• Τρί, 12/02/2013 - 16:03
Εννέα (9)+ένα (1) ερωτήματα για την πολιτική της κομμουνιστικής αριστεράς [του Παναγιώτη Μαυροειδή]

Ας τα θέσουμε λοιπόν συνοπτικά, ίσως απλουστευμένα, αλλά και με την απαραίτητη σαφήνεια που απαιτεί η κρισιμότητα της κατάστασης και οι προβληματισμοί μέσα στον αριστερό κόσμο και σε αγωνιστές του λαϊκού κινήματος.

Ερώτημα Πρώτο: Καταργούμε τα Μνημόνια και Διαπραγματευόμαστε τις Δανειακές Συνθήκες για το Χρέος;

Μα τι είναι τα Μνημόνια; Είναι ένα πρόγραμμα κοινωνικών οικονομικών τομών απόλυτα αντιλαϊκών και βεβαίως αντιδημοκρατικών, που ορίζουν μεταξύ των άλλων, το πώς  θα εξυπηρετηθεί, θα υλοποιηθεί  η αποπληρωμή του χρέους και θα παραδοθούν όλα στους δανειστές.

Το να πει κανείς ‘’καταργώ την υλοποίηση της πληρωμής του χρέους, αλλά διαπραγματεύομαι τον τρόπο, τον χρόνο και το ποσοστό  πληρωμής του χρέους’’, είναι εντελώς παράλογο. Ειδικά μάλιστα με τη δέσμευση  ότι ‘’δεν θα υπάρξουν μονομερείς ενέργειες’’! Είναι σα να λες ‘’φεύγουν οι  αμερικάνικες βάσεις που μένουν’’, για όσους θυμούνται τον αθάνατο Ανδρέα…

Κοροϊδεύουμε αλήθεια  τους κουτόφραγκους ή αποκοιμίζουμε τον ελληνικό λαό;

Συνεπώς…

Επειδή θέλουμε να ζήσουν οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι, παλεύουμε για την ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ, άρα ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕ ΜΟΝΟΜΕΡΩΣ τα ΜΝΗΜΟΝΙΑ και ΤΙΣ ΔΑΝΕΙΑΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ της υποδούλωσης και τις αντεργατικές πολιτικές που συνεπιφέρουν

Ερώτημα Δεύτερο: Διαγράφουμε το Χρέος-Καταργούμε τα Μνημόνια και μένουμε στην ευρωζώνη;

Δηλαδή τι λέμε; Δεν πληρώνουμε το Χρέος, που δεν ανήκει  πλέον σε funds και ιδιώτες δανειστές αλλά στην ΕΕ, στην ΕΚΤ και ταυτόχρονα αναμένουμε την ροή των ευρώ μέσω της ευρωζώνης. Υπάρχει τέτοιο ευαγές ίδρυμα όπου οι κουτόφραγκοι μοιράζουν λεφτά  στην Βαλκανική πονηριά και δεν το γνωρίζουμε;

Ας θυμηθούμε τα στοιχειώδη. Ο  μηχανισμός της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης στην Ευρωζώνη, είχε και έχει τρεις θεμελιώδεις προϋποθέσεις.

Πρώτο: κοινό νόμισμα. Εισήγαγαν το ευρώ με τις παραπάνω λειτουργίες.

Δεύτερο: ενιαίο τραπεζικό σύστημα.  Έχουμε την ΕΚΤ σε ρόλο δικτάτορα και  προχωράνε τώρα σε τραπεζική εποπτεία ή/και ένωση.

Τρίτο: δημοσιονομική πειθαρχία. Είναι ακριβώς αυτό που ζούμε τώρα με τα μνημόνια. Μάλιστα η συμμαχία με το ΔΝΤ, όχι μόνο για τις «υπερχρεωμένες» χώρες του νότου, αλλά για κάθε χώρα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δέχεται «βοήθεια» από την ΕΚΤ,  αποτελεί στρατηγική επιλογή για την ΕΕ.

