• Παρ, 26/05/2017 - 13:27
Βενεζουέλα: H απάντηση στην κρίση είναι η ρήξη με τον καπιταλισμό, όχι μεγαλύτερη προσαρμογή [του Λέανδρου Μπόλαρη]
Βενεζουέλα: H απάντηση στην κρίση είναι η ρήξη με τον καπιταλισμό, όχι μεγαλύτερη προσαρμογή
του Λέανδρου Μπόλαρη, μέλος του ΠΣΟ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ
 
«Η Ελλάδα δεν θα γίνει η Βενεζουελα του Μαδούρο. Όσο κι αν αρνείται να καταδικάσει ο κ.Τσίπρας ένα καθεστώς που σκοτώνει τους πολίτες του» έγραψε πριν μερικές μέρες ο Κούλης Μητσοτάκης σε συνέχεια ανάλογων αναφορών στις εξελίξεις στη λατινοαμερικάνικη χώρα. Από κοντά όλος ο θίασος των μνημονιακών «μενουμευρώπηδων» σε εφημερίδες, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις και ιντερνετ. Ουρλιάζουν για την «αριστερή δικτατορία του Μαδούρο» που χρησιμοποιεί βία ενάντια στις διαδηλώσεις με αποτέλεσμα από τις αρχές Απρίλη να έχουν σκοτωθεί 45 άνθρωποι. 
 
Σε αυτή την σταυροφορία έχουν οδηγό ένα "μεγάλο εκφραστή των δημοκρατικών αξιών και υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων", τον Τραμπ: Την περασμένη βδομάδα οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν νέες κυρώσεις ενάντια σε στελέχη της κυβέρνησης της Βενεζουέλας και προειδοποίησαν για κλιμάκωσή τους στο άμεσο μέλλον. 
 
Η πιο «σοβαρή» -τα εισαγωγικά είναι απαραίτητα- Καθημερινή της Κυριακής ξεσπαθώνει επειδή η Τζένεραλ Μότορς, η αμερικάνικη πολυεθνική της αυτοκινοτοβιομηχανίας, ανακοίνωσε ότι παύει τη λειτουργία της στη χώρα γιατί ένα από τα εργοστάσιά της «κατασχέθηκε παράνομα από τις τοπικές αρχές». Με άλλα λόγια η Βενεζουέλα κατρακυλάει στο χάος επειδή η κυβέρνησή της, πρώτα με τον πρόεδρο Τσάβες και τώρα με τον Μαδούρο, πήγε να κάνει τη χώρα «σοβιετία». 
 
Αυτό που δεν λένε, καταρχήν, όλοι αυτοί είναι ποια είναι η λεγόμενη «δημοκρατική αντιπολίτευση» που οργανώνει τις κινητοποιήσεις ενάντια στη κυβέρνηση Μαδούρο. Είναι εκείνοι που είχαν οργανώσει στρατιωτικό πραξικόπημα τον Απρίλη του 2002, είχαν απαγάγει τον εκλεγμένο πρόεδρο, τον Ούγκο Τσάβες, με την προοπτική να βάλουν τη χώρα «στο γύψο» και να δώσουν ένα αιματηρό μάθημα στους «ξυπόλητους» των μπάριος (των παραγκουπόλεων) που είχαν αρχίσει να ελπίζουν ότι η ζωή τους θα αλλάξει. Το πραξικόπημα απέτυχε όταν τα μπάριος ξεχύθηκαν στο κέντρο της πόλης και το Προεδρικό Μέγαρο. 
 
Οχτώ μήνες μετά, η άρχουσα τάξη χρησιμοποίησε την οικονομική της ισχύ για να ανατρέψει τον Τσάβες. Με κέντρο τους διευθυντές της κρατικής εταιρείας πετρελαίου ξεκίνησε ένα τεράστιο λοκ-αουτ για να γονατίσει την κυβέρνηση. Τότε οι οπαδοί της «ελεύθερης αγοράς» διεθνώς και εδώ δεν έβγαζαν πύρινους λόγους για το οικονομικό χάος, αφού είχε «ιερό σκοπό»: να διατηρήσουν οι πλούσιοι τα προνόμιά τους, ανάμεσα σε αυτά και το δικαίωμα να αρμέγουν τη δημόσια εταιρεία πετρελαίου. Το λοκ-αουτ, κράτησε μέχρι το Φλεβάρη του 2003, κατέρρευσε κι αυτό όταν η εργατική τάξη κι οι φτωχοί απάντησαν οργανωμένα βάζοντας τα εργοστάσια και τις υπηρεσίες σε κίνηση. 
 
