• Τετ, 27/09/2017 - 21:49
Η μάχη του δημοψηφίσματος: Στην Καταλωνία ζει η ανταρσία. [του Νίκου Λούντου]
Η μάχη του δημοψηφίσματος: Στην Καταλωνία ζει η ανταρσία.
του Νίκου Λούντου
 
Ολόκληρη η Καταλωνία βρίσκεται στο πόδι μετά την επίθεση της Μαδρίτης. Ο κόσμος γράφει ιστορία στους δρόμους, απλώνοντας την αντίσταση γειτονιά την γειτονιά, πλατεία την πλατεία, στέλνοντας το μήνυμα ότι η διέξοδος προς τα εμπρός ανοίγει με ανυπακοή. Από τη μια μεριά ένα κράτος που χρησιμοποιεί όλους τους δυνατούς μηχανισμούς για να εμποδίσει τον κόσμο να ψηφίσει, και από την άλλη ο κόσμος που οργανώνεται και λέει ότι η μαζικότητα και το δίκιο θα αποδειχθούν δυνατότερα από τους μπάτσους και τους εισαγγελείς.
 
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, φαίνεται πως πηγαίνουμε προς μια 1η του Οκτώβρη όπου το δικαίωμα της ψήφου θα κριθεί σε μάχες για να ανοίξουν οι πόρτες των εκλογικών κέντρων, να μην τολμήσουν οι δυνάμεις καταστολής να αρπάξουν τις κάλπες και να συλλάβουν τους οργανωτές.
 
Το πώς κινήθηκαν τα πράγματα τις τελευταίες μέρες δεν ήταν προδιαγεγραμμένο, καθορίστηκε από την παρέμβαση των απλών ανθρώπων και την ταχύτητα με την οποία αντέδρασαν στις αντιδημοκρατικές προκλήσεις. Η κίνηση που πυροκρότησε τη μεγάλη αλλαγή ήταν την περασμένη Τετάρτη 20 Σεπτέμβρη, όταν η ισπανική αστυνομία συνέλαβε ολόκληρη την ομάδα των πολιτικών προϊστάμενων της οργάνωσης του δημοψηφίσματος, ανάμεσά τους και τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών της Καταλωνίας, Ζοζέπ Μαρία Ζοβέ. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η πίεση της Μαδρίτης ήταν πρωτίστως πολιτική, ενώ απειλούσε να γίνει τεχνική και οικονομική. Η Γκουάρδια Θιβίλ (Χωροφυλακή) είχε ήδη εισβάλει στα τυπογραφεία για να κατασχέσει όχι μόνο εκατομμύρια αφίσες και ενημερωτικά φυλλάδια αλλά και τα ίδια τα ψηφοδέλτια του δημοψηφίσματος. Η κεντρική κυβέρνηση είχε μπλοκάρει τους τραπεζικούς λογαριασμούς της καταλανικής κυβέρνησης για να μην μπορούν να γίνουν καινούργια έξοδα, όπως πχ ανατύπωση ψηφοδελτίων, ενώ είχε ρίξει και την επίσημη ενημερωτική ιστοσελίδα. Όλα αυτά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μπορούσαν να παρακαμφθούν. Η σύλληψη όλης της ηγετικής ομάδας σήμανε την απειλή ότι ακόμη κι αν υπάρχει πολιτική βούληση, δεν θα υπήρχε τεχνική δυνατότητα να εξελιχθεί η διαδικασία της ψηφοφορίας.
 