Υπάρχει το  επιχείρημα που λέει ‘’κοιτάξτε, σωστά είναι αυτά, αλλά  δε θα μας διώξουν, επειδή θα πάθουν μεγάλη ζημιά’’. Αυτό είναι σωστό, αλλά για τώρα! Δε μας διώχνουν φυσικά τώρα, που είμαστε δεμένοι, σφαγμένοι και πληρώνουμε.  Διότι, φυσικά θα πάθουν ζημιά και ειδικά (τα χρέη που δε θα πάρουν, το πλιάτσικο που θα μείνει στη μέση) και γενικά (κίνδυνος ντόμινο στην ευρωζώνη). Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, η αστική τάξη δρα πάνω από όλα πολιτικά. Αν θέλει να εκβιάσει και να οδηγήσει έναν λαό στην τιμωρητική εξαθλίωση ώστε να σφραγίσει κάθε ρωγμή, θα το κάνει, ακόμα και αν έχει πρόσκαιρο οικονομικό κόστος, που και αυτό δεν είναι σίγουρο.

Συνεπώς…

Ευρωζώνη σημαίνει μνημόνιο, μνημόνιο σημαίνει Ευρώ.  Η έξοδος από την  ευρωζώνη εκτός από αναγκαία λόγω της αποδεδειγμένης πλέον αντιδραστικής φύσης της, είναι και απολύτως αναγκαστική αν υπάρξει - μονομερής φυσικά! - κατάργηση των μνημονίων και άρνηση πληρωμής του χρέους.

Ερώτημα Τρίτο: Έξοδος από την ευρωζώνη και παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση;

Η ουσία δεν βρίσκεται στις τεχνικές πλευρές, αλλά στην πραγματική φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις συνέπειες της ένταξης και παραμονής της Ελλάδας σε αυτήν, όπως και στην ευρωζώνη

Ας δούμε δύο παραδείγματα από το παρελθόν.

Βιομηχανική Παραγωγή στην Ελλάδα: Το 1976 η βιομηχανική παραγωγή αποτελούσε περίπου το 34% του ΑΕΠ, το 2000 αυτή ήταν σχεδόν στο 21% και το 2008 κατέληξε στο 19%.

Αγροτική Παραγωγή στην Ελλάδα: Το 1976 η αγροτική παραγωγή αποτελούσε το 14% του ΑΕΠ, το 2000 αυτή ήταν σχεδόν στο μισό και το 2008 κατέληξε στο 3%.

Με άλλα λόγια, ο βασικός όγκος της καταστροφής έγινε στη συνολική 30ετία της ενσωμάτωσης στην ΕΕ και ειδικά στην πρώτη 20ετία και όχι μόνο στην τελευταία δεκαετία του ευρώ. Η ένταξη στην ευρωζώνη ΚΛΕΙΔΩΣΕ την πορεία καταστροφής και την επιτάχυνε καθοριστικά, αλλά δεν την εγκαινίασε, ούτε ορίζει τα όρια της. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι 17 από τις 27 χώρες της ΕΕ, είναι εκτός ευρωζώνης.

Και ένα παράδειγμα από το …μέλλον.

Η παραμονή στην ΕΕ προϋποθέτει  τήρηση  του Δημοσιονομικού  Συμφώνου, που ισχύει από 1/1/2013. Σύμφωνα με αυτό απαιτούνται  έκτακτα μέτρα για την αποπληρωμή του 1/20 του χρέους που υπερβαίνει το όριο του 60% του εξωτερικού χρέους ως προς το ΑΕΠ. Με απλές πράξεις, αυτό για την Ελλάδα, μας δίνει  μέτρα λιτότητας και περικοπών ύψους  10 δις κάθε χρόνο. Μόνο για την εκπλήρωση ενός  όρου! Με όποια κυβέρνηση θέλετε και με καταργημένα τα ισχύοντα Μνημόνια.

Συνεπώς…

Βασική προϋπόθεση για να  σωθούν οι μισθοί, να ξανα-δημιουργηθούν δουλειές και να υπάρξουν δημόσιες κοινωνικές  πολιτικές, είναι η διπλή έξοδος από Ευρωζώνη και ΕΕ. Δεν είναι η λύση, είναι όμως η αφετηρία μιας άλλης αντικαπιταλιστικής πορείας στην Ελλάδα και όχι μόνο.