Όμως, το κύριο ψέμα της δεξιάς προπαγάνδας είναι άλλο. Το οικονομικό χάος, η φτώχεια, οι ελλείψεις σε βασικά αγαθά, είναι πραγματικότητα. Αλλά δεν οφείλονται στον «πολύ» σοσιαλισμό αλλά στον πολύ λίγο. Δεκαπέντε χρόνια μετά τα πραξικοπήματα και τα λοκ αουτ της άρχουσας τάξης, η Βενεζουέλα δεν υποφέρει από τις συνέπειες της ρήξης με τον καπιταλισμό, αλλά από τα αποτελέσματα της προσαρμογής του καθεστώτος στις προτεραιότητές του. 
 
Οι κυβερνήσεις επί προεδρίας Τσάβες προχώρησαν πράγματι σε αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των φτωχών, μέσα από μια σειρά κοινωνικά προγράμματα (τα «μισιόνες»). Ένα μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης προήλθε από τα έσοδα του πετρελαίου. Η Βενεζουέλα είναι σημαντική πετρελαιοπαραγωγός χώρα και οι τιμές του πετρελαίου είχαν εκτοξευτεί στα ύψη για πολλά χρόνια. Η άρχουσα τάξη και οι πιο ευκατάστατοι μεσοαστοί ποτέ δεν συγχώρησαν τον Τσάβες γιατί έδωσε ένα κομμάτι αυτού του πλούτου στους φτωχούς. 
 
Η πτώση της τιμής του πετρελαίου μετά το 2013 έφερε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες. Όμως, δεν είναι η πραγματική αιτία. Ο έλεγχος της οικονομίας ποτέ δεν έφυγε από τα χέρια του κεφαλαίου παρά τις κρατικοποιήσεις που έκανε η κυβέρνηση κάτω από την πίεση εργατικών αγώνων, ή απλά επειδή οι καπιταλιστές παρατούσαν τις επιχειρήσεις τους (τους αποζημίωνε μάλιστα γενναιόδωρα). 
 
Οι καπιταλιστές, οι «παραδοσιακοί» και αυτοί που αναδείχτηκαν μέσα από τις σχέσεις τους με το καθεστώς- έχουν στα χέρια τα δολάρια για να κερδοσκοπούν στην αγορά συναλλάγματος, τον έλεγχο του εμπορίου που τον χρησιμοποιούν για να κάνουν λαθρεμπόριο και «μαύρη αγορά». 
 
Ούτε το κράτος μετασχηματίστηκε στα ριζοσπαστικά πρότυπα που υποσχόταν ο Τσάβες για τον «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα». Αντίθετα, το ανώτερο στρώμα των στελεχών του «τσαβισμού» χρησιμοποίησε τον έλεγχο σε αυτό για να σφιχταγκαλιαστεί με νέα και παλιά «τζάκια» της άρχουσας τάξης και να κάνει μεγάλες περιουσίες. 
 
Τον Δεκέμβρη του 2015 η δεξιά αντιπολίτευση κέρδισε τις εκλογές για την Εθνοσυνέλευση. Η αιτία δεν ήταν ότι ο «απλός λαός» έχαψε τα ψέματα της «προπαγάνδας του ιμπεριαλισμού» όπως έλεγε ο Μαδούρο. Ήταν η κατάρρευση της επιρροής του PSUV, του κόμματος που είχε ιδρύσει ο Τσάβες, ύστερα από τις σπασμένες υποσχέσεις του. 
 
Η απάντηση του Μαδούρο και του στενού του κύκλου όλα αυτά τα χρόνια ήταν διπλή. Όξυνση της αντιμπεριαλιστικής ρητορείας, και προσπάθειες να εφαρμοστούν κάποια «αντίμετρα» για να ανακουφιστούν οι φτωχοί από τις συνέπειες της κρίσης ήταν η μια απάντηση. Όμως, ήταν ασπιρίνες για τον καρκίνο. Η αύξηση του βασικού μισθού δεν σημαίνει τίποτα όταν ο πληθωρισμός τρέχει με 700%. Η ανακοίνωση χαμηλών τιμών για βασικά αγαθά δεν αντιμετωπίζει το σαμποτάζ των καπιταλιστών που τα κρύβουν για να τα πουλήσουν στη «μαύρη αγορά». 
 
