• Τετ, 08/05/2019 - 11:40
Ο Ναζίμ Χικμέτ είναι δικός μας [του Μουσταφά Τσολάκ]

Άρθρο του Μουσταφά Τσολάκ, υποψήφιου ευρωβουλευτή με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Ο Ναζίμ Χικμέτ είναι δικός μας

Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει περάσει απ’ τις γραμμές της Αριστεράς και να μην έχει ακούσει τ’ όνομα του -ή έστω να μην έχει διαβάσει δύο στίχους του- Ναζίμ Χικμέτ.

«Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν την αρμενίσαμε ακόμα», είναι ο πιο γνωστός στίχος του κομμουνιστή ποιητή, που το καλοκαίρι του 2015, ο πρωθυπουργός του προτεκτοράτου δε δίστασε να τον χρησιμοποιήσει στην τελευταία ομιλία του πριν παραιτηθεί, αφού πρώτα είχε ψηφίσει το τρίτο καταστροφικό μνημόνιο.

Ενώ σήμερα η νεολαία του κυβερνών κόμματος, στην αφίσα του 1ου πανελλαδικού συνεδρίου της, χρησιμοποίησε πάλι τους στίχους του ποιητή: «Αν δεν καώ εγώ/ αν δεν καείς εσύ/ αν δεν καούμε εμείς/ πως θα γεννούνε τα σκοτάδια λάμψη;»

Πόσα πράγματα όμως γνωρίζουμε στην Ελλάδα, για τον παγκόσμιας εμβέλειας μεγάλο ποιητή του έρωτα και της εργατικής τάξης;

Η οικογένεια του

Ο Ναζίμ Χικμέτ, γεννήθηκε στις 20 Νοεμβρίου του 1901 (αλλά η οικογένεια του άλλαξε την ημερομηνία αυτή σε 15 Γενάρη του 1902, για να μην δείχνει ένα χρόνο μεγαλύτερος, και ο ίδιος το έγκρινε) στη Θεσσαλονίκη.

Ο παππούς του, Ναζίμ Πασά, ήταν ο τελευταίος Νομάρχης της Θεσσαλονίκης επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ένας άνθρωπος ελευθεριακός, που ανήκε στην ομάδα των Μεβλεβήδων (μια θρησκευτική ομάδα με αναφορά στην φιλοσοφία, στον ουμανισμό και στις απόψεις του μεγάλου φιλόσοφου του Ισλάμ, Μεβλανά Τζελαλεττίν Ρουμί).

Ο πατέρας του, Χικμέτ, ήταν υπάλληλος στο Υπουργείο Εξωτερικών.

Η μητέρα του, Τζελιλέ, έπαιζε πιάνο, ήταν ζωγράφος και ήξερε άπταιστα γαλλικά. Ήταν η κόρη του Χασάν Ενβέρ Πασά και εγγονή του Konstantyn Borzecky, του Πολωνού αξιωματικού που το 1848 είχε γίνει Οθωμανός υπήκοος και είχε πάρει το όνομα Μουσταφά Τζελαλεττίν Πασά.

Στο ποίημα του «Η αυτοβιογραφία μου», ο Ναζίμ Χικμέτ λέει:

«στα τρία μου, ήμουν εγγονός πασά στο Χαλέπι, 

στα δεκαεννιά μου φοιτητής Κομμουνιστικού Πανεπιστημίου στη Μόσχα 

και απ’ τα δεκατέσσερά μου είμαι ποιητής».

Τα νεανικά του χρόνια

Το 1919 αποφοίτησε απ’ τη στρατιωτική Σχολή Πολεμικού Ναυτικού, αλλά για λόγους υγείας απορρίφθηκε απ’ το στρατό.

Το 1921, μαζί με τον καλό του φίλο Βαλά Νουρεττίν, που ήταν επίσης ποιητής, πέρασε στην Άγκυρα για να συμμετέχει εθελοντικά στον «Απελευθερωτικό Πόλεμο» (για τους Τούρκους. Για τους Έλληνες «Μικρασιατική Καταστροφή»). Η κυβέρνηση της Άγκυρας τον έστειλε στη Μπόλου, καθηγητή γαλλικών. Αλλά δεν άντεξε τις επιθέσεις και τις συμπεριφορές των συντηρητικών ανθρώπων στη πόλη αυτή και έφυγε στη Μόσχα για μια καλύτερη εκπαίδευση στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Εργατών Ανατολής (KUTV).