Ερώτημα Τέταρτο: Έξοδος από την ΕΕ και επιλογή ενός δρόμου ανεξάρτητης καπιταλιστικής ανάπτυξης της Ελλάδας;

Από άποψη προοπτικής  η κατεύθυνση για επιστροφή στον καπιταλισμό του 2009 ή του 1980, όχι απλά δεν είναι στόχος της αντικαπιταλιστικής κομμουνιστικής αριστεράς, αλλά είναι και απολύτως αντι-ρεαλιστική. Για δύο βασικούς λόγους.

Ο πρώτος είναι γενικός.  Η σοβαρή παγκόσμια  καπιταλιστική κρίση με το μεγάλο βύθισμα της αρνητικής ανάπτυξης του 2009 - για πρώτη φορά μεταπολεμικά-  δεν αποτέλεσε ‘’κόλπο’’ ή επιλογή του καπιταλισμού ή των καπιταλιστών, για να ρίξουν τα μεροκάματα και  να  έχουν καλύτερο ταξικό συσχετισμό όταν θα ‘’επιλέξουν’’ την νέα ανάπτυξη. Αλλά και πραγματικό, εγγενές, ανεξέλεγκτο, άλυτο πρόβλημα για τον καπιταλισμό, που δεν  του επιτρέπει να επιστρέφει κατά τον  ανοδικό κύκλο στο σημείο που ήταν πριν την κρίση, αλλά σε ένα πολύ κατώτερο, με μεγάλο θύμα την εργατική τάξη. Ο καπιταλισμός μετά από κάθε κρίση, θα έχει όλο και μεγαλύτερο ανεργία, αιματηρή λιτότητα, άρα θα είναι όλο και πιο εκμεταλλευτικός, αλλά και πολύ αντιδραστικότερος.

Υπάρχει όμως και ειδικότερος λόγος. Οι εργατικές τάξεις και τα λαϊκά στρώματα στην  Ελλάδα και άλλες χώρες με παρόμοια χαρακτηριστικά ανάπτυξη, που παρά την ανάπτυξη σύγχρονων χαρακτηριστικών του καπιταλισμού δεν ανήκουν στις χώρες πρώτης ταχύτητας του καπιταλιστικού κόσμου, θα υφίστανται με διπλό αρνητικό τρόπο τις παραπάνω συνέπειες. Πολλές φορές μάλιστα, όπως τώρα στην Ελλάδα, με απόλυτα καταστροφικό ρυθμό. Αυτό σχετίζεται με την ανισομετρία στην καπιταλιστική ανάπτυξη και την  ανισοτιμία και ανταγωνισμό  στις σχέσεις μεταξύ καπιταλιστικών κρατών, που οδηγεί σε διπλή καταλήστευση των λαών των  περιφερειακών χωρών, καθώς οι άρχουσες τάξεις ‘’τους’’ πρέπει να εισπράττουν και τη ‘’μίζα’’ που πληρώνουν στις ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες.

Συνεπώς…

Η διπλή έξοδος από ευρωζώνη και ΕΕ,  πρέπει να ενταχθεί  σε μια νέα αντικαπιταλιστική πορεία, με γνώμονα τα συμφέροντα της κοινωνικής εργαζόμενης πλειονότητας, πριν από όλα στην απασχόληση, την αξιοπρεπή εργασία και ζωή, αλλά και  τη δημοκρατία και την ελευθερία. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ταυτίζονται χρονικά και μηχανιστικά η έξοδος από την ΕΕ και η αντικαπιταλιστική ανατροπή.

Ερώτημα Πέμπτο: Ανάπτυξη και απασχόληση στηριγμένη σε ιδιωτικές, ελληνικές ή ξένες επενδύσεις;

Η θεωρία των αστικών δυνάμεων είναι πλέον αρκετά σαφής. Αν έχουμε χαμηλά μεροκάματα, χαμηλή φορολογία στην επιχειρηματική δράση, κατάργηση συμβάσεων, απεργιών, αλλά και περιβαλλοντικών όρων, τότε θα έρθουν επενδυτές, θα δημιουργηθούν δουλειές, θα έχουμε ψωμάκι και μετά έχει ο θεός.

Οι κομμουνιστές και το συνειδητό εργατικό κίνημα φυσικά και αντιπαλεύουν αυτή την προοπτική. Όχι μόνο γιατί, στην πλήρη εξέλιξή της,  είναι άδικη, αντεργατική και αντικοινωνική, αλλά και γιατί στις σημερινές συνθήκες, δεν μπορεί να έχει ούτε καν δευτερεύουσες θετικές επιπτώσεις έστω στην απασχόληση.