Οι εξελίξεις έφυγαν όμως από τα χέρια των δύο κυβερνήσεων. Στο άκουσμα των συλλήψεων και των εισβολών στα δημόσια κτίρια, ο κόσμος βγήκε στο δρόμο με την αίσθηση ότι αντιστέκεται σε ένα πραξικόπημα. Τα κτίρια όπου βρίσκονταν οι κρατούμενοι και αυτά που βρίσκονταν υπό κατάληψη και πολιορκία της Χωροφυλακής και της αστυνομίας, άρχισαν να περικυκλώνονται από δεκάδες χιλιάδες κόσμο. Οι πολιορκητές βρέθηκαν πολιορκημένοι. Τα αυτοκίνητα της Χωροφυλακής ντύθηκαν με την Εστελάδα, τη σημαία της καταλανικής ανεξαρτησίας και σιγά σιγά δεν ξεχώριζαν από τα πανό και τις σημαίες της διαδήλωσης. Οι εργαζόμενοι μέσα στα Υπουργεία έστελναν το μήνυμα της αντίστασης από τα μέσα, βγαίνοντας στα μπαλκόνια και τα προαύλια.
 
Παράλληλα, κι ενώ ένα ελικόπτερο πετούσε διαρκώς από πάνω, καμιά δωδεκαριά οχήματα των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας είχαν περικυκλώσει τα γραφεία του CUP, της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας του κινήματος για την καταλανική ανεξαρτησία. Η αντίσταση που συνάντησαν δεν τους επέτρεψε να κάνουν το βήμα και να μπουν στο κτίριο. Χιλιάδες νεολαίοι, αγόρια και κορίτσια, έκαναν σειρές από αλυσίδες στο εξωτερικό και το κτίριο γέμισε ασφυκτικά με κόσμο. Όταν τα ξημερώματα οι μπάτσοι άρχισαν να αποχωρούν από τα κτίρια όπου είτε είχαν εισβάλει, είτε είχαν περικυκλώσει, τα δεξιά μέσα ενημέρωσης που μετέδιδαν ζωντανά τις εξελίξεις, έλεγαν ότι… τα όργανα της τάξης φοβούνται να αποχωρήσουν για να μην πέσουν στα χέρια των “ανεξαρτησιακών”. Ο φόβος είχε αλλάξει στρατόπεδο, παρόλο που από την πλευρά του κινήματος είχε τηρηθεί με ευβλάβεια η γραμμή ότι δεν θα τσιμπήσει κανείς σε καμιά πρόκληση της αστυνομίας.
 
Πολύς κόσμος έμεινε στο δρόμο όλη τη νύχτα στη Βαρκελώνη και ξαναενώθηκε το πρωί της Πέμπτης με τις καινούργιες διαδηλώσεις που οργανώθηκαν για την απελευθέρωση των συλληφθέντων, για το δικαίωμα στην ψήφο, για την ανεξαρτησία της Καταλωνίας. Και η Πέμπτη έγινε Παρασκευή και η Παρασκευή Σάββατο, κι οι δρόμοι στην Καταλωνία δεν άδειαζαν μέρα και νύχτα. Γύρω στις 10 το βράδυ ξεκινάνε οι “κατσαρολάδες” με δυνατό χτύπημα κάθε είδους σκεύους στα μπαλκόνια. Μπορεί να μην ακούγονται μέχρι τη Μαδρίτη, αλλά μέχρι τις κλούβες της Χωροφυλακής φτάνουν.
 
Το Σάββατο ήταν η μέρα της Παναγίας της Ελεούσας, της πολιούχου της Βαρκελώνης και υπήρχαν ήδη προγραμματισμένα δρώμενα στην πόλη, εκθέσεις, χορευτικά, συναυλίες. Το “κοινό” όμως φέτος ήταν πιο ζωντανό από τους ίδιους τους καλλιτέχνες, είχε πικέτες και συνθήματα.
 
Πρόκειται για συνέχεια ενός κινήματος που ήδη υπήρχε, αλλά και για ξεδίπλωμα ενός νέου κινήματος ταυτόχρονα. Η πρόκληση της Μαδρίτης, αντί να διασπάσει και να φοβίσει τον κόσμο που έκανε καμπάνια υπέρ της ανεξαρτησίας, έφερε στους δρόμους καινούργιο κόσμο που είδε τον κίνδυνο να του ποδοπατήσουν τα δικαιώματά του ακόμη κι αν δεν είχε ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα της ανεξαρτησίας. Το ίδιο έγινε και σε επίπεδο πολιτικών δυνάμεων. Η δημαρχία της Βαρκελώνης και η πολιτική πρωτοβουλία της δημάρχου Άντα Κολάου είχαν πάρει απόσταση από το Ναι στην ανεξαρτησία και δήλωναν απρόθυμοι να βοηθήσουν στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Το Ποδέμος και η Ενωμένη Αριστερά, κρατούσαν ίσες αποστάσεις. 
 