Η άλλη απάντηση ήταν η προσαρμογή στην αγορά. Για παράδειγμα η κυβέρνηση ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας «Ειδικής Οικονομικής και Στρατιωτικής Ζώνης» σε μια περιοχή στην Αμαζόνιο, πλούσια σε πολύτιμα μέταλλα και ορυκτό πλούτο. Τη διαχειρισή της θα την έχει ο στρατός σε συνεργασία με ιδιωτικές επιχειρήσεις. Μια από αυτές είναι η Gold Reserve International. Το 1999 είχε μηνύσει την κυβέρνηση Τσάβες γιατί είχε σπάσει μια καταστροφική συμφωνία. Η κυβέρνηση Μαδούρο συμφώνησε να πληρώσει το πρόστιμο (περίπου 750 εκ. δολάρια) και να εξαιρέσει την εταιρεία από τη φορολογία. Μια άλλη είναι η Bracko, ίσως η μεγαλύτερη εταιρεία εξόρυξης χρυσού στον κόσμο. Στο ΔΣ της συμμετέχει ο Σισνέρος, ο μεγαλύτερος καπιταλιστής της Βενεζουέλας (έχει και την αντιπροσωπεία της Κοκα-Κόλα). 
 
Η επιρροή του «κινέζικου πρότυπου» είναι εμφανής: στρατηγοί και γραφειοκράτες αγκαλιά με πολυεθνικές σε μια σχέση επικερδή για όλους. Αυτό δεν μπορεί να είναι το πρότυπο για την Αριστερά ούτε απάντηση στην προπαγάνδα και την εκδικητικότητα του ιμπεριαλισμού και της άρχουσας τάξης. 
 
Το 2006 όταν το «πείραμα» του Τσάβες βρισκόταν στη πιο ριζοσπαστική φάση του, το περιοδικό Σοσιαλισμός Από τα Κάτω (τεύχος 58) δημοσίευσε μια συνέντευξη με τον Σ. Π. Μπόρχες, επαναστάτη συνδικαλιστή από τη Βενεζουέλα που προειδοποιούσε:
 
«Ο πρόεδρος Τσάβες μιλάει για το σοσιαλισμό, αλλά σε μεγάλο βαθμό αυτές είναι αφηρημένες αναφορές. Τι σημαίνει να βαθύνει η επαναστατική διαδικασία, να προχωρήσει προς το σοσιαλισμό;
 
Σημαίνει να προχωρήσει η αναδιανομή της γης. Η κυβέρνηση είχε ξεκινήσει αλλά τώρα προσπαθεί να πείσει τους αγρότες να δεχθούν συμβιβασμούς με τους γαιοκτήμονες. Σημαίνει να πάρουν οι κοινότητες τον έλεγχο των προϋπολογισμών στους δήμους. Υπάρχουν πεντέμισι εκατομμύρια εργαζόμενοι στον «ανεπίσημο» τομέα, σε δουλειές του ποδαριού. Ένα μέτρο για να βρει σταθερή δουλειά αυτός ο κόσμος είναι να ανοίξουν ξανά από το κράτος τα εργοστάσια που έχουν κλείσει λόγω της κρίσης του καπιταλισμού. Όμως, η κυβέρνηση προτιμά να ενισχύει τους μικρούς και μεσαίους καπιταλιστές για να βάλουν μπροστά επιχειρήσεις.
 
Σημαίνει να μειωθεί ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Ένα άλλο μέτρο προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν να αρνηθεί η κυβέρνηση να πληρώνει το εξωτερικό χρέος. Τα λεφτά μπορούν να πάνε στην Υγεία και την Παιδεία. Έχουν γίνει πολλά, οι προηγούμενες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις έδιναν περίπου 2% για Παιδεία και Υγεία, η σημερινή 9%. Αλλά δεν είναι αρκετό. Δεν υπάρχει ακόμα Εθνικό Σύστημα Υγείας, οι «μισιόνες» με τους Κουβανούς γιατρούς βοηθάνε αλλά δεν αρκούν».
 
Στη Βενεζουέλα και στην Ελλάδα η πραγματική εναλλακτική στα αδιέξοδα της αγοράς είναι η αντικαπιταλιστική ρήξη, όχι οι συμβιβασμοί με το σύστημα. Την απάντηση στους Μητσατάκηδες και τους Τραμπ δεν θα τη δώσει ο Τσίπρας και ο Μαδούρο αλλά το εργατικό κίνημα.
 
 
Δημοσιεύτηκε στην Εργατική Αλληλεγγύη, No 1275, στις 24/05/2017.