• Παρ, 04/03/2016 - 08:43
Μετωπικά λάβαρα στην έρημο της συμπόρευσης. Μια οφειλόμενη απάντηση σε ένα κείμενο συμβολής

Μετωπικά λάβαρα στην έρημο της συμπόρευσης

Μια οφειλόμενη απάντηση σε ένα κείμενο συμβολής

 

Διαβάσαμε πρόσφατα το συλλογικό κείμενο με τίτλο: “Να πάμε μπροστά για τις νικηφόρες ανταρσίες του μέλλοντός μας. ΑΝΤΑΡΣΥΑ μαχόμενη, ενιαία, δημοκρατική”, το οποίο μεταξύ άλλων κάνει και (σχεδόν) ευθεία κριτική στην Πρωτοβουλία για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική. Χρειάζεται μια απάντηση τόσο στο ίδιο το κείμενο, όσο και στα πολιτικά θέματα που εγείρει.

Κατ' αρχάς είναι αρκετά απογοητευτικό το γεγονός ότι υπογράφοντες και υπογράφουσες, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν επιμείνει στο παρελθόν στην ανάγκη ο διάλογος να γίνεται συντροφικά και πολιτισμένα, καταφεύγουν τώρα σε μια χονδροειδή και υβριστική πολεμική εναντίον όσων δεν συμφωνούν με την μετωπική πολιτική της “συμπόρευσης”. Η αναφορά σε αυτούς που είναι ή θέλουν να κάνουν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ μια “αντικαπιταλιστική επαναστατική σέχτα που θα αυτοαναγορεύεται σε επαναστατική δύναμη” αφορά προφανώς την Πρωτοβουλία. Οι υπογράφοντες και υπογράφουσες μας πληροφορούν ότι το “ανέμισμα λαβάρων στην έρημο” είναι εύκολη και μπανάλ πρακτική. Ας θυμίσουμε ότι εξίσου εύκολη και μπανάλ πρακτική είναι ο στιγματισμός κάθε κριτικής από τα αριστερά ως περιθωριακής, απομονωτικής, σεχταριστικής.

Μάλλον οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες δεν μας ξέρουν καλά. Αν μας ήξεραν, θα ήξεραν και ότι τα μέλη της Πρωτοβουλίας για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική κάθε άλλο παρά “σέχτα” και απομονωμένοι είναι. Συμμετέχουν και συχνά πρωταγωνιστούν στα σωματεία τους και στους πιο πλατιούς αγώνες στους χώρους δουλειάς, στις σχολές, στις γειτονιές τους, χωρίς να τηρούν υγειονομικές ζώνες απέναντι στους αγωνιζόμενους που δεν είναι αντικαπιταλιστές. Στηρίζουν έναν προσανατολισμό προς τα κινήματα πιο τολμηρό, λιγότερο φοβικό. Συμμετέχουν σε κάθε κίνημα, ακόμα και όταν οι συσχετισμοί είναι συντριπτικά εις βάρος μας. Προκρίνουν ως προσανατολισμό την αυτοοργάνωση σε συνελεύσεις και επιτροπές, όπου όλα τα αγωνιζόμενα ρεύματα θα συνυπάρχουν. Αλλά και σε πολιτικό επίπεδο, υπήρξαν ένθερμοι υποστηρικτές της συνεργασίας με το ΕΕΚ στις εκλογές, την οποία πολλοί από τους υπογράφοντες έβλεπαν με μεγάλη καχυποψία.

Δεν είναι δύσκολο να ανταποδώσουμε με βαθιά υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς, αλλά δεν θα το κάνουμε. Ας μιλήσουμε λίγο για την ουσία της διαφωνίας.