Μην ξεχνούμε την καπιταλιστική κρίση που είναι κρίση  υπερσυσσώρευσης. Δε λείπουν τα κεφάλαια και οι επενδυτές. Με ένα παγκόσμιο ΑΕΠ γύρω στα 60 τρις, τα λιμνάζοντα κεφάλαια που κάνουν βόλτες σε βραχυχρόνιες κερδοσκοπικές τοποθετήσεις εκτός παραγωγής είναι τουλάχιστον 10 φορές περισσότερα. Λείπει, με βάση την κεντρική λογική αυτού του συστήματος, το κίνητρο ενός υψηλού ποσοστού αποδόσεων, καθώς η γενική τάση είναι η πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν γίνονται Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ). Γιατί να γίνουν στην Ελλάδα όμως; Θα είναι άραγε η χώρα με το μικρότερο κόστος όλων;  Και να ίσχυε αυτό, που δεν ισχύει φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το εργατικό κόστος, δεν είναι το μοναδικό κριτήριο των επενδύσεων στον καπιταλισμό, ούτε μπορεί από μόνο του να απαντήσει στη λαιμαργία των υψηλών αποδόσεων. Την  δεκαετία 1995-2005, ο μεγαλύτερος όγκος των ροών των ΑΞΕ ήταν μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών, με τις πρώτες εννέα στη λίστα υπερ-αναπτυγμένες χώρες (ΗΠΑ, Βέλγιο, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Καναδάς, Ισπανία,  Σουηδία), να καλύπτουν το 80% των ΑΞΕ! Μεγάλο μέρος τους  κατευθύνεται σε φούσκες των real estate και των χρηματοοικονομικών κυρίως.

Συνεπώς…

Νέος γύρος  καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, βασισμένη στο ιδιωτικό κεφάλαιο, μπορεί θεωρητικά να υπάρξει. Με τίμημα ένα γύρο γιγαντιαίας καταστροφής κεφαλαίου, παραγωγικών δυνάμεων και εργαζόμενων ώστε να εκτονωθεί η κρίση υπερσυσσώρευσης και να «πάρει μπροστά η καπιταλιστική μηχανή» πάνω στα κοινωνικά ερείπια. Αλλά και πάλι αυτή η «ανάπτυξη» θα συνοδεύεται από  τεράστια ανεργία. Απαιτείται 5,5% ετήσια ανάπτυξη επί 5 συνεχή έτη για να κατέβει η ανεργία στο 10%!  Ταυτόχρονα θα είναι μια θανατηφόρα  ψευδο-ανάπτυξη για την κοινωνία, καθώς θα στηρίζεται στην άγρια λιτότητα, βάρβαρες εργασιακές σχέσεις και έλλειψη  δημόσιων  πολιτικών.

Ερώτημα Έκτο: Ανάπτυξη και απασχόληση στηριγμένη στην δικαιότερη αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου;

Πρόκειται για το βασικό προσανατολισμό του οικονομικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο διακηρύσσει ότι θα διατηρήσει το σημερινό  επίπεδο δαπανών  (πράγμα φυσικά απολύτως αντεργατικό, διότι προϋποθέτει αποδοχή των περικοπών των μνημονίων), αλλά θα βελτιώσει το σκέλος των εσόδων με προοδευτική φορολόγηση του κεφαλαίου.  Θα έχουμε δηλαδή, με την δραστηριοποίηση - υπό άλλους κανόνες και όρους - του ιδιωτικού κεφαλαίου,  μια μεγάλη οικονομική ανάκαμψη και δυνατότητα με γενναία ανακατανομή εισοδήματος να ανακουφιστούν τα λαϊκά στρώματα;

Πρώτη προϋπόθεση για αυτό είναι να γίνουν ιδιωτικές επενδύσεις. Αυτό προφανώς δεν είναι ζήτημα  …υπόδειξης προς το κεφάλαιο. Θα ήταν αστείο. Εδώ μιλάει βεβαίως πάντα το συμφέρον.

