• Παρ, 04/02/2022 - 14:35
STOP στην απειλή του πολέμου [του Σωτήρη Κοντογιάννη]
του Σωτήρη Κοντογιάννη
Ο κίνδυνος ενός νέου (όχι μόνο ψυχρού) πολέμου ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία κλιμακώνεται ολοένα και περισσότερο τις τελευταίες εβδομάδες. Μέχρι στιγμής καμιά από τις δυο πλευρές δεν μοιάζει να έχει αποφασίσει να πυροδοτήσει μια πραγματική «θερμή» σύγκρουση. Αλλά το μέλλον είναι απρόβλεπτο και η απειλή του πολέμου πραγματική.

Η Ρωσία έχει συγκεντρώσει ένα μεγάλο μέρος των στρατιωτικών της δυνάμεων στα σύνορα της με την Ουκρανία. Μαζί με τον στενό της σύμμαχο, την Λευκορωσία, ετοιμάζεται για μια μεγάλη στρατιωτική άσκηση στην περιοχή στα μέσα του Φλεβάρη. Ο Τζο Μπάιντεν, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, κατηγορεί τον Βλαντιμίρ Πούτιν, τον πρόεδρο της Ρωσίας, ότι ετοιμάζεται να εισβάλει στην Ουκρανία. Και το ΝΑΤΟ αξιοποιεί αυτές τις καταγγελίες για να στείλει πυραύλους, άρματα μάχης και στρατιωτικούς συμβούλους στην Ουκρανία και τις γειτονικές χώρες – για να στηρίξει υποτίθεται την άμυνα της χώρας.

Λεηλασία

Η Ουκρανία ανήκε μέχρι τη διάλυσή της το 1991 στην «Σοβιετική Ένωση» -όπως ονομαζόταν καταχρηστικά η αυτοκρατορία που είχαν χτίσει ο Στάλιν και οι επίγονοί του πάνω στα συντρίμμια της Ρωσικής Επανάστασης. Και όπως όλες οι παλιές κτήσεις της πάλαι ποτέ Ρωσικής Αυτοκρατορίας έτσι και η Ουκρανία μπήκε από την πρώτη κιόλας ημέρα της «απόσχισής» της (τυπικά στις 24 Αυγούστου του 1991) στο στόχαστρο της Δύσης.

Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, το ρωσικό αντίστοιχο του ΝΑΤΟ, διαλύθηκε και αυτό το 1991. Οι απολογητές του καπιταλισμού θριαμβολογούσαν. Ο «κομμουνισμός» είχε συντριβεί. Η ανθρωπότητα, έλεγαν, θα βάδιζε απρόσκοπτη στο δρόμο της ανάπτυξης, της ειρήνης και της ευημερίας. Η «ιστορία είχε φτάσει στο τέλος της» όπως διατυμπάνιζε o Αμερικανός φιλόσοφος Φράνσις Φουκουγιάμα.

Το ΝΑΤΟ, όμως, δεν διαλύθηκε. Αντίθετα μετατράπηκε σε ένα από τα δυο βασικά εργαλεία μέσα από τα οποία η νικηφόρα στον Ψυχρό Πόλεμο Δύση άρχισε να λεηλατεί τις παλιές «κτήσεις» της ηττημένης Ρωσική Αυτοκρατορίας. Το πρώτο «θύμα» αυτής της ιμπεριαλιστικής αρπακτικότητας ήταν η Γιουγκοσλαβία, μια χώρα που ήταν μοιρασμένη 50-50 ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση σύμφωνα με τις διαβόητες συμφωνίες της Γιάλτας και της Τεχεράνης μέσα από τις οποίες είχαν μοιράσει μεταξύ τους τον κόσμο οι νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Γιουγκοσλαβία βυθίστηκε σε έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, που με τη βοήθεια των διεθνών της «φίλων», κράτησε δέκα ολόκληρα σχεδόν χρόνια. Στο τέλος διαλύθηκε σε μια σειρά από ανεξάρτητες χώρες και η Ρωσία έχασε πρακτικά κάθε έλεγχο πάνω της.