Ο τρόπος με τον οποίο ξεχύθηκε ο κόσμος στους δρόμους της Καταλωνίας δεν άφησε περιθώρια για να μείνει κάποιος χωρίς να πάρει θέση -και πλέον ολόκληρη η Αριστερά καταγγέλλει τη σιδερένια γροθιά της Χωροφυλακής και της αστυνομίας του Ραχόι. Την ώρα της περικύκλωσης των γραφείων του CUP, το Ποδέμ (το Ποδέμος της Καταλωνίας) πόσταρε στο τουΐτερ πως στα γραφεία του που είναι μερικά στενά πιο πέρα, ο κόσμος που δίνει τη μάχη είναι ευπρόσδεκτος για νερό, τουαλέτα και για να φορτίσει τα κινητά του.
 
Τα συνθήματα και τα πλακάτ αντανακλούν το χαρακτήρα του κινήματος. Σε πρώτη γραμμή έχουν έρθει οι φωνές και τα τραγούδια για τη δημοκρατία, τα δικαιώματα, ενάντια στη Χωροφυλακή και την αστυνομία. “Θα ψηφίσουμε”, “Θέλουμε να ψηφίσουμε”, η νεολαία άρχισε να φωνάζει “Έξω οι κατοχικές δυνάμεις” προς τους μπάτσους. Δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος μισαλλοδοξίας στις κινητοποιήσεις. Πουθενά δεν έχουν πάρει χαρακτήρα Καταλανών ενάντια σε Ισπανούς, ούτε έχει ακουστεί κανένα παρόμοιο σύνθημα. Αντίθετα σε όλες τις διαδηλώσεις έχουν περίοπτη θέση τα πανό ότι δεν είναι ευπρόσδεκτοι οι φασίστες, ενάντια στο ρατσισμό και ότι οι πρόσφυγες είναι καλοδεχούμενοι. Το ερώτημα για το πώς συνεχίζουμε άρχισε να απαντιέται αυθόρμητα με πολύ κόσμο να μιλάει για κήρυξη γενικής απεργίας. Οι φοιτητές έκαναν γρήγορα ένα βήμα μπροστά και άρχισαν τις καταλήψεις των Πανεπιστημίων, σε πολλές περιπτώσεις, όπως στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης σε συνεργασία με τους εργαζόμενους και τους διδάσκοντες. “Αδειάζουμε τις αίθουσες, γεμίζουμε τους δρόμους” ήταν το σύνθημα και έγινε πράξη παντού. Οι καταλήψεις είναι μαζικές, και έγιναν κέντρο οργάνωσης πρωτοβουλιών και επιτροπών για την υπεράσπιση του δημοψηφίσματος, επιτροπές που πλέον υπάρχουν και σε γειτονιές και σε πόλεις και χωριά. Στις αγροτικές περιοχές της Καταλωνίας έγιναν τοπικές διαδηλώσεις με τρακτέρ, στα γήπεδα οι αγώνες ξεκινούσαν και τελείωναν με τραγούδια “Μποταρέμ” (Θα ψηφίσουμε).
 
Απέναντι στην κατάσχεση του προεκλογικού υλικού, κάθε εκτυπωτής σε σπίτι, γραφείο, και κάθε φωτοτυπικό μηχάνημα γίνεται όπλο. Κανείς δεν βγαίνει για αφισοκόλληση μόνος του. Οργανώνονται τοπικές διαδηλώσεις για ασφαλή αφισοκόλληση: σε πολλές γειτονιές βγήκαν εκατό και διακόσιοι άνθρωποι να αφισοκολλήσουν ταυτόχρονα.
 
