• Παρ, 21/02/2014 - 18:56
Κάλεσμα ΤΕ ΑΝΤΑΡΣΥΑ Χαλανδρίου-Βριλησσίων-Ψυχικού σε αντιφασιστική συγκέντρωση, Σάββατο 22/2

Όταν οι Χρυσαυγίτες βγαίνουν στους δρόμους του Χαλανδρίου, οι Χαλανδραίοι πρέπει να τους κάνουν να παίρνουν δρόμο

 

Η εμφάνιση των Χρυσαυγιτών το περασμένο Σάββατο στο Κέντρο του Χαλανδρίου ανέδειξε ότι η γειτονιά μας βρίσκεται και αυτή πλέον στο στόχαστρο του φασιστικού δηλητηρίου.

Αν μέχρι τώρα μπορούσαμε να «κοιμόμαστε ήσυχοι» ότι οι φασίστες δεν έχουν κανένα έρεισμα στη γειτονιά μας και ότι δεν τολμούν να κάνουν δημόσια εμφάνιση, σίγουρα πλέον πρέπει να μπούμε σε κατάσταση εγρήγορσης.

4 μήνες πριν τις εκλογές οι Χρυσαυγίτες επέλεξαν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους στο πιο πολυσύχναστο μέρος του δήμου μας: στο εμπορικό κέντρο. Η κίνηση τους αυτή σίγουρα δεν είναι τυχαία. Ενάμιση χρόνο μετά την είσοδο τους στη Βουλή και ενώ διαρκώς προσπαθούν να προβάλουν την εικόνα του «παντοδύναμου εθνικιστή», υπάρχουν ακόμα γειτονιές, που όχι μόνο δεν έχουν πραγματική σχέση με τον κόσμο των περιοχών (όπως θέλουν ψευδώς προβάλουν οι ίδιοι για τις περισσότερες περιοχές που «παρεμβαίνουν»), αλλά δεν μπορούν και με κανένα τρόπο να εμφανιστούν δημόσια. Η επιλογή τους να το κάνουν αυτό ένα Σάββατο πρωί, προσπαθεί να ανατρέψει αυτήν την πραγματικότητα, μέσω μιας πλαστής εικόνας.

 

Όπως και οι ίδιοι ομολόγησαν σε ανακοίνωση τους, η εμφάνιση τους στο Χαλάνδρι έγινε με την συνοδεία άλλων φασιστών από Λιόσια, Καματερό και την Ανατολική Αττική (βέβαια δεν ομολόγησαν ότι η αστυνομία τους συνόδευε «διακριτικά»). Ακόμα κι έτσι δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν  το «εκπληκτικό» νούμερο των περίπου 30 ανθρώπων. Αυτό αναδεικνύει ξεκάθαρα ότι στο Χαλάνδρι το «αυγό του φιδιού» δεν έχει επωαστεί. Δεν πιστεύουμε προφανώς ότι οι φασίστες στην περιοχή μας είναι τόσο λίγοι. Παρ’ όλα αυτά η ντροπή για αυτό που είναι, τους εμποδίζει να το εκφράσουν δημόσια. Κι έτσι πρέπει να μείνει.

Χαρακτηριστικά, μετά την εμφάνιση των φασιστών, έγινε αυθόρμητη πορεία από αντιφασίστες συμπολίτες μας, η οποία είχε το ίδιο μέγεθος με την «καλά οργανωμένη δράση» των Χρυσαυγιτών και οι συμμετέχοντες μάζεψαν όλο το υλικό μίσους (φυλλάδια, εφημερίδες κλπ.), με το οποίο οι φασίστες προσπάθησαν να δηλητηριάσουν τη γειτονιά μας. Και σίγουρα οι αντιδράσεις σε αυτήν την αυθόρμητη κίνηση, διέφεραν πολύ από την παγωμάρα που επικρατούσε, όταν στον ίδιο χώρο παρήλαυναν τα «τάγματα εφόδου» των νεοναζί Χρυσαυγιτών.  