Πέρα από τις γενικότερες αιτίες που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο σημείο και κάνουν συζητήσιμη μια άμεση προοπτική σημαντικού όγκου ιδιωτικών επενδύσεων, έχει σημασία να δούμε πως αξιολογεί ο ΣΥΡΙΖΑ τις αιτίες του δισταγμού των επενδυτών, διότι αυτό υποδεικνύει προφανώς και τη θεραπεία που θα εφαρμόσει.  Ο  πρόεδρος του Α. Τσίπρας στη συνέντευξη του στην Ε. Στάη στη ΝΕΤ στις 28 Γενάρη 2012, ανάφερε πέντε βασικές αιτίες για την επενδυτική αποχή:

α. την αβεβαιότητα γύρω από το ζήτημα του ευρώ που ‘’δημιουργούν άλλοι και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ’’ (για πρώτη φορά συνειδητοποίησα πως και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συμβάλλει στο να μην γίνονται επενδύσεις στην Ελλάδα!),

β. την γραφειοκρατία του δημοσίου,

γ. το καθεστώς ασυδοσίας των ‘’ολιγαρχών’’ που ελέγχουν τα πάντα,

δ. στην ασάφεια και αστάθεια  του φορολογικού και

ε. την διαφθορά του δημοσίου

Κατανοούμε πως αυτά τα απίστευτα  δεν γίνονται εύκολα πιστευτά από αγωνιστές του ΣΥΡΙΖΑ, για αυτό παραπέμπουμε στο σχετικό βίντεο.

Τα παραπάνω, θυμίζουν όλη την επιχειρηματολογία των μνημονιακών δυνάμεων. Προϊδεάζουν για μια ανοιχτά  φιλο-καπιταλιστική πολιτική και όχι για μια διστακτική και μεσοβέζικη ρεφορμιστική αντικαπιταλιστική προσπάθεια, που έστω θα φέρει δουλειές και κάποιο εισόδημα. Οδυνηρή για πολλούς απόδειξη για αυτό, αποτελεί ο μη αποκλεισμός των ιδιωτικοποιήσεων ως   μεθόδου προσέλκυσης επενδύσεων, ο καθαγιασμός ακόμη και του ξεπουλήματος στην   COSCO του λιμανιού στον Πειραιά. Η μόνη διαφορά που ψελλίστηκε ήταν η ‘’ισχυρή έρευνα αγοράς’’, ώστε τελικά να υπάρχει ‘’αξιοποίηση και όχι εκποίηση’’.

Η δεύτερη προϋπόθεση για την αναδιανομή, είναι βεβαίως το κεφάλαιο να συναινέσει στη φορολόγηση του. Αν αυτό είναι ζήτημα …απειλής, στερείται νοήματος. Διότι εδώ μιλάει η πραγματική οικονομική και πολιτική δύναμη. Ας θυμηθούμε τον εφοπλιστή (αλλά και τραπεζίτη) Ρέστη να κοροϊδεύει: ‘’Θέλετε να μας φορολογήσετε; Άμα μας βρείτε!’’.

Συνεπώς…

Η προσδοκία ιδιωτικών καπιταλιστικών επενδύσεων μεγάλης απόδοσης και ειδικότερα ανακούφισης των προβλημάτων απασχόλησης και εισοδήματος, μέσω γενναιότερης φορολογίας τους κεφαλαίου, είναι απόλυτα αντι-ρεαλιστική, όσο το κεφάλαιο διατηρεί αλώβητη την εξουσία του, όσο έχει το «επενδυτικό μονοπώλιο», όσο διατηρεί το δικαίωμα να μετακινείται ελεύθερα εκβιάζοντας με την φυγή του κυβερνήσεις και λαούς. Η διατήρηση ή/και δραματική αύξηση των δυσβάστακτων ποσοστών ανεργίας, όχι μόνο  θα ‘’κάψει’’ την οποιαδήποτε κυβέρνηση, ακόμη και αν είναι αριστερή, αλλά θα βάλει και σε οδυνηρή δοκιμασία το εργατικό κίνημα και την κομμουνιστική αριστερά σε ότι αφορά το ρόλο τους, αν ταυτιστούν με αυτόν τον αδιέξοδο δρόμο.