Οι κρίσιμες ώρες της Τετάρτης έστειλαν το μήνυμα στη Μαδρίτη ότι δεν θα τα βγάλει πέρα μόνο με την Χωροφυλακή και τις μικρές δυνάμεις της ισπανικής αστυνομίας. Αφενός έστειλε χιλιάδες περισσότερους μπάτσους από τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας. Αφετέρου πήρε με το ζόρι τον έλεγχο των “Μόσος”, της αστυνομίας της Καταλωνίας που κανονικά υπάγεται στην καταλανική κυβέρνηση. Έβαλε μάλιστα ως νέο υπεύθυνο των Μόσος, ένα στέλεχος της αστυνομίας, εμπλεκόμενο σε βασανιστήρια όταν “υπηρετούσε” στη χώρα των Βάσκων. Η καταλανική κυβέρνηση αρνήθηκε κι αυτό το πραξικόπημα, και η ίδια η ηγεσία των Μόσος δηλώνει ότι δεν είναι πρόθυμη να ασκήσει καταστολή σε βάρος του κόσμου που θέλει να ψηφίσει.
 
Παράλληλα το συνδικάτο των λιμενεργατών που βγαίνει από μια πρόσφατη μεγάλη απεργία ενάντια στην ιδιωτικοποίηση, έστειλε μήνυμα ότι δεν θα εξυπηρετήσει τα κρουαζιερόπλοια που χρησιμοποιούν ως ξενοδοχεία στη Βαρκελώνη και την Ταραγόνα η αστυνομία που έχει σταλεί από τη Μαδρίτη. Πλέον, έχει καθοριστεί η 3η του Οκτώβρη σαν μέρα γενικής απεργίας στην Καταλωνία, την οποία καλούν τα πιο ριζοσπαστικά συνδικάτα, και μπαίνει πίεση και στις μεγάλες συνομοσπονδίες UGT και CCOO. Μπορεί οι ηγεσίες τους να είναι πιστές στην “ακεραιότητα” του ισπανικού κράτους, αλλά όχι μόνο η βάση τους αλλά και ολόκληρα τα τοπικά τους τμήματα στην Καταλωνία δεν ακολουθούν την ίδια γραμμή.
 
Αλληλεγγύη
 
Η Καταλωνία δεν είναι μόνη. Έχουν ήδη οργανωθεί διαδηλώσεις αλληλεγγύης σε ολόκληρη την υπόλοιπη χώρα, παρά τις απειλές της καταστολής. Και οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται, μέχρι το Σάββατο, μια μέρα πριν το δημοψήφισμα, και την ίδια την Κυριακή. Ταυτόχρονα συνεχίζονται και οι απειλές. Αλλά αυτή η τακτική έχει τον κίνδυνο να ενοποιήσει το κίνημα αντί να το πισωγυρίσει. Στη Σεβίλλη έβαλαν τον πρύτανη να πάρει πίσω την άδεια για μια μεγάλη εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο την Τρίτη 26 Σεπτέμβρη. Η εκδήλωση θα γίνει, ακόμη κι αν χρειαστεί να γίνει στο δρόμο, αλλά είναι ένα μήνυμα στο φοιτητικό κίνημα όσο μακριά κι αν βρίσκεται από την Καταλωνία, ότι η επίθεση στις ελευθερίες που έχει εξαπολύσει το ισπανικό κράτος είναι επίθεση εναντίον όλων.
 
