• Τρί, 07/05/2019 - 21:25
ΕΕ και «κρατικές ενισχύσεις» ή όταν τα πάντα γίνονται αγορά… [του Αντώνη Δραγανίγου]

Πώς γίνεται τα κονδύλια του ΕΣΠΑ που είναι προορισμένα για «κρατικές ενισχύσεις», δηλαδή για έργα δημοσίου συμφέροντος, να δίνονται πιο εύκολα σε μια ιδιωτική εταιρεία από ότι σε ένα Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο; Στον μαγικό κόσμο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, των Συνθηκών και των Δικαστηρίων τους όλα γίνονται! Αρκεί να εξυπηρετούνται συγκεκριμένα συμφέροντα.

του Αντώνη Δραγανίγου
μηχανικού, εργαζόμενου στη ΜΟΔ, υποψήφιου ευρωβουλευτή με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Η είδηση ότι το ΠΕΠ Αττικής χρηματοδοτεί με 113.900.000 ευρώ (δημόσιο χρήμα) την ιδιωτική επένδυση της COSCO ως «έργο κοινής ωφέλειας», όπως αποκάλυψε χτες η Αντικαπιταλιστική Ανατροπή στην Αττική, είναι σοκαριστική -όχι όμως τόσο σοκαριστική για όποιον γνωρίζει σε βάθος πώς λειτουργούν οι χρηματοδοτήσεις της ΕΕ...

Πράγματι, στις 31/12/2018 η Ρένα Δούρου υπέγραψε πράξη ένταξης με την οποία 113.900.000 ευρώ από τα χρήματα του ΕΣΠΑ στην Αττική δίνονται στην COSCO ως «κρατική ενίσχυση» για να φτιάξει τις δύο τεράστιες προβλήτες κρουαζιερόπλοιων που θα καταστρέψουν τον Πειραιά. Ο «λογαριασμός» είναι μεγαλύτερος, καθώς από κάπου θα πρέπει να πληρωθεί ο ΦΠΑ (28.800.000) κι αυτό «κάπου» θα είναι τα κρατικά ταμεία. Κοντολογίς, από τα 300 εκ. που διαφήμισε η κυβέρνηση και η COSCO ως «ιδιωτική επένδυση», τα 150 εκ. θα δοθούν από δημόσιο χρήμα, δηλαδή από όλους εμάς!

Για να μπορέσει να τσεπώσει ζεστό χρήμα ως «κρατική ενίσχυση», η COSCO υποστηρίζει ότι εκτελεί ένα έργο (την κατασκευή θέσεων ελλιμενισμού για τα νέας γενιάς κρουαζερόπλοια) που αναπτύσσει την «οικονομική δραστηριότητα» της κρουαζιέρας και δεν αντίκειται προς το «κοινό συμφέρον» της ανάπτυξης του  κλάδου της κρουαζιέρας σε όλη την Μεσόγειο. Έτσι μια πολυεθνική διεκδικεί δεκάδες εκατομμύρια από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ!

Βέβαια, η COSCO δεν είναι μόνη της: έχει στο πλάι της την ελληνική κυβέρνηση, που επίσης διαστρέβλωσε τα πράγματα με τρόπο ώστε να παρουσιάσει το έργο ως «δημόσιας ωφέλειας» και «κοινής χρήσης» (η ιδιωτική προβλήτα της COSCO!) έργο απαραίτητο για όλη την Αττική. Έχει στο πλάι της και την Περιφέρεια Αττικής, που έσπευσε στις 31/12/2018 (!) να υπογράψει πράξη ένταξης για ένα έργο που δεν έχει καν εγκεκριμένη περιβαλλοντική μελέτη! Επιπλέον, για να δικαιολογήσουν την «δημόσια ωφέλεια» γράφουν: «τονίζεται ότι οι τελικοί χρήστες της νέας υποδομής, θα απολαμβάνουν ισότιμης και αμερόληπτης πρόσβασης σε αυτή». Μα τελικός χρήστης θα είναι μόνο η COSCO! Ποιος κοροϊδεύει ποιον, και πάλι;