Ερώτημα Έβδομο: Παραγωγική ανασυγκρότηση, χωρίς αλλαγή παραγωγικών σχέσεων;

Σε αντίθεση με όλες τις παραπάνω προσεγγίσεις, η κομμουνιστική αριστερά πρέπει να θέτει το ζήτημα ενός άλλου προσανατολισμού της οικονομίας και των κοινωνικών λειτουργιών, με κριτήριο να ζήσει ο λαός. Τίθεται εκ των πραγμάτων η ανάγκη μιας οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης στη βάση ενός ανασχεδιασμού της  παραγωγικής διάρθρωσης αλλά και των εσωτερικών  δομών της παραγωγής. Αυτή η ανασυγκρότηση για να είναι σε όφελος της εργατικής τάξης, πρέπει να έχει αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα.

Αλλά ας μιλήσουμε συγκεκριμένα.

Κατ’ αρχήν χρειάζεται μια διαφορετική κεντρική φιλοσοφία: Στην θέση του ιδιωτικού καπιταλιστικού κέρδους, πρέπει να μπει  το δημόσιο κοινωνικό όφελος και οι παραγωγοί του, δηλαδή ο κόσμος της εργασίας.  Αλλά και κάποιες θεμελιώδεις αρχές, όπως:

Στόχος της παραγωγής πρέπει να είναι κάλυψη των εσωτερικών αναγκών, και όχι η επίτευξη ανταγωνιστικότητας για εξαγωγές γενικά. Δε χρειαζόμαστε και δε θέλουμε ανάπτυξη τύπου Κίνας με ευημερούντες ρυθμούς ΑΕΠ και εργαζόμενους στην πείνα και τη λιτότητα.

Οι  εργαζόμενοι να είναι σε καλύτερη θέση στην παραγωγή (και στη διανομή φυσικά, αλλά όχι μόνο εκεί), με καλές συνθήκες εργασίες και ουσιαστικό εργατικό έλεγχο.  Τελικά, και αυτός είναι ο αναγκαίος και δίκαιος στόχος, στο τιμόνι, στην κυριαρχία επί της παραγωγής. Δε θέλουμε τους εργαζόμενους δεμένους χειροπόδαρα, υπό καθεστώς τρομοκρατίας και ελέγχου της ζωής τους, αλλά ελεύθερους ανθρώπους.

Αναπροσανατολισμός  της διάρθρωσης της παραγωγής με βάση τις λαϊκές ανάγκες. Δε μπορεί να μην έχεις εργοστάσιο ζάχαρης ή μια συνεταιριστική γαλακτοβιομηχανία για παράδειγμα  και να έχεις βιομηχανία μηχανών για τυχερά παιχνίδια.

Στην ουσία, τα παραπάνω ορίζουν μια αναγκαία πορεία σύγκρουσης με την καπιταλιστική λογική, τον κόσμο του κεφαλαίου, την οικονομική και πολιτική εξουσία του. Θέτουν με ουσιαστικό τρόπο το ζήτημα του σύγχρονου κομμουνισμού, υπό το πρίσμα των αναγκών της ανατροπής της επίθεσης και της επιβίωσης των εργαζομένων

Συνεπώς…

Αντικαπιταλιστική παραγωγική ανασυγκρότηση, σημαίνει βασική μεταβολή πριν από όλα στο επίπεδο των σχέσεων  παραγωγής, με ανάδειξη της δημόσιας κοινωνικής ιδιοκτησίας και του εργατικού ελέγχου της παραγωγής σε βασικούς μοχλούς της οικονομίας. Διέξοδος από την κρίση τελικά, σημαίνει  να χάσει πλούτο και  ιδιοκτησία  το κεφάλαιο στον πυρήνα της οικονομίας. Να κλονιστεί η εξουσία του και τελικά να ανατραπεί.