Οι φασίστες έχουν βρει την ευκαιρία να βγουν στο δρόμο, καλώντας σε συγκεντρώσεις για την “ενότητα της Ισπανίας” αλλά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι ελάχιστοι και αυτογελοιοποιούνται. Εξαίρεση μέχρι στιγμής είναι τα γεγονότα που εξελίχθηκαν στη Σαραγόσα, τα οποία όμως έχουν συνολικότερο πολιτικό ενδιαφέρον. Οι φασίστες εκεί περικύκλωσαν την αίθουσα όπου βουλευτές, δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι και άλλοι εκλεγμένοι από όλη τη χώρα έπαιρναν μέρος σε μια πρωτοβουλία που είχε πάρει το Ποδέμος και η Ενωμένη Αριστερά για έναν “τρίτο δρόμο” στο αδιέξοδο της Καταλωνίας. Βουλευτές της Αριστεράς βρέθηκαν όμηροι των φασιστών που έβριζαν, έφτυναν και πετούσαν αντικείμενα, μέχρι που ένα μπουκάλι χτύπησε την πρόεδρο του Κοινοβουλίου της Αραγονίας. Η απάντηση της κυβέρνησης του Ραχόι ήταν ότι δεν είχαν δυνατότητα να στείλουν ενισχύσεις γιατί… έχουν στείλει όλη την αστυνομία στην Καταλωνία.
 
Η ισπανική ρεφορμιστική Αριστερά είναι αδύναμη στο ζήτημα της Καταλωνίας, έχοντας αποδεχθεί όλα τα επιχειρήματα περί διατήρησης της ενότητας του ισπανικού κράτους, την οποία παρουσιάζουν ως “ενότητα των εργαζομένων”. Μπροστά στις εξελίξεις, αναγκάστηκαν να πάρουν μια πρωτοβουλία, η οποία όμως δεν έχει το παραμικρό πραγματικό περιεχόμενο, μιας και υποτίθεται στοχεύει σε ένα δημοψήφισμα κοινά αποδεκτό από Μαδρίτη και Βαρκελώνη, δηλαδή σε συμφωνία με τον Ραχόι. Μάλιστα το καταλανικό κίνημα είχε καταγγείλει την πρωτοβουλία της Σαραγόσας. Όμως οι φασίστες δεν κάνουν τέτοιες λεπτές διακρίσεις. Επιτέθηκαν στην πρωτοβουλία του Ποδέμος, όπως θα έκαναν και σε μια πρωτοβουλία του CUP. Τα γεγονότα έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο που η αναζήτηση μέσης λύσης μόνο ως φύλλο συκής λειτουργεί. Και βέβαια η κόντρα με τους φασίστες είναι προτεραιότητα για όλους, ανεξάρτητα από τη θέση που έχει καθένας για την ανεξαρτησία και για το δημοψήφισμα.
 
Η μάχη δεν τελειώνει ούτε την 1η, ούτε την 3η του Οκτώβρη με την απεργία. Η κυβέρνηση του Ραχόι γίνεται ακόμη πιο αδύναμη με αυτές τις εξελίξεις. Είναι κυβέρνηση μειοψηφίας και μπορεί να δυσκολευτεί να περάσει ακόμη και τον προϋπολογισμό. Το κίνημα στην Καταλωνία ανοίγει δυνατότητες για όλους τους αγώνες από τη Μάλαγα ως την Κορούνια. Και μια νίκη σε οποιοδήποτε από όλα τα σημεία μπορεί να μετατραπεί σε άλμα προς τα εμπρός για όλους τους υπόλοιπους.
 
Ιστορία αντίστασης στον Φράνκο
 
Το καταλανικό ζήτημα δεν είναι καινούργιο. Όμως δεν εξηγείται σαν μια προαιώνια κόντρα μεταξύ Ισπανών και Καταλανών. Όπως όλοι οι εθνικισμοί έχουν την μυθολογία τους, έτσι και στην καταλανική περίπτωση, ο μύθος θέλει τους Καταλανούς να πέφτουν όμηροι των καστιλιάνων (Ισπανών) βασιλιάδων το 1714 και να μετατρέπονται σε καταπιεσμένο έθνος εδώ και 300 χρόνια. Όμως αυτή η ρομαντική ανάγνωση του παρελθόντος κατασκευάστηκε πολύ αργότερα. Στην πραγματικότητα τα κομμάτια του ισπανο-καταλανικού παζλ διαμορφώνονται πολύ πιο συγκεκριμένα στον τρόπο με τον οποίο το καθεστώς του Φράνκο, αφού τσάκισε την επανάσταση, θεώρησε ότι μπορούσε να επιβάλει την “τάξη” και τον έλεγχό του από το 1939 μέχρι το θάνατο του δικτάτορα το 1975.
 