Και το κερασάκι στην τούρτα: η χρηματοδότηση δίνεται –υποτίθεται- στον ΟΛΠ, με μια «έγκριση» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκδόθηκε το 2013 και αφορά στον ΟΛΠ ως «δημόσιο φορέα διαχείρισης του λιμανιού». Μόνο που από το 2013 ως τώρα κάτι έχει αλλάξει: το 51% των μετοχών του ΟΛΠ αγοράστηκαν το 2016 από την COSCO, αυτό όμως φαίνεται ότι για τους κυβερνώντες και την Περιφέρεια Αττικής, είναι προφανώς, μια μικρή… λεπτομέρεια. Ή για να πούμε την αλήθεια: μια πολιτική απόφαση.
 

Τα δημόσια αγαθά στην ΕΕ του νεοφιλελευθερισμού

Το θέμα είναι όμως πιο βαθύ, και σχετίζεται με τις οδηγίες της ίδιας της ΕΕ. Τα τελευταία χρόνια μια αθόρυβη αλλά θεμελιακή αλλαγή συντελείται στο χώρο των δημόσιων επενδύσεων και συνολικά του τι ορίζεται ως «δημόσιο αγαθό». Κύριο όχημά της είναι οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί και το ΕΣΠΑ. Στη στριφνή γλώσσα των ευρωπαϊκών θεσμών η αλλαγή αυτή ονομάζεται «κρατική ενίσχυση».

Η νομοθεσία περί «κρατικής ενίσχυσης» είναι ο τρόπος που έχει βρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να επιδοτεί με κοινοτικό (δηλαδή δημόσιο) χρήμα ιδιωτικές επενδύσεις και εταιρείες –παρουσιάζοντάς τις ως «δημόσιας ωφέλειας»- και ταυτόχρονα να απορρίπτει ή να περικόπτει κονδύλια για έργα που είναι απαραίτητα αλλά έχουν την… ατυχία να είναι δημόσια –παρουσιάζοντάς τα ως βλαπτικά για τον… οικονομικό ανταγωνισμό!

Στο άρθρο 107, παράγραφος 1 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής  Ένωσης (ΣΛΕΕ) περιέχεται η εξής διατύπωση: «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν οι Συνθήκες ορίζουν άλλως.»

Θα πει κανείς: Ε και τι μας νοιάζει; Για ανταγωνισμό ανάμεσα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις μιλάει, υλοποίηση της φιλελεύθερης οικονομίας είναι η ΕΕ, τον «υγιή ανταγωνισμό» θέλει να διαφυλάξει από τις κρατικές παρεμβάσεις. Κι όμως, όχι! Με σειρά αποφάσεων καταρχάς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τα τελευταία χρόνια όλο και πιο συστηματικά και τα «θεσμικά όργανα» της ΕΕ -ιδίως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή- ορίζουν με τέτοιο τρόπο την έννοια της «επιχείρησης» ώστε σε αυτή να συμπεριλαμβάνονται τα πάντα: δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες, κρατικοί φορείς και συνεταιρισμοί.

«Επιχειρήσεις» κατά τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι όλοι όσοι «ασκούν μια οικονομική δραστηριότητα». Το Δικαστήριο έχει επανειλημμένα ορίσει «τις επιχειρήσεις ως οντότητες που ασκούν οικονομική δραστηριότητα ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς που τις διέπει και τον τρόπο χρηματοδότησής τους» τονίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωσή της το 2016 «σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 107 παρ 1 της ΣΛΕΕ». Όπως μας διευκρινίζει η πάνσοφη Επιτροπή στη συνέχεια, συνεπεία του παραπάνω ορισμού, δεν έχει καθοριστική σημασία ούτε ο τρόπος που το εθνικό νομικό καθεστώς της κάθε χώρας ορίζει τον χαρακτήρα μιας οντότητας (πχ μια δημόσια εταιρεία, ένας συνεταιρισμός, ακόμα και  ένας αθλητικός όμιλος μπορεί για την ΕΕ να είναι «επιχείρηση»), ούτε ο κερδοσκοπικός ή μη σκοπός της επιχείρησης, ούτε η συγκεκριμένη δραστηριότητα που αυτή ασκεί.