Εδώ ο ποιητής επηρεασμένος απ’ τον Μαγιακόφσκι, έγραψε το πρώτο του ποίημα σε ελεύθερους στίχους: «Οι κόρες οφθαλμών των πεινασμένων».

Πιραγιέ: Ο μεγαλύτερος έρωτας 

Ο Ναζίμ Χικμέτ, πέρα από μεγάλος ποιητής και αγνός κομμουνιστής, ήταν και άνθρωπος του έρωτα.

Ο πρώτος γάμος που έκανε, ήταν στη Μόσχα με τη Νουζχέτ, η οποία ήταν κόρη μιας τουρκικής οικογένειας που ζούσε στη Σοβιετική Ένωση, ο οποίος δεν διήρκησε πολύ.

Ο δεύτερος γάμος του ποιητή ήταν με την Dr. Lena, η οποία ήταν μια πανέμορφη Ρωσίδα, αλλά και αυτός ο γάμος τελείωσε λόγω της νοσταλγίας της πατρίδας του ποιητή.

Ο τρίτος γάμος του, ήταν με τον μεγαλύτερο έρωτα της ζωής του: την Πιραγιέ. Ένας έρωτας που ξεκίνησε το 1930 αλλά ο γάμος έγινε το 1935 λόγω κυνηγιού και φυλακίσεων του ποιητή. Η Πιραγιέ ήταν χωρισμένη με δύο παιδιά και ο Ναζίμ, πλέον, έγινε οικογενειάρχης μιας τετραμελούς οικογένειας.

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν ο Ναζίμ θα φυλακιστεί και στα σχεδόν δεκατρία χρόνια, θα γράψει τα καλύτερα του ερωτικά ποιήματα για το μεγαλύτερο έρωτα της ζωής του μέσα απ’ τη φυλακή, τα οποία θα δημοσιευτούν με τίτλο «Ποιήματα 21-22 για την Πιραγιέ» (όλα τα ποιήματα ήταν γραμμένα απ’ τις 9μμ μέχρι 10μμ). Επίσης μετά από τον θάνατο της Πιραγιέ, ο γιος της (και θετός γιος του Ναζίμ) θα δημοσιεύσει τα γράμματα του ποιητή στον μεγαλύτερο έρωτα του, με τίτλο «Γράμματα στην Πιραγιέ».

Ένα απ’ αυτά τα ποιήματα, λοιπόν, είναι το πασίγνωστο, γραμμένο στις 24 Σεπτέμβρη του 1945, που εγώ θα το μετέφραζα έτσι:

«Η πιο όμορφη θάλασσα: είναι αυτή που δεν την αρμενίσαμε ακόμα.

Το πιο όμορφο παιδί: δε μεγάλωσε ακόμα.

Οι πιο όμορφες μέρες μας: είναι αυτές που δεν τις έχουμε ζήσει.

Και το ομορφότερο πράγμα που έχω να σου πω:

Είναι αυτό που δε σ’ το’ πα ακόμα.»

Όπως επίσης, ανάμεσα στα ποιήματα αυτά, πέρα τ’ άλλα που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά, είναι και το «Λίγα γαρούφαλλα» και το «Μονάκριβή μου» που έχουν μελοποιηθεί απ’ τον Μ. Λοϊζο.

Αλλά και στα γράμματα του «τέρατος με τα γαλανά μάτια» (έτσι τον αποκαλούσαν οι θαυμαστές του) συναντά κανείς το πόσο μεγάλη καρδιά είναι: απ’ τον τρόπο που σκέφτεται, απ’ τον τρόπο που συμπεριφέρεται στους συνανθρώπους του, απ’ τους πίνακες που κάνει… Για παράδειγμα, παρ’ όλο που είναι φυλακισμένος, μεταφράζει βιβλία, φτιάχνει πράγματα απ’ το ξύλο και βγάζει λεφτά τα οποία τα στέλνει στην οικογένειά του αλλά και στους φυλακισμένους φίλους του όπως ο συγγραφέας Κεμάλ Ταχίρ.

12 χρόνια και 7 μήνες στη φυλακή

Το 1938, δικάστηκε για «ενθάρρυνση το στρατό για εξέγερση» όπου καταδικάστηκε σε 28 χρόνια και 4 μήνες φυλάκιση.