Η προσπάθεια να κάνουν αισθητή την παρουσία τους προεκλογικά, πιθανόν να ενταθεί. Ο στραγγαλισμός της δράσης τους, από το δημοκρατικό λαό, μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τους έχει στερήσει τη δυνατότητα να προβάλουν το μόνο πράγμα που ξέρουν: τις τραμπούκικες υπάρξεις τους, να περιφέρονται σε γειτονιές και να πουλάνε νταηλίκι σε νεολαίους που διεκδικούν τους ελεύθερους χώρους των γειτονιών για κοινωνικοποίηση και διασκέδαση, εργαζόμενους που διεκδικούν τα δικαιώματα τους, μετανάστες που προσπαθούν να χτίσουν μια ζωή μακριά από τις πολύπαθες πατρίδες τους.  Η αδυναμία να προβάλλονται ως «Superman», που θα «λύσουν» τα προβλήματα της γειτονιάς, τους έχει στερήσει τη δυνατότητα να προσεγγίζουν, ανθρώπους που τρομοκρατούνται από την πραγματικότητα της μνημονιακής φτώχειας και εξαθλίωσης και στρέφονται εναντίον του διπλανού τους, που υφίσταται τα ίδια.

Η προσπάθεια της μνημονιακής συμμορίας να περιοριστούν οι Χρυσαυγίτες και η δράσης τους, φάνηκε ότι ήταν τελείως υποκριτική. Έπρεπε να ξεχειλίσει το ποτήρι με τη δολοφονία του Φύσσα στο Κερατσίνι για να αντιληφθεί η κυβέρνηση του «νόμου και της τάξης», ότι οι Χρυσαυγίτες είναι όχι απλά νεοναζί και φασίστες, αλλά (ως αποτέλεσμα της «ιδεολογίας του μίσους» που ασπάζονται) και εγκληματίες:  είναι αυτοί  που επιτίθενται σε μετανάστες και συμμετέχουν σε πογκρόμ (με τις πλάτες της αστυνομίας βεβαίως βεβαίως…), αυτοί που «επιθεωρούν» λαϊκές και επιβάλουν «ποινές» (ξύλο, καταστροφές κλπ) απέναντι σε όσους θεωρούν ότι παρανομούν (με τη συνοδεία «αντιφασιστικών» ΜΜΕ), αυτοί που χτυπάνε εργάτες και νεολαίους με φανερά τα χαρακτηριστικά τους, και με τα ονόματά τους στα χέρια της αστυνομίας (όπως στην περίπτωση της επίθεσης στο Πέραμα, απέναντι σε μέλη του ΚΚΕ), αυτοί που έχουν στενή σχέση με τα κυκλώματα της «νύχτας» και των «συνεργαζόμενων» αστυνομικών (όπως στην περίπτωση του Άγιου Παντελεήμονα).

Ο τρόμος που έπιασε την κυβέρνηση, όταν είδε ότι θα βρισκόταν ανάμεσα στο αντιφασιστικό κίνημα του δημοκράτη λαού και στους μαχαιροβγάλτες νεοναζί, την οδήγησε να μετατραπεί σε όψιμο «υπερασπιστή της δημοκρατίας» και «πολέμιο των νεοναζί». Από κοντά ακολούθησαν τα ΜΜΕ (της διαπλοκής και των στενών σχέσεων με τον «επιχειρηματικό κόσμο»), που από την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, ως «το κόμμα που πρέπει να σοβαρευτεί για να βοηθήσει», μετατοπίστηκαν («πέφτοντας από τα σύννεφα» με τις εικόνες που λίγο καιρό πριν έδειχναν στα δελτία τους, είτε με αδιαφορία- στην καλύτερη περίπτωση, είτε με συμπάθεια) στην αναγκαιότητα υπεράσπισης της δημοκρατίας εναντίον των εχθρών της (βρίσκοντας την ευκαιρία να συμπεριλάβουν στους «εχθρούς» τους αγώνες του λαού, καθώς πλέον η δημοκρατία ταυτίζεται για αυτούς με την πειθαρχία στα Μνημόνια, το Δ.Ν.Τ. και την Ε.Ε.)

