ανατροπή δεν θα πραγματοποιηθεί με «ήρεμο», «ειρηνικό», «κοινοβουλευτικό» τρόπο. Θα περάσει μέσα από μια εκτίναξη της ταξικής πάλης, όπου το εργατικό και λαϊκό κίνημα θα διεκδικεί να παίξει έναν πολιτικά αυτοτελή ιστορικά ρόλο, σε νέες, εθνικά ιδιαίτερες επαναστατικές καταστάσεις. Στην πάλη αυτή, θα διαμορφώνονται οι πρώτες, εμβρυακές μορφές «δυαδικής εξουσίας». Οι ενδεχόμενες ήττες της αστικής πολιτικής και οι αντίστοιχες συνολικές πολιτικές κατακτήσεις για τους εργαζόμενους θα πραγματοποιούνται, ακόμη, στο έδαφος της αστικής κυριαρχίας. Έτσι, θα έχουν πάντα σχετικό, αντιφατικό, ασταθή, διαφιλονικούμενο και προσωρινό χαρακτήρα. Αυτό που θα κυριαρχεί ακόμα και σε τέτοιες περιπτώσεις, θα είναι η στρατηγική υπεροχή και η συνέχεια των βασικών νόμων της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Μέχρις ότου δημιουργηθούν οι συνθήκες της γενικής επαναστατικής κρίσης και η δυνατότητα άμεσης επιβολής της επαναστατικής εξουσίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, η οποία θα αποτελέσει το πρώτο στρατηγικό ρήγμα στην αστική κυριαρχία. Σε αυτή τη δυναμική και όχι ευθύγραμμη διαδρομή, μπορεί να προκύψει σαν αποτέλεσμα της ταξικής πάλης, κυβέρνηση τύπου Τσάβες, ή Αλιέντε (αν και η ιστορική πείρα της ταξικής πάλης στην Ελλάδα έχει δείξει ότι είναι δύσκολο να προκύψουν τέτοιες κυβερνήσεις). Σε αυτήν την περίπτωση, κατά τη γνώμη μας, οι ταξικές επαναστατικές αντικαπιταλιστικές δυνάμεις πρέπει να κρατήσουν την ανεξαρτησία τους και να μην συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Μπορεί όμως, με βασικό κριτήριο την προώθηση της πάλης για την επανάσταση, να κρατήσουν στάση «ανοχής» ή και «κριτικής στήριξης», κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις (τις οποίες δεν μπορούμε να τις γνωρίζουμε από σήμερα), και για ορισμένο χρονικό διάστημα. Αυτή η θέση μας δεν σημαίνει, ότι απορρίπτουμε τη συμμαχία με δυνάμεις που ακολουθούν ιστορικές προσεγγίσεις της Γ Διεθνούς, οι οποίες βλέπουν την προσέγγιση της επανάστασης και μέσα από τη συμμετοχή (παρά τη διαφωνία μας σε αυτό) σε μια «εργατική», «ανατρεπτική» ή «αντικαπιταλιστική», «αριστερή» κυβέρνηση. Το αποφασιστικό και καθοριστικό όμως είναι η ταξική αναγέννηση και οργάνωση του εργατικού-λαϊκού κινήματος, η συγκρότηση του αντικαπιταλιστικού μετώπου -πόλου για την ανατροπή της επίθεσης κεφαλαίου -κυβερνήσεων -ΕΕ-ΔΝΤ με επιδίωξη την επανάσταση. Προφανώς, τα παραπάνω δεν έχουν καμιά σχέση με την “αριστερή” ή -πολύ περισσότερο -με την κυβέρνηση “εθνικής” σωτηρίας του ΣΥΡΙΖΑ. Οι θέσεις σωστά εκτιμούν ότι: «η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει μια ανοιχτά δεξιόστροφη διαχειριστική πολιτική.» Και πως «με βάση όλα αυτά δεν πρέπει πλέον να υπάρχουν αυταπάτες ότι μια ενδεχόμενη «κυβέρνηση σωτηρίας με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ» μπορεί να ακολουθήσει μια ποιοτικά διαφορετική αντιμνημονιακή φιλολαϊκή πολιτική ρήξεων και ανατροπής.......Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ οδηγεί στην ενσωμάτωση και την ήττα.»