Για το χαρακτηρισμό μιας «οντότητας» ως «επιχείρησης» αρκεί να ασκεί «οικονομική δραστηριότητα». Και τι σημαίνει «οικονομική δραστηριότητα»; «Κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή αγαθών και υπηρεσιών στην αγορά» (άρθρο 2.1.12). Με βάση τον παραπάνω τρομερό ορισμό, ένα δημόσιο νοσοκομείο κάλλιστα μπορεί να είναι μια «επιχείρηση» διότι αυτό παρέχει «υπηρεσίες υγείας» σε μια  «αγορά υγείας» και επομένως η δυνατότητα δημόσιας χρηματοδότησής του πρέπει να ελέγχεται για «στρέβλωση του ανταγωνισμού»! Αλλά και αντίστροφα, μια παρασιτική εταιρεία που εισπράττει μερίσματα χωρίς να κάνει τίποτα, άρα δεν παρέχει «η ίδια αγαθά και υπηρεσίες σε μια αγορά» όπως μας «εξειδικεύει» περαιτέρω το άρθρο 2.1.16 του κειμένου, μπορεί να υπαχθεί σε «καθεστώς κρατικής ενίσχυσης» διεκδικώντας κρατικό χρήμα, αφού κάνοντας το τίποτα… δεν νοθεύει τον ανταγωνισμό.

Το τι σημαίνουν όλα αυτά το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι χρειάζεται να συμπληρώσουν το ειδικό έντυπο που θα εξηγεί ότι μια προβλήτα σε ένα νησί, ένα έργο πολιτισμού, ένα εργαστήριο σε ένα νοσοκομείο «δεν νοθεύει τον ανταγωνισμό» -προκειμένου να καταφέρουν να πάρουν κοινοτική χρηματοδότηση για κάποιο αναγκαίο έργο.

Όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά... Για παράδειγμα, σε εκείνα τα κράτη μέλη στα οποία «τα νοσοκομεία και άλλοι πάροχοι ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης παρέχουν τις υπηρεσίες τους έναντι αμοιβής είτε άμεσα από τους ασθενείς είτε από τα ασφαλιστικά τους ταμεία» (όπως πχ στην Ελλάδα), κατά τη γνώμη της Επιτροπής «υπάρχει κάποιος βαθμός ανταγωνισμού μεταξύ των νοσοκομείων όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης» (παρ. 2.4.26). Δεν θα αργήσει λοιπόν η ώρα που για να πάρει έναν τομογράφο το Αττικό Νοσοκομείο θα πρέπει να ελέγχεται αν επηρεάζονται οι όροι του ανταγωνισμού με το Ιατρικό Κέντρο –παρότι το δημόσιο νοσοκομείο είναι μέρος της κοινωνικής πρόνοιας που παρέχει το κράτος στους ασφαλισμένους, ενώ το Ιατρικό Κέντρο είναι μια ιδιωτική επιχείρηση!

Ακόμα και για τον πολιτισμό και το περιβάλλον, που ρητά εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της διάταξης, τα ζητήματα τίθενται αμφίσημα. Διότι ναι μεν «ορισμένες δραστηριότητες που σχετίζονται με τον πολιτισμό, τη διατήρηση της κληρονομιάς και της φύσης, δύναται να οργανωθούν με μη εμπορικό τρόπο», αλλά «δραστηριότητες πολιτισμού ή διαφύλαξης κληρονομιάς  που χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από εισφορές των επισκεπτών (…) θα πρέπει να θεωρείται ότι έχουν οικονομικό χαρακτήρα». Τουτέστιν, για μια υποδομή στο (δημόσιο) Μουσείο Ακρόπολης, όπου οι επισκέπτες πληρώνουν εισιτήριο για να μπουν, είναι πιθανό να μην χρηματοδοτηθεί γιατί θα… νοθεύει τον ανταγωνισμό με το παρακείμενο (ιδιωτικό) Μουσείο Λαλαούνη!
 

