• Δευ, 15/07/2019 - 10:14
Όταν αυτό που σε τρομάζει είναι ο εαυτός σου στον καθρέφτη: ένα σχόλιο για τις βουλευτικές εκλογές [του Μάνου Κτιστάκη]

 

Η προεκλογική περίοδος κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα πολιτικοποίησης. Οι δύο κύριοι μονομάχοι απέφυγαν να μπουν στην ουσία των προβλημάτων αφού ήξεραν ότι το βασικό πολιτικό πλαίσιο θα ήταν κοινό για τις δύο ενδεχόμενες κυβερνήσεις. Ο προεκλογικός αγώνας της Νέας Δημοκρατίας στηρίχτηκε στην αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να ικανοποιήσει τις αντιμνημονιακές υποσχέσεις του και απευθύνθηκε κυρίως στο παραδοσιακό κοινό της: το μεγάλο αλλά και το μικρομεσαίο κεφάλαιο, το οποίο ήθελε να πάρει πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να επενδύσει στη συμπαθητική φυσιογνωμία του Τσίπρα συγκριτικά με αυτή του Μητσοτάκη (εξού και η επιμονή του για διεξαγωγή debate των πολιτικών αρχηγών) και στην τρομοκράτηση του εργατόκοσμου για τον ερχομό της δεξιάς.

Αυτή η τρομοκράτηση μπορεί να μην έφτανε για να γυρίσει το αποτέλεσμα προς το συμφέρον του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σίγουρα έπαιξε ρόλο στο να συγκρατηθούν τα ποσοστά του σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Ήταν τόσο αποτελεσματική αυτή η τακτική που όχι μόνο συγκράτησε πολλούς ψηφοφόρους του, αλλά κατάφερε να πείσει και καινούριους, κυρίως από το χώρο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, της αναρχίας και του ΚΚΕ. Το ενδεχόμενο της επιστροφής του Μητσοτάκη και της ακροδεξιάς και νεοφιλελεύθερης παρέας του παρουσιάστηκε ως ένας επαρκής λόγος για να ψηφίσεις ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από την τελευταία διακυβέρνηση της ΝΔ, βασικά στελέχη της οποίας παραμένουν στη θέση τους και τώρα. Στους παλιότερους ξυπνάνε και μνήμες από την περίοδο 1990-1993 όπου η κυβέρνηση Μητσοτάκη του πρεσβύτερου, επιχείρησε να περάσει μεταρρυθμίσεις που θα θαύμαζε και η Θάτσερ. Η θητεία του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη ως Υπουργού υπεύθυνου για απολύσεις 15.000 δημοσίων υπαλλήλων, του Άδωνι Γεωργιάδη ως Υπουργού διάλυσης του συστήματος υγείας, του Χατζηδάκη ως Υπουργού ξεπουλήματος της Ολυμπιακής, η εικόνα του Βορίδη με το τσεκούρι και τόσες άλλες πρόσφατες εμπειρίες μας, αποτελούν τη στέρεη (και πολύ ρεαλιστική) βάση πάνω στην οποία στηρίχτηκε η προεκλογική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ.

Μπορεί να είναι αλήθεια όλα αυτά, αλλά είναι η κυβέρνηση Μητσοτάκη ο Αρμαγεδώνας ο οποίος θα μας αναγκάσει να μεταναστεύσουμε για να σωθούμε; Παρ' όλο που ο Μητσοτάκης έρχεται για να ισοπεδώσει ό,τι έχει απομείνει όρθιο, δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο στην πρόσφατη ελληνική ιστορία. Επιζήσαμε από τις κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά οι οποίες, όχι μόνο δεν ήταν λιγότερο νεοφιλελεύθερες (ή και ακροδεξιές) από τη νέα κυβέρνηση ΝΔ, αλλά είχαν έρθει και σε μια πολύ χειρότερη συγκυρία: στην αρχή της μνημονιακής εποχής στην οποία επιχειρήθηκαν ριζικές μεταρρυθμίσεις και προκλήθηκε απότομη επιδείνωση του βιωτικού επιπέδου. Αν συνυπολογίσουμε αυτή την πρότερη εμπειρία μας και το γεγονός ότι η κατάσταση επί ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν και παραδεισένια αφού και αυτός έφερε μνημόνιο, είναι να απορείς γιατί η επιχείρηση παρουσίασης της νέας κυβέρνησης ΝΔ ως του τέλους του κόσμου, έπιασε τόσο τόπο.