Αλλού τα πράγματα εξελίχθηκαν πιο «ειρηνικά». Η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Βουλγαρία και μια ολόκληρη σειρά από χώρες που ανήκαν στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας μπήκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση – το δεύτερο βασικό εργαλείο λεηλασίας της πρώην Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Από το 1991 μέχρι σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποκτήσει 14 νέα κράτη-μέλη. Από αυτά τα 11 ανήκαν μέχρι τότε στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας.

Αυτή η λεηλασία δεν ήταν, όμως, πάντα νικηφόρα. Η Ρωσία μπορεί να μην είναι πλέον η «δεύτερη μεγάλη υπερδύναμη», εξακολουθεί, όμως, να είναι η δεύτερη στρατιωτική δύναμη στον πλανήτη. Το πυρηνικό της οπλοστάσιο μπορεί -όπως και των ΗΠΑ- να αφανίσει τη ζωή από τον πλανήτη. Και χάρη κύρια στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και την σκληρά ταξική πολιτική του Πούτιν έχει καταφέρει μέσα στα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την κατάρρευση του 1991 να ανακτήσει και ένα σημαντικό μερίδιο από την παλιά της οικονομική ισχύ.

Η περίπτωση της Γεωργίας

Αυτό φάνηκε ανάγλυφα το 2008 στη Γεωργία –μια από τις παλιές Ασιατικές Σοβιετικές Δημοκρατίες. Τον Απρίλιο του 2008 η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ αποφάσισε, ύστερα από πρόταση του τότε Αμερικανού Προέδρου Τζορτζ Μπους να «εξετάσει άμεσα» τα αιτήματα ένταξης της Γεωργίας και της Ουκρανίας. Η Ρωσία απάντησε με τη συγκέντρωση στρατευμάτων στα σύνορα με τη Γεωργία.  Στις 7 Αυγούστου του 2008 εισέβαλε και κατέλαβε τη χώρα. Τα ρωσικά στρατεύματα αποσύρθηκαν λίγες εβδομάδες αργότερα αλλά η επέκταση του ΝΑΤΟ στη Γεωργία πρακτικά ακυρώθηκε.

Το 2014 η Ρωσία κατάφερε να διακόψει τις συνομιλίες σύνδεσης της Ουκρανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απόφαση αυτή όμως του τότε προέδρου Βικτόρ Γιανούκοβιτς πυροδότησε μια σειρά από διαδηλώσεις και ταραχές που έριξαν την κυβέρνηση και έφεραν στην εξουσία τη φιλοδυτική κυβέρνηση του Πέτρο Ποροσένκο. Με τη βοήθεια του Πούτιν αναπτύχθηκε στην Ανατολική Ουκρανία ένα «αυτονομιστικό» κίνημα που κατεστάλη άγρια από την κυβέρνηση του Κιέβου. Στις 27 Φεβρουαρίου 2014 η Ρωσία κατέλαβε την ουκρανική μέχρι τότε  χερσόνησο της Κριμαίας (η οποία φιλοξενούσε και φιλοξενεί μια μεγάλη ρωσική ναυτική βάση) και λίγες ημέρες αργότερα ανακοίνωσε την προσάρτησή της.

Η Ρωσία προβάλλει δυο απαιτήσεις από τη Δύση: να σταματήσει η εξάπλωση του ΝΑΤΟ προς την ανατολή. Και να αποσυρθούν τα βαριά επιθετικά όπλα από τις χώρες της Βαλτικής, την Πολωνία, την Ουγγαρία και τις άλλες φιλοδυτικές πλέον χώρες που περιβάλλουν και απειλούν τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ όμως θεωρούν αυτές τις απαιτήσεις απαράδεκτες.