Ακόμα όμως και αυτός ο όψιμος «κρατικός αντιφασισμός» (και η συμπαράταξη μαζί του, του «συνταγματικού τόξου», που ταυτίζεται με τους μνημονιακούς μεταρρυθμιστές) φαίνεται ότι δεν συμβάλει στην αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής. Αντίθετα, με τον τρόπο που τους διώκει, τους δίνει τη δυνατότητα να προβάλλονται ως «αντισυστημικοί, διωκόμενοι για τις ιδέες τους», ενώ πολύ εύκολα θα μπορούσε να τους διώκει για τις εγκλήματα που κατά καιρούς έχουν διαπράξει, και είτε αποσιωπούνται, είτε υπάρχει αδυναμία «να δεθούν οι υποθέσεις» (καθώς μας έμαθαν οι δικαστικοί ρεπόρτερ τον τελευταίο καιρό). Επιπλέον η χρήση νόμων και διατάξεων (αντιγραμμένων από τις αυταρχικές πρακτικές και εμπνεύσεις της Αμερικής του Μπους και της Ευρώπης της τρομοϋστερίας των αρχών του 2000), όπου η έννοια του εγκλήματος είναι τελείως αφηρημένη (ο λεγόμενος «τρομονόμος»), διαμορφώνει προηγούμενο και συμβάλει στην προσπάθεια νομιμοποίησης της αξιοποίησης αυτών των αυταρχικών νομοθετικών εργαλείων, εναντίον των αγώνων των εργαζομένων και της νεολαίας, με στόχο την ποινικοποίηση της αντίστασης.

Μόνο η στάση κάθε εργαζόμενου και νέου, κάθε δημοκρατικού πολίτη, μπορεί να σταθεί εμπόδιο στη δράση των φασιστών. Η γειτονιά μας πρέπει να συνεχίσει να μπορεί να υπερηφανεύεται ότι δεν έχει δηλητηριαστεί από το φασιστικό μίσος, και σε κάθε ευκαιρία να διατρανώνει την απέχθεια της για τους εγκληματίες νεοναζί. Πρέπει να είμαστε όλοι σε εγρήγορση, καθώς οι φασίστες μπορεί να επιχειρήσουν ξανά να εμφανιστούν στη γειτονιά μας. Και τότε δεν θα αρκεί η σιωπηλή αποδοκιμασία, όπως το περασμένο Σάββατο. Πρέπει, να τους γίνει ξεκάθαρο ότι δεν έχουν καμία θέση στο Χαλάνδρι. Δεν έχει κανένας να φοβηθεί τίποτα, απέναντι στους ψευτοτραμπούκους, πόσο μάλλον όταν τολμούν να εμφανίζονται στη γειτονιά μας, στο χώρο που μεγαλώσαμε, ζούμε, εργαζόμαστε, διασκεδάζουμε.  Η προσπάθεια τους να επιβάλουν την παρουσία τους, δια της σιωπής, πρέπει να πέσει στο κενό.

Όλοι οι κοινωνικοί φορείς της πόλης, οι πολιτικές συλλογικότητες και τα κόμματα, αλλά και όλοι οι δημοκράτες Χαλανδραίοι, πρέπει ενωμένοι να μην τους αφήσουμε να βρουν δίοδο στη γειτονιά μας. Είτε προσπαθούν να μοιράσουν το υλικό τους, είτε προσπαθούν να εκμεταλλευτούν ζητήματα της περιοχής μας (όπως προσπάθησαν να κάνουν με την περίπτωση των Ρομά στο Κ. Χαλάνδρι, συντασσόμενοι επί της ουσίας, με την τσιμεντοποίηση του Νομισματοκοπείου  και τη διάλυση ενός ακόμα ελεύθερου χώρου), είτε τολμήσουν να εμφανίσουν δημοτικό συνδυασμό στις εκλογές.

 

ΤΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙ ΘΑ ΜΕΙΝΕΙ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟΥ

ΟΛΟΙ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ, ΣΑΒΒΑΤΟ 22/2, 12μ.μ., ΠΛΑΤΕΙΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΦΑΣΙΣΤΩΝ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