Υπάρχει όμως μια βασική διαφορά της νέας κυβέρνησης ΝΔ με τις πρώτες μνημονιακές κυβερνήσεις πριν τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν έχει σχέση με τις ίδιες τις κυβερνήσεις αλλά με το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένα κίνημα να της αντισταθεί, όπως έκανε τα πρώτα μνημονιακά χρόνια. Τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, κυρίως από το 2010 ως το 2012, υπήρχε ένα πολύμορφο και μαζικό κίνημα που αντιστάθηκε με κάθε δυνατό τρόπο στα μνημόνια. Μαζί με το κίνημα αναπτύχθηκαν και οι οργανώσεις του (κόμματα, μέτωπα, συλλογικότητες, συνελεύσεις γειτoνιάς κλπ) που κατάφεραν σε πολλές περιπτώσεις να δώσουν πολιτικές διεξόδους. Από το 2012 και μετά, η πολιτική διέξοδος που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ, η τοποθέτηση στην κυβέρνηση ενός αντιμνημονιακού κόμματος  για να «σκίσει τα μνημόνια», αφόπλισε το κίνημα και σιγά σιγά φτάσαμε στην τωρινή κατάσταση. Η καθίζηση του κινήματος συμπαρέσυρε τις οργανώσεις μας και εμάς ως άτομα και τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε μια συντονισμένη επίθεση στα δικαιώματά μας χωρίς να έχουμε οργανώσεις και κίνημα ικανά να αποκρούσουν την επίθεση. Η απογοήτευση μάλιστα, που έχει επικρατήσει ακόμα και σε μέλη πολιτικών οργανώσεων, αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για τη δημιουργία ενός τέτοιου κινήματος. Τελικά, δε φοβόμαστε τόσο το Μητσοτάκη, όσο τους ίδιους μας τους εαυτούς.

Οι αγώνες μας και η συμμετοχή μας σ' αυτούς είναι αυτό που καθορίζει το πρίσμα μέσα από το οποίο βλέπουμε τον Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του. Ανεξάρτητα από τις όντως επιθετικά αντεργατικές προθέσεις του, το πρίσμα θα τον δείχνει είτε ως βαμπίρ που θα μας πιει το αίμα είτε ως μικρό Κούλη που θα ταπεινωθεί μπροστά μας, και αυτό θα εξαρτηθεί από εμάς τους ίδιους, τις οργανώσεις μας, το πολιτικό μας πρόταγμα. Γι' αυτό είναι σημαντικό να μην γίνουν τα ίδια λάθη. Ο κυβερνητισμός του ΣΥΡΙΖΑ (και άλλων οργανώσεων) πρέπει να πεταχτεί από το κίνημα στα σκουπίδια ως ένα άχρηστο εργαλείο. Από την άλλη, η αντικαπιταλιστική και επαναστατική αριστερά θα κληθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα να κάνει αυτοκριτική για τις ανεπάρκειες και τα λάθη της, να ανασυνταχθεί και να βρει τρόπους να παρέμβει σε όλα τα κινήματα και να πυροδοτήσει καινούρια, με τρόπο τέτοιο που θα τους επιτρέπει να αναπνέουν και θα τα ενοποιεί σε ένα μεγάλο αντικαπιταλιστικό ρεύμα. Θα πρέπει να βρεθεί και πάλι η αισιοδοξία μέσα από την οργάνωση, τη συμμετοχή στα κινήματα και την πίστη στην επαναστατική θεωρία.     

Μάνος Κτιστάκης, μέλος της ΤΕ Ηρακλείου Κρήτης και της ΟΚΔΕ Σπάρτακος