Το ισπανικό κράτος για ιστορικούς λόγους είχε στο εσωτερικό του μεγάλες και ενεργητικές μειονότητες που μιλάνε διαφορετική γλώσσα από αυτό που αποκαλείται “Ισπανικά”, τα οποία ήταν αρχικά η γλώσσα που μιλούσαν μόνο στην περιοχή της Καστίλλης. Όμως για τους Ισπανούς φασίστες το κράτος ήταν ένα, η πατρίδα μία και το έθνος ένα. Η Καταλωνία, με έναν καπιταλισμό πιο ανεπτυγμένο συγκριτικά με την υπόλοιπη χώρα είχε γεννήσει και ένα εργατικό κίνημα και μια αριστερά δυνατή και μεγάλη αυτοπεποίθηση που μπήκε στην πρώτη γραμμή των αγώνων ενάντια στους βασιλιάδες και τους καπιταλιστές από τη δεκαετία του ‘20, με κορύφωση την επανάσταση του ‘36. Μέσα σε αυτούς τους αγώνες η Καταλωνία βρέθηκε να κερδίζει το δικαίωμα στην αυτοκυβέρνηση. Το φρανκικό καθεστώς διέλυσε τους τοπικούς θεσμούς, όπως διέλυσε όλες τις κατακτήσεις της επανάστασης. Η καταλανική κυβέρνηση διέφυγε όπως όπως στο εξωτερικό και ο επικεφαλής της Λιουίς Κομπάνις βρέθηκε στο Παρίσι, όπου όταν μπήκαν οι ναζί το καλοκαίρι του ‘40 τον παρέδωσαν πίσω στον Φράνκο που τον εκτέλεσε.
 
Επί φρανκισμού, η καταλανική γλώσσα απαγορεύτηκε στο δημόσιο χώρο. Δεν είναι πρώτος ο Ραχόι που στέλνει τις δυνάμεις καταστολής στα τυπογραφεία, ήταν ο Φράνκο που απαγόρευσε την έκδοση εντύπων στα καταλανικά. Οποιοδήποτε σύμβολο έκανε αναφορά στην ιδιαιτερότητα της καταλανικής γλώσσας, κουλτούρας, ιστορίας ήταν απαγορευμένο. Οι Καταλανοί καπιταλιστές συνέχιζαν να είναι οργανικό μέρος της καπιταλιστικής τάξης της Ισπανίας, αλλά έπρεπε να βάλουν στην άκρη την εθνική τους καταγωγή και να “ισπανοποιηθούν”. Αυτή η παράλογη κατάσταση έκανε την ίδια την αντίσταση στη δικτατορία να παίρνει και εθνικά χαρακτηριστικά, ακόμη κι αν δεν υπήρχε εθνικιστικό περιεχόμενο, ιδιαίτερα όταν έσπασε η πρώτη περίοδος του τρόμου. Ο κόσμος συνέχιζε να βάζει λουλούδια στα άδεια βάθρα αγαλμάτων Καταλανών ποιητών που είχαν γκρεμιστεί, να τραγουδάει καταλανικά τραγούδια ακόμη και μπροστά σε αξιωματούχους του καθεστώτος, άρχισαν οι παράνομες εκδόσεις. Η ίδια η μελέτη της καταλανικής γλώσσας ήταν μια πράξη αντίστασης, τα Πανεπιστήμια για ευνόητους λόγους έγιναν το κέντρο αυτής της προσπάθειας.
 
Όταν το καθεστώς έπεσε, ολόκληρο το πολιτικό σκηνικό, με την εξαίρεση της επαναστατικής αριστεράς που προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της, στήριξε την ομαλή μετάβαση στη δημοκρατία, χωρίς καμιά τιμωρία των χουντικών και καμιά κάθαρση στον κρατικό μηχανισμό. Το Σύνταγμα του 1978 γράφτηκε από τους διαδόχους του Φράνκο και πήρε την υπογραφή ακόμη και του Κομμουνιστικού Κόμματος. Δεν είναι τυχαίο που τις τελευταίες μέρες ακούστηκαν στελέχη της Δεξιάς να νοσταλγούν τον Καρίγιο, τον τότε ηγέτη του ΚΚ, που όπως λένε “είχε ξεκάθαρη την ενότητα της Ισπανίας”.
 