4. ΧΑΛΑΡΗ «ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ» Ή ΜΑΧΙΜΗ «ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΜΕΤΩΠΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ»;
Το «σοκ και δέος» που εξαπολύει το κεφάλαιο μπορεί να αντιμετωπιστεί με ένα ανάλογο «σοκ και δέος» από την πλευρά ενός μαχόμενου, ενωτικού μαζικού κινήματος των εργαζόμενων και των μικρομεσαίων στρωμάτων, ενός ενιαίου κοινωνικοπολιτικού μετώπου, το οποίο σήμερα ονομάζουμε Αγωνιστικό Μέτωπο Ρήξης και Ανατροπής (ΑΜΡΑ). Εκτιμούμε αυτοκριτικά ότι υποτιμήσαμε την πολιτική πλευρά της μετωπικής τακτικής μας. Και αυτή πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να είναι η πρόταση για ένα πολιτικό μέτωπο-πόλο της αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής Αριστεράς με ηγεμονία της επαναστατικής κομμουνιστικής προοπτικής. Στην 1η Συνδιάσκεψη, αυτή η υποτίμηση εκφράστηκε με τη γενικόλογη πρόταση για μια «μετωπική αντικαπιταλιστική Αριστερά», η οποία δεν είχε κανέναν αποδέκτη. Η βασικά σωστή πρόταση του ΑΜΡΑ με την κοινή δράση όλης της Αριστεράς στο μαζικό κίνημα, παρότι σωστή και προωθητική, περιόρισε τη μετωπική τακτική μας μόνο στο μαζικό κίνημα. Έτσι, στο πολιτικό πεδίο, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εμφανίστηκε σαν μια δύναμη «πολιτικού συνεχούς» μεταξύ ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς διακριτή μετωπική πρόταση για τις πολιτικές συμμαχίες των ανατρεπτικών δυνάμεων, ρευμάτων και αγωνιστών. Και, τελικά, δεν μπόρεσε να απαντήσει και να οριοθετηθεί με πειστικό πολιτικά τρόπο απέναντι στην ρεφορμιστική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για μια «αριστερή κυβέρνηση». Αυτή η υποτίμηση ευθύνεται και για τις αντιφάσεις και παλινδρομήσεις στην πολιτική συμμαχιών, ειδικά στις εκλογές (πάμε – δεν πάμε με το ΜΑΑ, άρνηση με βάση τα πρόσωπα, πρόταση στο ΜΑΑ στο «δεύτερο γύρο»). Όλα αυτά τα πληρώσαμε και στο εκλογικό αποτέλεσμα. Εκτιμούμε ότι με βάση τους υπάρχοντες συσχετισμούς στο κίνημα και στην αριστερά, το μέτωπο – πόλος της αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής αριστεράς δεν μπορεί να συγκροτηθεί σήμερα, όπως βιαστικά, κατά τη γνώμη μας, βλέπουν άλλες απόψεις στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πρέπει να προετοιμαστεί. Μπροστά μας ανοίγονται, λοιπόν, δυο δρόμοι. Ο ένας, είναι ο δρόμος του «όσοι πιστοί προσέλθετε», είτε από τη σκοπιά του «κομματικού» - «ανταρσύτικου» σεχταρισμού, είτε από τη σκοπιά του αντιπολιτικού «κινηματισμού» (που γενικά τείνουν να είναι συγκοινωνούντα δοχεία). Ο δρόμος που βλέπει μόνιμα «ανταγωνιστικά σχέδια» και όχι ταλαντευόμενους δυνητικούς συμμάχους. Ο άλλος δρόμος, είναι ο δρόμος της δημιουργίας ενός προπλάσματος του μαζικού μετώπου-πόλου της αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής αριστεράς. Και αυτό το πρόπλασμα μπορεί και πρέπει να είναι μια μάχιμη, «αριστερή μετωπική συμμαχία για την ανατροπή», όλων των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, αντί-ΕΕ και ανατρεπτικής αριστεράς. Πρόκειται για μια πολιτική συμμαχία στη βάση ενός πολιτικού προγράμματος σαν αυτού που προτείνουν και με τις δυνάμεις που αναφέρουν οι Θέσεις (ΜΑΑ, επαναστατική, αντιιμπεριαλιστική Αριστερά κ.α.) «Αριστερή μετωπική συμμαχία για την ανατροπή», διότι πρόκειται για πολιτική συμμαχία εκείνων των δυνάμεων της αριστεράς που μπορούν να συμφωνήσουν στον κεντρικό πολιτικό στόχο για την ανατροπή της επίθεσης του κεφαλαίου, του ΔΝΤ, της ΕΕ, των κυβερνήσεών τους. Επομένως, η συμμαχία δεν μπορεί να συγκροτηθεί βάζοντας σαν προϋπόθεση από τη μεριά μας, στις άλλες δυνάμεις, την πλήρη συμφωνία με το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα επαναστατικού προσανατολισμού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν μπορεί να συγκροτηθεί, επίσης, ούτε με τη λογική του μέγιστου “κομματικού” κοινού διαιρέτη, αλλά ούτε και του ελάχιστου “δεξιού” παρανομαστή της οπορτουνιστικής λογικής. Κατά τη γνώμη μας το κύριο, το ουσιαστικό κριτήριο, για τη συγκρότηση της συμμαχίας πρέπει να 'ναι η συνολική πολιτική κατεύθυνση του προγράμματός της. Και αυτή η κατεύθυνση, αναμφισβήτητα, πρέπει να είναι κατεύθυνση ρήξης και ανατροπής με τα μνημόνια, τις δανειακές συμβάσεις ,το ΔΝΤ, τις χρεοκοπημένες τράπεζες, το χρέος, το ευρώ, την ΕΕ, τις κυβερνήσεις. Θα ανοίγει και δεν θα κλείνει το δρόμο για επαναστατικές αλλαγές. Το κυριότερο όλων, είναι οι συνολικοί στόχοι του προγράμματος να επικοινωνούν με τις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων που θα αντιστέκονται και θα διεκδικούν κατακτήσεις απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου, χωρίς ακόμη να θέλουν ή να μπορούν να βγουν έξω από τα πλαίσια του συστήματος. Η κοινή πάλη των επαναστατικών αντικαπιταλιστικών δυνάμεων μαζί με τις μισοσυνειδητές, μισοεπαναστατικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις στα πλαίσια της πολιτικής συμμαχίας, και με την προϋπόθεση της ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής αυτοτέλειας της κάθε πολιτικής δύναμης, θα είναι το πεδίο που φιλοδοξούμε, ότι κάτω από την ηγεμονία των επαναστατικών μας ιδεών θα μετασχηματίζονται οι συνειδήσεις των αγωνιζόμενων ανθρώπων. Με κύριο στόχο: Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι μέσα από νίκες, μέσα από τη συνολική πολιτική πείρα τους, να συνειδητοποιούν την αναγκαιότητα, αλλά κυρίως την πολιτική δυνατότητα για την αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης, την επιβολή και τη νίκη της επανάστασης. Πρόκειται για πολιτική συμμαχία που θα γίνει ανοιχτά και δημόσια με σαφείς στόχους, πολιτικές δεσμεύσεις και με ορατή την δυναμική που περικλείει. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν πρέπει να φοβηθεί. Πρέπει να αποδείξει με την πολιτική της γραμμή και τη μετωπική τακτική, ότι μπορεί και θέλει να γίνει, όχι στα λόγια, μα και στην πράξη επαναστατική. Μιλάμε για πολιτική «συμμαχία»» γιατί πιστεύουμε ότι: α) θα έχει προγραμματικές, αλλά και πρακτικές δεσμεύσεις(πχ. συλλογική εκπροσώπηση στα ΜΜΕ), β) θα δρα συμμαχικά διατηρώντας η κάθε πολιτική δύναμη την οργανωτική της αυτοτέλεια και τη δυνατότητα να παλεύει και να προβάλλει αυτοτελώς το δικό της συνολικό πολιτικό πρόγραμμα. γ) θα δρα μετωπικά χωρίς ακόμη να είναι μέτωπο. Το