Υπάρχουν όμως και οι «εξαιρέσεις»…

Μέχρι στιγμής είδαμε τους τρόπους με τους οποίους η ευρωπαϊκή νομοθεσία περί «κρατικής ενίσχυσης» δυσκολεύει δημόσια έργα. Έλα σου όμως που ισχύει και ανάποδα! Οι επόμενες παράγραφοι της ΣΛΕΕ (107.2 και 107.3) είναι έτσι διατυπωμένες, ώστε περίπου κάθε ιδιωτική επένδυση να μπορεί να χρηματοδοτηθεί με τσάμπα δημόσιο κοινοτικό χρήμα, δηλαδή να πάρει «κρατική ενίσχυση» σαν να είναι έργο κοινής ωφέλειας, ενώ στην πραγματικότητα είναι έργο που θα αποφέρει κερδοφορία σε έναν ιδιώτη.

Στην παράγραφο 107.3.γ η ΣΛΕΕ μάς εξηγεί ότι «Δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά (…) ενισχύσεις για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον»· και λίγο παρακάτω: «άλλες κατηγορίες ενισχύσεων που καθορίζονται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με πρόταση της Επιτροπής». Τουτέστιν, είναι στην κρίση της Επιτροπής να ερμηνεύει κατά το δοκούν. Να το πούμε απλά: παρότι κρύβεται πίσω από πολλές τεχνοκρατικές φανφάρες, είναι απλά και καθαρά ζήτημα πολιτικής απόφασης!

Το παράδειγμα της COSCO είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα: όταν όλα γίνονται «επιχείρηση» και υπάγονται στους νόμους  της «αγοράς», τότε οι μεν  δημόσιες επενδύσεις καταργούνται ή περιορίζονται αποφασιστικά, ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις βαφτίζονται «κοινωφελείς» και χρηματοδοτούνται με εκατομμύρια ευρώ. Αυτή είναι η ουσία των εξελίξεων στον σχιζοφρενικό, υλοποιημένο νεοφιλελευθερισμό της ΕΕ.
 

Τα «ευρωπαϊκά κονδύλια» δεν είναι λεφτά «άλλων»

Αποτελούν ένα μικρό κομμάτι της κλεμμένης υπεραξίας του ελληνικού και των άλλων λαών της Ευρώπης που κατευθύνονται στην τερατώδη γραφειοκρατία των Βρυξελλών μέσα από τις «εθνικές συνεισφορές» των κρατών, μέσα από τον μηχανισμό του χρέους, μέσα από την ένταση των ανισότιμων συναλλαγών. Όμως αυτά τα «δικά μας λεφτά» κατευθύνονται σε τομείς και με τρόπο που συμφέρει τον σχεδιασμό μιας χούφτας πολυεθνικών και καπιταλιστών, ντόπιων και ξένων –όσο κι αν αυτό κρύβεται πίσω από πολυδαίδαλες οδηγίες, αποφάσεις και κατευθύνσεις, που για τους μεν εργαζόμενους στα συγχρηματοδοτούμενα έχουν καταντήσει εφιάλτης, για την εργαζόμενη πλειοψηφία όμως (κι αυτό είναι το πιο σημαντικό) είναι ένα κρυπτικό εργαλείο αφαίρεσης δικαιωμάτων και δυνατοτήτων.

Γι’ αυτό αποτελεί γελοία αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι θα κάνει «φιλολαϊκή ανάπτυξη» με τα «λεφτά του ΕΣΠΑ». Ίσα ίσα, που η χρηματοδότηση των ΕΣΠΑ αποτελεί βασικό μοχλό στην αντιδραστικοποίηση της ΕΕ –και στην υποχρεωτική εξαγωγή αυτής της αντιδραστικοποίησης στα επιμέρους κράτη. Από την άλλη, είναι εντελώς λάθος να αφήνουμε έξω από την οπτική μας αυτό το πεδίο: δεν είναι γενικά και αόριστα «λεφτά της ΕΕ», είναι λεφτά όλων μας. Το τι, πόσα και πώς δίνονται ή δεν δίνονται και σε ποιον, αποτελεί πεδίο διεκδίκησης που δεν θα το χαρίσουμε σε κανέναν.

Πηγή: ThePressProject