Ερώτημα Όγδοο: Αντικαπιταλιστική διέξοδος χωρίς εργατικό κίνημα με πολιτικό ρόλο και ανατρεπτική δυνατότητα;

Αν λοιπόν το ζήτημα της στοιχειώδους αντιμετώπισης του βασικότατου ζητήματος της απασχόλησης, απαιτεί μια τόσο ριζική μεταβολή στο επίπεδο της ιδιοκτησίας, μια επίταξη του συνόλου του παραγωγικού ιστού της χώρας στο όνομα της επιβίωσης της κοινωνίας, μπορούμε να προσδοκούμε ότι αυτό θα κριθεί στο πεδίο της βουλής; Με υποκείμενο αυτή ή την άλλη πολιτική δύναμη ή έστω με συνεργασία δυνάμεων,  στο πλαίσιο μιας διαχειριστικής πολιτικής με φιλο-λαικές προθέσεις;

Θα πρόκειται για εγκληματική αυταπάτη. Αντίθετα, μια νικηφόρα έκβαση στη σφοδρή ταξική σύγκρουση που αναπόφευκτα σηματοδοτεί αυτή η αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, προϋποθέτει πρωτίστως ένα εργατικό κίνημα, με ανταγωνιστική συγκρότηση προς την αστική πολιτική και τους φορείς της, με πολιτική συνειδητότητα, ανέβασμα της  μαχητικότητας και των μορφών πάλης.    Είμαστε τόσο κοντά ή τόσο μακριά από την προοπτική μιας πολιτικής στροφής που θα δίνει ανάσα επιβίωσης, όσο είμαστε κοντά ή μακριά από μια τέτοια πραγματικότητα και αυτό βάζει τον πήχη της ουσιαστικής ευθύνης για την κομμουνιστική αριστερά.

Πολλές φορές,  σαν «επιχείρημα» για τον δρόμο της ρεαλιστικής προσαρμογής αναφέρεται ο εσωτερικός και διεθνής «συσχετισμός δυνάμεων». Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο συσχετισμός δυνάμεων είναι εξαιρετικά αρνητικός. Όμως αν έδειξε κάτι το προηγούμενο διάστημα είναι ότι ακριβώς είμαστε σε μια περίοδο που οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί αλλάζουν. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχτηκε από το 5% στο 27%, όταν οι πλατείες και οι απεργίες έβραζαν, όταν μίλαγε για διαγραφή του χρέους. Αντίθετα η τάση της «ρεαλιστικής στροφής», η διάχυτη αίσθηση ότι όλο του το άγχος είναι να δώσει εγγυήσεις προκειμένου να εξασφαλίσει την ανοχή των κέντρων για την άνοδό του στην εξουσία, δημιουργεί σημαντικά προβλήματα στο κίνημα (και τον ίδιο,  αλλά αυτό είναι δικό του πρόβλημα).

Το αν θα υπάρξει,  όχι  μια  ‘’κυβέρνηση κομμάτων της αριστεράς’’, αλλά μια  κυβέρνηση που  θα εφαρμόσει αριστερή πολιτική, δηλαδή μια πολιτική υπέρ των εργαζομένων, δεν κρίνεται στην κάλπη, ούτε στην επίκληση της ανάγκης της. Ενδεχομένως εκεί -και κάτω υπό προϋποθέσεις-  μπορεί να εκφράζεται μια σχετική δυναμική. Κρίνεται αντίθετα, στο αν θα υπάρξει ένας οργανωμένος λαός, με πυρήνα ένα πολιτικοποιημένο εργατικό κίνημα, που δεν περιμένει την τρικομματική κυβέρνηση να ολοκληρώσει το φριχτό της έργο και να «πέσει σαν ώριμο φρούτο». Κρίνεται στο  αν παλεύει για πολιτικούς στόχους που το φέρνουν σε ρήξη με την δύναμη του κεφαλαίου και της ΕΕ για να υπερασπίσει τα δικαιώματά του ή κινείται στο πλαίσιο τους. Κρίνεται στο αν οργανώνεται να αντιμετωπίσει την βία της εργοδοσίας και την ένοπλη, κατασταλτική βία του κράτους ή αν έχει την λογική «θα σας ταράξουμε στην νομιμότητα». Μόνο με αυτή την πολιτική στρατηγική,  μπορεί  να φτιαχτεί ένα κίνημα ανατροπής και άρα και μια κυβέρνηση αντικαπιταλιστικής ανατροπής και σύγκρουσης με την ΕΕ.  Διαφορετικά, το μόνο που μπορεί να προκύψει –και αυτό πολύ δύσκολα- είναι  μια κυβέρνηση διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, όπως στην Κύπρο, που θα πεταχτεί σαν στημένη λεμονόκουπα.

Συνεπώς…

Μόνο ένα άλλο κίνημα με πολιτικό ρόλο και ανατρεπτική μαχητική ικανότητα,  μπορεί να αποτελέσει την βάση για την αντικαπιταλιστική διέξοδο. Η ανυπαρξία ή η υποταγή του κινήματος σήμερα στα όρια της κυρίαρχης πολιτικής, μπορεί να γεννήσει μόνο πολιτικές και κυβερνητικές λύσεις στα όρια του συστήματος αύριο.

Ερώτημα Ένατο: Δρόμος χωρίς στόχο,  στόχος χωρίς δρόμο ή επαναστατική πολιτική;

Στην ουσία, θα μπορούσε να πει κάποιος, ένας τέτοιος προσανατολισμός σε ότι αφορά τους αναγκαίους στόχους και μετασχηματισμούς, τους  φορείς υλοποίησης, το πεδίο και τον τρόπο επιβολής τους, συνθέτουν μια κατεύθυνση αντικαπιταλιστικού αγώνα με σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική. Αν βεβαίως συμφωνούμε ότι κομμουνισμός πρωτίστως σημαίνει μια γενικευμένη κοινοκτημοσύνη των δημόσιων αγαθών, σε συνθήκες δημοκρατίας, ελευθερίας, δηλαδή με εργατική εξουσία.

Δε βρίσκουμε λόγο να φοβόμαστε να  ανοίξει αυτή η συζήτηση. Μόνο που πρέπει να γίνει με ουσιαστικούς όρους. Ούτε με όρους συμβόλων, ούτε με απαγορευμένες ζώνες. Η κατάσταση η σημερινή, όπως και κάθε κατάσταση πολιτικής κρίσης, γεννά ταυτόχρονα,  βίαια και  απότομα  τη δυνατότητα  τόσο για το καλύτερο, όσο και για το χειρότερο.

Συνεπώς…

Επαναστατική αριστερά, σημαίνει επαναστατική πολιτική. Δεν υπάρχει δρόμος χωρίς στόχο. Πρέπει να  διαμορφώνουμε τον καθημερινό βηματισμό, την τακτική, την τρέχουσα πολιτική,   υπό το πρίσμα των συνολικών απαντήσεων και του καθολικού κομμουνιστικού  μετασχηματισμού, ειδικά σήμερα που ο καπιταλισμός είναι κατονομάσιμος από πολλούς σε ότι αφορά την ευθύνη του για την κοινωνική καταστροφή.. Είναι αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ το θεωρεί αχρείαστο. Δεν υπάρχει όμως και στόχος, χωρίς δρόμο. Πρέπει να κεντράρουμε στην ανάγκη της αντικαπιταλιστικής πάλης και του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, κόντρα στις αυταπάτες για δικαιότερο καπιταλισμό, υπό το πρίσμα μιας πολιτικής γραμμής που θα απαντά στο δυσκολότερο όλων: στο πως  θα συγκροτεί κοινωνικά και πολιτικά το υποκείμενο αυτών των μεγάλων ανατροπών πρώτα από όλα μέσα από τη σύγκρουση για την επιβίωση και τη σύγκρουση με τον αντίπαλο. Στη βάση ενός προγράμματος κρίσιμων αντικαπιταλιστικών στόχων ανατροπής του συσχετισμού και ανόδου της λαϊκής αυτοπεποίθησης. Είναι αυτό που το ΚΚΕ θεωρεί μάταιο και αποπροσανατολιστικό.

Μια ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά, πρέπει να αποφύγει το σκόπελο των εύκολων βολικών απαντήσεων, καταφεύγοντας στη γλυκιά θαλπωρή είτε της ''άμεσης απάντησης'', είτε του απρόσιτου μέλλοντος. Μόνο έτσι θα έχει τις προϋποθέσεις να απαντήσει το βασικό ερώτημα, με θετικό τρόπο:

Προς μια ταπεινωτική ήττα ή προς μια ανεπανάληπτη επαναστατική εμπειρία;

Η δοκιμασία θα είναι πολύ σκληρή για όλες τις τάσεις και τα ρεύματα της κομμουνιστικής αριστεράς.

* Το άρθρο ετοιμάστηκε για το ηλεκτρονικό περιοδικό baboushka