Οι μαζικές διαδηλώσεις (ένα εκατομμύριο το Σεπτέμβρη του ‘77) στα χρόνια της μεταπολίτευσης επέβαλαν ότι σε αυτό το αντιδημοκρατικό Σύνταγμα, η Καταλωνία κέρδιζε την αυτονομία της, επανερχόταν η Τζενεραλιτάτ (η καταλανική κυβέρνηση) και φυσικά έβγαινε από την παρανομία η καταλανική κουλτούρα. Για την καταλανική άρχουσα τάξη, όσο “πατριωτική” κι αν ήταν, το ισπανικό κράτος της πρόσφερε μια ασφάλεια, τόσο όσον αφορά την ευρωπαϊκή προοπτική, στην οποία ήταν προσανατολισμένη ακόμη περισσότερο από τη Μαδρίτη, αλλά ακόμη περισσότερο απέναντι στο εργατικό κίνημα το οποίο έβγαινε με όρεξη να τα πάρει όλα πίσω μετά την πτώση του φασισμού. 
 
Έτσι η “Αυτονομία” της Καταλωνίας μετατράπηκε απλώς σε έναν τρόπο διοίκησης, και οι διαφορές λύνονταν με πάρε-δώσε στους προϋπολογισμούς. Το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης δεν δόθηκε, μέσα από περίπλοκες διατυπώσεις στο Σύνταγμα, όπου αναγνωρίζονται “εθνότητες”, οι οποίες όμως αποτελούν το Έθνος, και το περίφημο άρθρο 155 με το οποίο η Μαδρίτη έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει την Αυτονομία της Βαρκελώνης, αν η τοπική κυβέρνηση προκαλέσει σοβαρό πρόβλημα.
 
 
Ήταν η κρίση και η μαζική εμφάνιση του κινήματος σε ολόκληρη την Ισπανία μετά το 2011 που διέλυσε αυτές τις ισορροπίες. Οι κόντρες Μαδρίτης - Βαρκελώνης διευρύνθηκαν, την ίδια στιγμή που ο κόσμος διεκδικούσε περισσότερη δημοκρατία και έλεγχο στο “πού πάνε τα λεφτά” σε ολόκληρη τη χώρα. Το σοσιαλδημοκρατικό PSOE που ήταν μια από τις δυο κύριες δυνάμεις στην Καταλωνία για 40 σχεδόν χρόνια, έπεσε από 45% στο 16%. Οι παραδοσιακές καταλανικές διαδηλώσεις του Σεπτέμβρη ξανάφτασαν να μετράνε εκατομμύρια. Οι δυο μεγαλύτερες οργανώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας, η “Καταλανική Εθνοσυνέλευση” και ο “Όμνιουμ Κουλτουράλ” μαζικοποιήθηκαν ταχύτατα. Το μεγαλύτερο καταλανικό αστικό κόμμα, η Convergencia, άρχισε να ταλανίζεται, ανάμεσα σε άλλα για το πώς θα ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες, φτάνοντας τελικά στη διάσπαση και στην μετονομοσία. Ο πρόεδρος Αρτούρ Μας έφτασε να οργανώσει ένα μαζικό αλλά συμβολικό δημοψήφισμα το 2014 και βρίσκεται υπό δίωξη από τότε. Αναγκάστηκε να παραδώσει την σκυτάλη στον Πουτζντεμόν, λόγω της καταστολής. Η Μαδρίτη είχε ήδη διαλέξει ως μοναδικό δρόμο τη βία, ενώ στην Καταλωνία γινόταν πλειοψηφικό το ρεύμα που έβγαζε συμπέρασμα πως η περίοδος της συνεννόησης έχει φτάσει στο τέλος της.