Αυτό που έχει οξύνει την κρίση είναι η εμφανής αδυναμία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού να διατηρήσει την ηγεμονία του πάνω στον πλανήτη. Οι ΗΠΑ έχασαν τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» -έναν πόλεμο που είχε σαν κύριο στόχο να δείξει στον πλανήτη ότι οι ΗΠΑ, παρά την σχετική τους οικονομική υποβάθμιση (το ΑΕΠ της Κίνας αναμένεται να ξεπεράσει το αμερικανικό στο άμεσο μέλλον) εξακολουθούν να είναι το «μεγάλο αφεντικό» του κόσμου. Αντί για αυτό επέδειξαν μόνο την αδυναμία τους. Η κυβέρνηση του Ιράκ ελέγχεται πρακτικά σήμερα από την Τεχεράνη. Στη Συρία η συμμαχία της Ρωσίας με το Ιράν κατάφερε να κρατήσει στην εξουσία τον πρόεδρο Άσαντ. Η εμφανέστερη πανωλεθρία, όμως, ήταν η βιαστική αποχώρηση τον περασμένο Αύγουστο των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν.

Ρήγματα

Η αδυναμία αυτή δεν τροφοδοτεί απλά και μόνο τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των αντιπάλων της, της Κίνας ή της Ρωσίας του Πούτιν. Διευρύνει και τα ρήγματα που υπάρχουν στο εσωτερικό της δυτικής συμμαχίας.

Η Βρετανία και οι χώρες της Βαλτικής στέλνουν αυτές τις μέρες, με την έγκριση των ΗΠΑ, αντιαεροπορικούς πυραύλους και βαριά όπλα στην Ουκρανία για να στηρίξουν την άμυνά της απέναντι σε μια ενδεχόμενη Ρωσική εισβολή. Η Γερμανία περιορίστηκε να στείλει 50 χιλιάδες κράνη. Η τυπική δικαιολογία της κυβέρνησης του Όλαφ Σόλτς είναι η «πάγια αντίθεση» της Γερμανίας (λόγω των «ενοχών» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) να στείλει επιθετικά όπλα σε ξένη χώρα. Στην πραγματικότητα, όμως, η Γερμανία αρνείται να ευθυγραμμιστεί με την πολιτική των ΗΠΑ λόγω των ιδιαίτερων οικονομικών σχέσεων που έχει με τη Ρωσία.

Οι ΗΠΑ απειλούν τη Ρωσία τώρα κύρια με οικονομικές κυρώσεις. Το πρώτο «θύμα» αυτών των κυρώσεων θα είναι ο αγωγός NordStream II -ένας αγωγός που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στη Γερμανία παρακάμπτοντας τη σημερινή διαδρομή μέσα από την Ουκρανία. Οι ΗΠΑ έχουν πολλές φορές προσπαθήσει να σταματήσουν την κατασκευή του αγωγού. Η Ολλανδία αποσύρθηκε πριν από δυο χρόνια από το έργο. Όχι όμως και η Γερμανία, που επιμένει ότι ο αγωγός έχει οικονομική και όχι γεωπολιτική σημασία.

Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχουν τεράστιες ευθύνες για την κλιμάκωση της κατάστασης στην Ουκρανία. Αλλά θα ήταν λάθος να αντιμετωπίσει κανείς τον Πούτιν και τη Ρωσία σαν αμυνόμενους. Η Ρωσία δεν επιδιώκει την ειρήνη. Διεκδικεί το «δικαίωμα» της να αντιμετωπίζεται σαν «μεγάλη δύναμη». Το «δικαίωμά» της δηλαδή να επιβάλλει τα συμφέροντά της στην «αυλή» της. Ο λαός του Αφγανιστάν γνωρίζει πολύ καλά τι μπορεί να σημαίνει αυτό το δικαίωμα: θάνατο. Οι ΗΠΑ εισέβαλλαν στο Αφγανιστάν το 2001, στον «πρώτο» πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Είκοσι περίπου χρόνια πριν είχαν εισβάλλει στη χώρα οι Ρώσοι.

Η αιχμή του αντιπολεμικού κινήματος στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες του ΝΑΤΟ πρέπει να είναι οι πολεμικές προετοιμασίες της Δύσης, η πολεμοκαπηλία των δικών μας κυβερνήσεων. Αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει να τρέφουμε καμιά αυταπάτη για τη φύση της διαμάχης. Ο εχθρός του εχθρού μας δεν είναι φίλος μας. Η Ρωσία δεν είναι το «αντίπαλο δέος» του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Είναι μια ιμπεριαλιστική Μεγάλη Δύναμη με τα δικά της συμφέροντα και τις δικές της θανατηφόρες επιδιώξεις.