Στη δίκη είπε τα εξής:

«Εγώ είμαι ποιητής. Κομμουνιστής ποιητής. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να γίνω πιο αγνός κομμουνιστής. Η κατηγορία ότι ξεσηκώνω μια μερίδα του λαού ενάντια σε μια άλλη μερίδα, δεν αληθεύει. Σύμφωνα με το νόμο, εγώ, δεν παραβιάζω το νόμο επειδή είμαι ένας κομμουνιστής ποιητής. Ο κομμουνισμός είναι ένας τρόπος σκέψης. Και δεν είναι έγκλημα. Στο βιβλίο μου “Ζόκοντ και Σι-για-Ου” δεν ύμνησα την κομμουνιστική επανάσταση. Αντίθετα, σε κείνο το βιβλίο επιτέθηκα στον αγγλικό και στον γαλλικό ιμπεριαλισμό. Κανονικά αυτοί έπρεπε να με μηνύσουν».

Αλλά όλα ήταν στημένα και ο ποιητής εκεί που περίμενε να αθωωθεί, μπήκε φυλακή.

Έμεινε για 12 χρόνια και 7 μήνες σε διάφορες φυλακές της Τουρκίας, έκανε απεργία πείνας… την ώρα που οι διανοούμενοι παγκοσμίως μάζευαν υπογραφές στα πλαίσια της καμπάνιας για την απελευθέρωσή του.

Αποφυλακίστηκε στις 15 Ιούλη του 1950.

Μουνεββέρ, Μεμέτ και η εγκατάλειψη της Τουρκίας

Στα τελευταία δύο χρόνια φυλάκισης του, ο Ναζίμ, είχε ερωτευτεί την Μουνεββέρ, τη ξαδέλφη του, που τον επισκεπτόταν στη φυλακή. Μετά την αποφυλάκισή του, χώρισε με την Πιραγιέ και παντρεύτηκε με την Μουνεββέρ.

Στις 26 Μάρτη του 1951, γεννήθηκε ο γιος τους: ο Μεμέτ.

Αλλά το κράτος δεν είχε ξεμπλέξει μαζί του. Ενώ πλησίαζε στα 50 του χρόνια και είχε σοβαρά προβλήματα υγείας, το τουρκικό κράτος τον ήθελε θύμα και γι’ αυτό τον κάλεσαν να κάνει τη στρατιωτική του θητεία.

Ο ποιητής, ήξερε πως αν πήγαινε στο στρατό δεν υπήρχε περίπτωση να επιστρέψει. Έτσι, στις 17 Ιούνη του 1951, έφυγε με μια βάρκα «παράνομα» στη Ρουμανία και απο’ κεί στη Σοβιετική Ένωση.

Στις 25 Ιούλη του 1951, με απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών, του αναιρέθηκε η υπηκοότητα.

Χρόνια στην εξορία, Βέρα, ταξίδια

Στα χρόνια της εξορίας, ο Ναζίμ, γνώρισε τον τελευταίο έρωτα της ζωής του: την Βέρα.

Το Γενάρη του 1962, ο ποιητής πήρε διαβατήριο της Σοβιετικής Ένωσης με εντολή Χρουστσόφ. Έτσι, μαζί με την Βέρα, έκανε ταξίδια στη Πράγα, στο Βερολίνο, στη Φλορεντία, στη Ρώμη, στο Παρίσι και σε πολλά άλλα μέρη.

Το 1962, εκλέχτηκε πρόεδρος της Ένωσης Συγγραφεών Ασίας-Αφρικής.

Το Φλεβάρη του 1963 συμμετείχε στη συνδιάσκεψη των συγγραφεών Ασίας-Αφρικής στην Ταγκανίκα. Τον Απρίλη του ίδιου χρόνου ήταν στο Βερολίνο. Όταν επέστρεψε στη Μόσχα τέλη Απριλίου, έγραψε το ποίημα του «Η κηδεία μου».

Στις 3 Ιούνη του 1963, απεβίωσε.

Ένας πραγματικός διεθνιστής, αλλά και οικολόγος… 

Αν διαλέγαμε τις λέξεις που ορίζουν τον Ναζίμ Χικμέτ, μια απ’ αυτές σίγουρα θα ήταν διεθνιστής:

«Αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται, γιατρέ, εδώ πέρα

η άλλη μισή στην Κίνα βρίσκεται

με τη στρατιά που κατεβαίνει προς το κίτρινο ποτάμι.

Κι ύστερα, γιατρέ, την κάθε αυγή

την κάθε αυγή, γιατρέ, με τα χαράματα

πάντα η καρδιά μου στην Ελλάδα τουφεκίζεται.»

Αλλά και οικολόγος. Έτσι θα μετέφραζα το ποίημα του «Strontium 90», που είναι γραμμένο το 1947:

«Έχει γίνει περίεργος ο καιρός

μια βροχή, μια χιόνι, μια ήλιος.

Λένε πως είναι από δοκιμές ατομικής βόμβας. Λένε πως βρέχει Strontium 90

Στο χόρτο, στο γάλα, στο κρέας

Και στη μεγάλη νοσταλγία που της χτυπάμε τη πόρτα. Ήμαστε σ’ ανταγωνισμό

με τον εαυτό μας, αγάπη μου

Ή θα πάμε στα νεκρά αστέρια τη ζωή

Ή θα κατέβει ο θάνατος στον κόσμο μας».

… και ανυπότακτος 

Τέλος, πρέπει να πούμε και δύο ισχυρισμούς που δε ξέρω κατά πόσο αληθεύουν, αλλά αξίζει να σημειωθούν.

Το πρώτο απ’ αυτά λέει, πως μια μέρα ο Μουσταφά Κεμάλ που θαύμαζε τα ποιήματά του Ναζίμ, τον κάλεσε στο τραπέζι του για να του απαγγείλει τα ποιήματά του – σε τέτοιες προσκλήσεις είχαν απευθυνθεί όλοι οι καλλιτέχνες της εποχής. Η απάντηση του ποιητή, στον μεσολαβητή που πήγε την πρόσκληση ήταν:

«Ευχαριστώ πολύ. Να δώσετε τους χαιρετισμούς μου στον Πασά και να του πείτε πως τα ποιήματά μου δεν είναι μεζέδες για τους σοφράδες των πασάδων».

Ενώ ο δεύτερος ισχυρισμός έχει να κάνει με την διαγραφή του Ναζίμ απ’ το ΚΚΤ. Ο ποιητής Αττίλα Ιλχάν ισχυρίζεται πως τον Ναζίμ Χικμέτ τον διέγραψαν απ’ το κόμμα, επειδή στο αποκορύφωμα της σύγκρουσης μεταξύ Στάλιν και Τρότσκι, πήρε το μέρος του δεύτερου.

Αυτά τα δύο πόσο ισχύουν, δε ξέρουμε. Αυτό που ξέρουμε όμως είναι πως το κεμαλικό κράτος τον εκδικήθηκε άσχημα, μέχρι που ακόμα ο τάφος του έμεινε στη Ρωσία και δε μεταφέρθηκε στην πατρίδα του, που τη νοσταλγούσε τόσο πολύ. Όπως επίσης, ξέρουμε πως δεν του δόθηκε διαβατήριο Σοβιετικής Ένωσης επί Στάλιν.

Ο Ναζίμ είναι δικός μας! 

Με λίγα λόγια ο Ναζίμ Χικμέτ ήταν άνθρωπος με Α κεφαλαίο. Ήταν «σεβντάς απ’ τη κορφή ως τα νύχια», όπως έλεγε και ο ίδιος.

Ναζίμ Χικμέτ σημαίνει μεγάλη καρδιά, σημαίνει κομμουνιστική ηθική, σημαίνει αγάπη προς τη φύση, σημαίνει καταπολέμηση της φτώχειας, της αδικίας, της αδιαφορίας, του ρατσισμού, του φασισμού, του ιμπεριαλισμού. Σημαίνει ελπίδα. Σημαίνει πίστη για μια πλάση κόκκινη.

Γι’ αυτό και είναι δικός μας: των ανθρώπων του μόχθου, της αγάπης, της εξέγερσης… και όχι των ρουφιάνων, των προσκυνημένων, των βολεμένων στα πολιτικά γραφεία, αυτών που φιλάνε κατουρημένες ποδιές, αυτών που υποστηρίζουν τους αδειοδότες για την εξόρυξη, αυτών του εκφυλισμού.

Γι’ αυτό, λοιπόν, καλό είναι, οι νεολαίοι του Τσίπρα να κατεβάσουν τις αφίσες με τον κομμουνιστή ποιητή. Ή αλλιώς, να βάλουν σωστούς στίχους του ποιητή, που «φωτογραφίζει» τη κυβέρνησή τους:

«Είδαμε τη φωτιά και τη προδοσία

Στα ματωμένα παζάρια των τραπεζιτών

Πουλήσανε τη χώρα στους Γερμανούς».

 

Ο Τσολάκ Αλή Μουσταφά είναι ποιητής, δημοσιογράφος και μεταφραστής από την Κομοτηνή

 

Δημοσιεύτηκε στο rodopinews.gr