Δεν είπαμε ποτέ ούτε ότι εμείς είμαστε επαναστάτες, ούτε ότι οι άλλοι δεν είναι. Είπαμε και λέμε ότι χρειάζεται μετωπική συσπείρωση αντικαπιταλιστική και επαναστατική, και ότι αυτός πρέπει να είναι ο ρόλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Μας κατηγορούν για φετιχιστική κατάχρηση της λέξης “αντικαπιταλισμός”. Αυτό μας το έλεγαν εδώ και χρόνια όχι μόνο οι ίδιοι, αλλά και οι ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ. Με κοινή επιχειρηματολογία, επέμεναν ότι το να αφαιρέσεις τη λέξη “αντικαπιταλιστικός” από μια διατύπωση δεν σημαίνει ότι αλλάζεις και στρατηγικό σχέδιο. Ρωτάμε σήμερα: άλλαξαν ή δεν άλλαξαν στρατηγικό σχέδιο οι ΑΡΑΝ και ΑΡΑΣ; Ήταν τερατολογία η προειδοποίησή μας ότι η εγκατάλειψη των στρατηγικών μας προσδιορισμών είναι κάτι παραπάνω από παράλειψη μιας λέξης;

Διαφωνούμε ακριβώς στο σημείο Γ του κειμένου για “συμμαχίες με ριζοσπαστικές, ρεφορμιστικές δυνάμεις”. Οι συντάκτες του κειμένου τις χαρακτηρίζουν τακτικές, αλλά τι εννοούν με αυτό; Είναι τακτική ή όχι, πχ, μια εκλογική συμμαχία;

Είναι βέβαιο πάντως πως δεν εννοούν τις συμφωνίες για κοινή δράση στις απεργίες και τις διαδηλώσεις, γιατί αυτό καλύπτεται από το σημείο Β στο κείμενό τους. Εννοούν μια πολιτική συνεργασία με το ρεφορμισμό, με μόνιμα χαρακτηριστικά. Αυτό, άλλωστε, πρότειναν μερικοί από τους υπογράφοντες και υπογράφουσες στην ΚΣΕ: μια “πρόταση πολιτικής συνεργασίας [που] απευθύνεται σε όλες τις δυνάμεις της μαχόμενης αριστεράς και του κινήματος, τις οργανωμένες (ΚΚΕ, ΛΑΕ), τους αγωνιστές της αριστεράς και του κινήματος, όλες τις συλλογικότητες και τις ομαδοποιήσεις που έχουν δημιουργηθεί ή δημιουργούνται μετά τη χρεοκοπία του σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ”. Μια πρόταση παναριστερής συμπόρευσης πάνω σε 7 σημεία.

Είτε την αποκαλέσει κανείς “τακτική” είτε “στρατηγική”, η πρόταση αυτή για παναριστερή συμπόρευση εκπροσωπεί μια συγκεκριμένη στρατηγική, τη στρατηγική της πολιτικής ενότητας όλης της αριστεράς, ρεφορμιστικής και επαναστατικής, απέναντι στην καπιταλιστική επίθεση. Οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες προτείνουν, όπως άλλωστε και το κείμενο των θέσεων, τρία μέτωπα: ένα “πολιτικό” (το αντικαπιταλιστικό), ένα “κοινωνικό” (το Μέτωπο Ρήξης και Ανατροπής) και ένα “κοινωνικοπολιτικό”, που συνενώνει σε προγραμματική βάση αντικαπιταλιστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις. Ακριβώς στο τρίτο είναι που δημιουργείται η στρατηγική σύγχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Εμείς είμαστε υπέρ του αντικαπιταλιστικού-επαναστατικού πόλου και της ενίσχυσής του με νέες δυνάμεις. Είμαστε εξίσου υπέρ μιας πλατιάς ενότητας στη δράση. Είμαστε εντελώς κατά του να μπλέκουμε τα δύο, κάνοντας προγραμματικές συμφωνίες με το ρεφορμισμό. Στρατηγική μας είναι η ενίσχυση ενός διακριτού αντικαπιταλιστικού πόλου, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσα σε ένα ενιαίο εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα. Όχι μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ υποσύνολο ενός παναριστερού ή σχεδόν παναριστερού πολιτικού μετώπου, που με τη σειρά του θα είναι υποσύνολο του Μετώπου Ρήξης και Ανατροπής. Για τον απλό λόγο ότι οι δεσμεύσεις που θα έπαιρνε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε μια προγραμματική πολιτική ή εκλογική συνεργασία με ρεφορμιστικές δυνάμεις θα εξουδετέρωναν την αντισυστημική της διακριτότητα και τη δυνατότητά της να επιδράσει με τις δικές της ιδέες στη μάζα του κινήματος.