μέτωπο απαιτεί πολύ πιο αναβαθμισμένη προγραμματική συμφωνία και κοινά όργανα από πάνω μέχρι κάτω. Κάτι τέτοιο, τώρα, δεν είναι εφικτό και θα υπονόμευε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με αυτό το σκεπτικό πρέπει άμεσα να απευθυνθούμε σε όλους τους αγωνιστές που απομακρύνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, απογοητευμένοι από την απροκάλυπτη δεξιά μετατόπισή του. Στις δυνάμεις που συνειδητοποιούν την αδιέξοδη πολιτική του ΚΚΕ. Σε κάθε οργανωμένη δύναμη της αριστεράς που, από διαφορετική αφετηρία, προσεγγίζει τη λογική αυτή. Οι Θέσεις της ΚΣΕ, κατά τη γνώμη μας, κάνουν ένα θετικό, αλλά μισό βήμα στο θέμα της μετωπικής τακτικής. Κατά τη γνώμη μας, η “θολή” διατύπωση της «μετωπικής πολιτικής συμπόρευσης» δείχνει, στην καλύτερη περίπτωση, ατολμία και έλλειψη αυτοπεποίθησης. Δεν συμφωνούμε με τον όρο των Θέσεων για «μετωπική πολιτική συμπόρευση», διότι: α) έρχεται σε αντίθεση με το γενικά σωστό περιεχόμενο που θέτουν, το οποίο απαιτεί μεγαλύτερες δεσμεύσεις από μια «συμπόρευση» και έτσι, δεν θέτει τις άλλες δυνάμεις, αλλά και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προ των ευθυνών τους, β) είναι πίσω από αυτό που συμβαίνει στην πράξη, διότι η συμπόρευση υπάρχει ήδη στην πράξη σε επιμέρους θέματα με κάποιες δυνάμεις, άρα αυτός ο στόχος δεν μπορεί να εμπνεύσει, ούτε να δώσει ουσιαστικά συνολική πολιτική ώθηση, και γ) είναι μια «θολή» διατύπωση που δείχνει, στην καλύτερη περίπτωση, ατολμία και έλλειψη αυτοπεποίθησης, δ) αποτελεί διατύπωση, όπου κάθε δύναμη δίνει διαφορετική ερμηνεία και περιεχόμενο. Άλλες θέλουν ένα απλό «φόρουμ διαλόγου και κοινής δράσης», άλλες πιστεύουν ότι τώρα μπορεί να γίνει ένα «μέτωπο» και άλλες που ταλαντεύονται. Έτσι, πιστεύουμε ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν θα προωθήσει μαχητικά και ενιαία αυτή τη γραμμή. Σε αυτό αρνητικά δρουν, επιπρόσθετα, και ξεχωριστές συνεννοήσεις και κείμενα με δυνάμεις εκτός ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που όσο και να επικαλούνται σωστές προθέσεις, στην πράξη υπονομεύουν την ενιαία πολιτική δράση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και δυσκολεύουν την ηγεμονία της επαναστατικής προοπτικής στη μετωπική τακτική. Οι μάχες που έχουμε μπροστά μας θα ναι ακόμα πιο δύσκολες. Για την ηγεμονία της επαναστατικής και σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής προοπτικής απαιτείται ο ποιοτικός μετασχηματισμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε αντικαπιταλιστικό επαναστατικό πολιτικό μέτωπο μελών και αγωνιστών. Γιατί, όπως αναφέρει ο Χάουαρντ Ζιντ -που νομίζουμε ότι ταιριάζει στην τωρινή, άλλα και στην αμέσως επόμενη φάση της ταξικής πάλης που θα ζήσουμε: «Υπάρχει μια τάση να θεωρούμε πως αυτό που βλέπουμε στην παρούσα στιγμή είναι κι αυτό που θα συνεχίσουμε να βλέπουμε. Ξεχνάμε όμως πόσο συχνά αιφνιδιαστήκαμε από τις αναπάντεχες καταρρεύσεις θεσμών, από εκπληκτικές αλλαγές στη σκέψη των ανθρώπων, από απρόσμενες εξεγέρσεις ενάντια σε τυραννίες, από την ταχεία καθίζηση συστημάτων εξουσίας που έμοιαζαν ανίκητα». Ας προετοιμαστούμε λοιπόν. Σπυρος Αλεξιου
|