Οι σύντροφοι και συντρόφισσες που υπογράφουν το κείμενο θεωρούν ότι οι επικλήσεις στο κίνημα, την επανάσταση, την εργατική εξουσία και την ενότητα είναι αόριστες και δεν πείθουν κανέναν. Αντιπροτείνουν ως πειστική πρόταση της συγκρότηση ενός πολιτικοκοινωνικού μετώπου που στο τέλος θα πάρει την κυβέρνηση και την εξουσία, χωρίς καν να είναι σε θέση να κατονομάσουν τις δυνάμεις που θα έπαιρναν μέρος σε ένα τέτοιο μέτωπο. Αδυνατούμε να δούμε γιατί αυτό είναι πειστικό. Έχουμε, όμως, και στρατηγικές αντιρρήσεις. Την εξουσία θέλουμε να τη διεκδικήσει ο εργαζόμενος λαός, με τις δομές της αυτοοργάνωσης και αυτοδιεύθυνσής του, πρόπλασμα των οποίων υπήρξαν οι λαϊκές συνελεύσεις. Χρειαζόμαστε ένα αντικαπιταλιστικό και επαναστατικό μέτωπο που θα ήταν καταλύτης σε μια τέτοια διαδικασία, όχι ένα πολιτικό μέτωπο ή κόμμα που θα διεκδικήσει την κυβέρνηση και την εξουσία για τον εαυτό του, για να σώσει το λαό. Η λύση στα σημερινά πολιτικά μας προβλήματα δεν είναι μια μαγική μετωπική γραμμή. Χρειάζεται να αναπροσανατολιστούμε στην αυτοοργάνωση, και αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε κουβαλώντας τα πολιτικά βάρη των γραφειοκρατιών του ρεφορμισμού.

Ένα τελευταίο σχόλιο: οι συντάκτες του κειμένου, τόσο στο ίδιο το κείμενο, όσο και στις συνελεύσεις των τοπικών, υπογραμμίζουν την ανάγκη για “ειλικρινή αυτοκριτική”. Ποια είναι όμως η αυτοκριτική τους για τη “μετωπική συμπόρευση”; Ότι δεν υπηρετήθηκε από τις μειοψηφίες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, γι' αυτό και απέτυχε! Ως μέρος του μπλοκ της φιλο-συμπορευτικής πλειοψηφίας, η αυτοκριτική τους είναι ότι φταίνε οι άλλοι.

Οι υπογράφοντες και υπογράφουσες το κείμενο είναι γνωστό ότι στηρίζουν τις θέσεις της πλειοψηφίας του απερχόμενου ΠΣΟ προς τη Συνδιάσκεψη. Θεωρούν ότι οι απόψεις τους αντανακλώνται στις Θέσεις, και συγκεκριμένα στο σημείο Γ4 που καθορίζει τη μετωπική πολιτική. Το ίδιο κάνουν και άλλα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που έχουν τοποθετηθεί ανοιχτά προτείνοντας πολιτική ενότητα με τη ΛαΕ ή ένα σημαντικό τμήμα της. Αυτό το γεγονός και μόνο δείχνει ότι η κριτική της Πρωτοβουλίας για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική στις Θέσεις δεν είναι καθόλου αβάσιμη. Οι τεράστιες αντιφάσεις του κειμένου επιτρέπουν κάλλιστα την επίκλησή του για μια πρόταση παναριστερής πολιτικής συνεργασίας. Ας το σκεφτούν όσοι σύντροφοι και συντρόφισσες θεωρούν την ανησυχία μας υπερβολική.

 

Πρωτοβουλία για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική