- Παρ, 09/05/2014 - 19:46
Ιδιωτικοποίηση της φύσης: στην καρδιά της κοινωνικής σύγκρουσης [του Πέτρου Φύτρου]
Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών για τις παραλίες φέρνει με τον πιο θλιβερό τρόπο στην επιφάνεια κάτι που πολλές φορές δείχνουμε να ξεχνάμε: μετά την καταστροφή της ζωής των ανθρώπων, στη νέα φάση της μνημονιακής εποχής επόμενο βήμα θα είναι η άνευ προηγουμένου λεηλασία, καταστροφή και ιδιωτικοποίηση του φυσικού πλούτου της χώρας. Φυσικά πρόκειται για μια διαδικασία που δεν είναι καινούργια, ούτε στενά «μνημονιακή», αλλά βαθύτερα στρατηγική για τον ελληνικό καπιταλισμό και συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το αναπτυξιακό του όραμα. Γι’ αυτό και οι κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας έχουν προσπαθήσει συστηματικά να ελαστικοποιήσουν ή να άρουν την –ελλιπή μεν, αλλά όχι αμελητέα- νομική προστασία του φυσικού πλούτου της χώρας. Η κατεύθυνση είναι λίγο πολύ κοινή: διευκόλυνση των μεγάλων -τουριστικών κυρίως- επενδύσεων με διαδικασίες εξπρές, θεσμοθέτηση της δυνατότητας δόμησης ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές και σε τελική ανάλυση αξιοποίηση και κέρδος από κάθε σπιθαμή της ελλαδικής γης. Έτσι, μπορεί στην αποτυχημένη απόπειρα αναθεώρησης του Συντάγματος το 2007 το άρθρο 16 να μονοπώλησε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, όμως δεν έλλειπε και η προσπάθεια αναθεώρησης του άρθρου 24 (προστασία περιβάλλοντος). Ενώ, λίγο πιο μετά, με το χωροταξικό σχέδιο για τον τουρισμού του 2009 ο Σουφλιάς άνοιγε το δρόμο για το δόγμα «βίλες και ξενοδοχεία παντού». Αν και δεν έχει περάσει αρκετός καιρός, οι συνθήκες έχουν αλλάξει πολύ από τότε και οι κυβερνήσεις εκτιμούν ότι είναι πιο πρόσφορες για το ξεδίπλωμα μιας τέτοιας πολιτικής: η μαζική φτώχεια θεωρείται ότι θα αποσπάσει το ενδιαφέρον του κόσμου από τα ζητήματα περιβάλλοντος, ενώ η παρατεταμένη ύφεση και η τρομακτική ανεργία θα κάνουν την κοινή γνώμη να δεχτεί πολύ πιο εύκολα την καταστροφή της φύσης στο όνομα της ανάπτυξης που υποτίθεται ότι θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Την ίδια στιγμή η λογική του «τι να κάνουμε, πρέπει να πουλήσουμε και κάτι για να ξεχρεώσουμε», θα μπορέσει να επιβληθεί και ιδεολογικά σε έναν κόσμο εξουθενωμένο από τα αλλεπάλληλα μέτρα, και χωρίς εναλλακτική διέξοδο. Γι’ αυτό και το τελευταίο διάστημα και εντός της μνημονιακής χούντας εκτυλίσσεται μία συνολική στρατηγική λεηλασίας της φύσης και εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, που εξυπηρετείται από μια σειρά αλληλοσυμπληρούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις. Ας αναφερθούν κάποιες που θα παίξουν κεντρικό ρόλο το επόμενο διάστημα, χωρίς να είναι και οι μόνες: 1) Το 2011 στα πλαίσια της υλοποίησης του Μεσοπρόθεσμου Σχεδίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, ιδρύεται το ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου). Το ΤΑΙΠΕΔ θα κάνει αυτό που λέει το όνομα του: θα πουλήσει ο,τιδήποτε χαρακτηριστεί ιδωτική περιουσία του δημοσίου. Φυσικά καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι στο πρόσφατο νομοσχέδιο για τις παραλίες μεταξύ άλλων ορίζεται ότι «ο παλαιός αιγιαλός και η παλαιά όχθη ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου»… 2) Ένα από τα μεγαλύτερα φιλέτα προς πώληση είναι οι ακτές της Αττικής. Στην τεράστια ακτογραμμή από το Φάληρο μέχρι το Σούνιο, businessmen από όλο τον κόσμο εποφθαλμιούν δεκάδες ακίνητα του δημοσίου. Για διευκόλυνση τους έχει συσταθεί η εταιρία Αττικό Παράκτιο Μέτωπο, η οποία θα αναλάβει την εκποίηση δεκάδων ακινήτων στην παραλιακή ζώνη, στο όνομα της ανάπλασης του παραλιακού μετώπου και της δημιουργίας της ελληνικής «Ριβιέρας». Και εδώ δε χρειάζονται πολλά λόγια για τα συμφέροντα που έρχεται να εξυπηρετήσει το νομοσχέδιο για τις παραλίες… 3) Κεντρικός πυλώνας στην όλη στρατηγική είναι το νέο ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τον τουρισμό που πέρασε το Δεκέμβρη. Αποτελεί κέντρο στην υλοποίηση του αναπτυξιακού τουριστικού οράματος: πλέον οι μεγάλες τουριστικές επενδύσεις επιτρέπονται –με διαφορετικό τρόπο και συντελεστές δόμησης ανά περιοχή- σχεδόν σε κάθε σπιθαμή της ελληνικής γης, ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές με ελάχιστες εξαιρέσεις! Παράλληλα δίνεται η δυνατότητα έργων υποδομής (δρόμοι κλπ), τα οποία φυσικά θα μπορούν να αξιοποιηθούν και για άλλες επενδύσεις στο μέλλον. 4) Το χωροταξικό για τον τουρισμό συμπληρώνεται από το νομοσχέδιο για τα δάση, που εμφανίστηκε τον Οκτώβρη και έχει τον παραπλανητικό τίτλο: «Δασικά οικοσυστήματα: Ορισμοί, μέτρα προστασίας, ανάπτυξης και διαχείρισης», και από το πρόσφατο και πολυσυζητημένο νομοσχέδιο για τις παραλίες με τον τίτλο: «Οριοθέτηση, διαχείριση και προστασία αιγιαλού και παραλίας», για το οποίο έχει γίνει και ο μεγαλύτερος θόρυβος. Και στα δύο νομοσχέδια η λέξη «προστασία» χρησιμοποιείται φυσικά κατ’ ευφημισμό, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι αλλάζουν και οι ορισμοί… 5) Φυσικά, όλα αυτές οι ρυθμίσεις ικανοποιούν και τις αιτιάσεις του ΟΟΣΑ για «στρεβλώσεις», «γραφειοκρατία» και γενικά υπερβολικές καθυστερήσεις στην ελληνική αγορά και έρχονται να εξυπηρετήσουν και τις λεγόμενες στρατηγικές fast track επενδύσεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουν να κάνουν και με τις χρήσεις γης και στις οποίες προσδοκά η κυβέρνηση. Κορωνίδα όλων των αλλαγών, για να μπορέσουν να αποδώσουν σε όλη τους την έκταση οι εν λόγω ρυθμίσεις οι οποίες είναι εξόφθαλμα αντισυνταγματικές, θα είναι η άρση των εμποδίων που βάζει το Σύνταγμα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η κυβέρνηση δηλώνει ότι θα προωθήσει εκ νέου την αναθεώρηση των άρθρων 24 και 117 του Συντάγματος, ώστε «να γίνει πληρέστερη η προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και η αντιμετώπιση ακραίων καταστάσεων σε βάρος, όχι μόνο της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά και της ίδιας της περιουσίας του Δημοσίου». Τα παραπάνω δείχνουν ότι δε μιλάμε απλά για φωτογραφικές ρυθμίσεις που εξυπηρετούν τη μία ή την άλλη ομάδα επιχειρηματιών, όπως συχνά - και όχι μόνο στη χώρα μας- συμβαίνει, αλλά για ολοκληρωμένο αναπτυξιακό υπόδειγμα και ως τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Και εδώ είναι που το ζήτημα μετατρέπεται σε κρίκο για την αριστερά. Μιλάμε για για μια στρατηγική με την οποία οφείλουμε να συγκρουστούμε πολιτικά, ιδεολογικά και κινηματικά. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι τη στιγμή που οι άνθρωποι καταστρέφονται και το βιωτικό επίπεδο των εργαζομένων γυρνάει δεκαετίες πίσω, είναι πολυτέλεια να ασχοληθούμε με τέτοια ζητήματα. Όμως ακριβώς σήμερα είναι που το θέμα ανοίγει συνολικά και σε όλα τα επίπεδα. Γιατί η ιδιωτικοποίηση του φυσικού χώρου και η καταστροφή του περιβάλλοντος δεν είναι «παράπλευρη απώλεια», αλλά βασικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού της εποχής μας. Και αυτό όχι γιατί μιλάμε γενικά και αόριστα για «κακούς» και «ασυνείδητους» καπιταλιστές, αλλά για ένα σύστημα που για να ξεπεράσει την κρίση του όχι μόνο σαρώνει τα εργατικά δικαιώματα, αλλά και αναζητά νέα πεδία κερδοφορίας, επεκτείνοντας τις σχέσεις ιδιοκτησίας ακριβώς και σε πράγματα που πριν από μερικά χρόνια ανήκαν σε όλους. Γι΄ αυτό σήμερα οφείλουμε να μιλήσουμε: Α) Για τα δημόσια αγαθά και τους δημόσιους χώρους, σε συνδυασμό και με θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων. Οι θάλασσες, τα βουνά, τα ποτάμια δεν μπορούν να ανήκουν σε κανένα. Γι’ αυτό και ανήκουν σε όλους. Η λογική του δημόσιου και δωρεάν, οφείλει να προταχθεί σε σύγκρουση με τη λογική της «αξιοποίησης» και των «επενδύσεων». Σήμερα δεν πρέπει να φοβηθούμε να πούμε ότι είμαστε με τις «αναξιοποίητες» παραλίες, τα «αναξιοποίητα» βουνά, τα «αναξιοποίητα» δάση, με τους χώρους από τους οποίους δεν κερδίζει κανένας, αλλά μπορεί να τους απολαύσει ο καθένας. Στο ίδιο πλαίσιο θα πούμε με θάρρος ότι και η ξεκούραση, η ψυχαγωγία, οι διακοπές σε τελική ανάλυση, είναι δικαίωμα των εργαζομένων και αυτό υπερασπιζόμαστε. Β) Για την ανάπτυξη και τους όρους της. Η ανάπτυξη για την οποία μιλάει η κυβέρνηση ελάχιστα θα ωφελήσει τους εργαζόμενους. Στο πεντάστερο ξενοδοχείο της ιδιωτικοποιημένης παραλίας, θα δουλεύουν εργαζόμενοι χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με ελαστικές εργασιακές σχέσεις, χαμηλούς μισθούς και χωρίς βασικά δικαιώματα, τη στιγμή που έξω από το ξενοδοχείο άλλες θέσεις εργασίας θα χάνονται και η ανεργία θα παραμένει σε εφιαλτικά επίπεδα. Αν το ένα κομμάτι των επενδύσεων είναι η καταπάτηση δημόσιας γης, το άλλο είναι η διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων. Έτσι, τα ανεβασμένα περσινά νούμερα του ελληνικού τουρισμού συνδέονται με μειώσεις μισθών 30% για όσους εργάζονται στην τουριστική βιομηχανία. Το ζήτημα σήμερα δεν είναι, όπως φαίνεται να υπονοεί και ο ΣΥΡΙΖΑ κάποιες φορές, ότι αν οι παραλίες χτιστούν στο τέλος θα καταστραφεί ο ελληνικός τουρισμός, γιατί η χώρα δεν θα είναι τόσο όμορφη όσο πριν. Αυτοί που θα κάνουν τις επενδύσεις ξέρουν τι θέλουν και που το πάνε. Δεν μπορεί η αριστερά να προσπαθεί να πείσει τους καπιταλιστές ότι οι επιλογές τους είναι λάθος. Κάποιοι πιστεύουν ότι θα κερδίσουν, αλλά για να κερδίσουν δύο είναι οι προϋποθέσεις: οι εργαζόμενοι διαρκώς να χάνουν δικαιώματα στην εργασία, και οι υπόλοιποι να χάνουν διαρκώς δημόσιο χώρο και το δικαίωμα να το απολαμβάνουν. Το μείζον ζήτημα είναι ότι αυτή η ανάπτυξη μόνο στο success story των τουριστικών επιχειρηματιών μπορεί να συμβάλει και ελάχιστα στα συμφέροντα της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Γ) Για την έξοδο από την κρίση και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Κραδαίνοντας τη δαμόκλειο σπάθη του χρέους, η κυβέρνηση θα μπορεί να υπονοεί ότι θα πουλάει για να μη μειώνει μισθούς και ότι για κάθε στρέμμα που πωλείται, σώζονται μερικά ευρώ από τις συντάξεις των γερόντων. Το αίτημα για διαγραφή του χρέους και το συνολικό μεταβατικό πρόγραμμα για έναν άλλο δρόμο εξόδου από την κρίση, όχι μόνο πρέπει να προβληθεί αλλά να πάει και ένα βήμα παραπέρα. Στο έδαφος της ανεργίας και της απελπισίας του κόσμου, η κυβέρνηση θα μιλάει για επενδύσεις. Από την πλευρά μας έχει έρθει η ώρα να να μιλήσουμε συνολικά. Έχει έρθει η ώρα να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και το πώς θα γίνει σε όφελος των εργαζομένων. Και αν οι τουριστικές υπηρεσίες είναι κομμάτι αυτής της ανασυγκρότησης να μιλήσουμε και γι’ αυτές. Σε τελική ανάλυση ας συνειδητοποιήσουμε ότι σήμερα δε νοείται πραγματική σύγκρουση με το σύγχρονο καπιταλισμό χωρίς σύγκρουση με την προσπάθεια του κεφαλαίου να δημιουργήσει νέα πεδία κερδοφορίας και χωρίς ανάδειξη και ζητημάτων περιβάλλοντος. Από εκεί και πέρα δε φτάνει απλώς να μιλάμε, ούτε καν να πρωτοστατούμε σε κάποιες κινητοποιήσεις, αλλά οφείλουμε να δημιουργήσουμε κίνημα που θα μετασχηματίσει την αγανάκτηση των εργαζομένων για τα συντελούμενα περιβαλλοντικά εγκλήματα σε αγωνιστική δράση αξιοποιώντας τόσο παραδοσιακές, όσο και σύγχρονες μορφές. Ως βαθύτατα πολιτικό το ζήτημα δε μπορεί να μείνει ούτε μόνο στις διαμαρτυρίες των περιβαλλοντικών οργανώσεων, που συχνά είτε αρνούνται την αντικειμενική πολιτικοποίηση των ζητημάτων ή ακόμα χειρότερα ασπάζονται κρίσιμες όψεις των νεοφιλελεύθερων δογμάτων για το περιβάλλον, ούτε μόνο στις διαδικτυακές κινήσεις των πολιτών, που δείχνουν μεν αγανάκτηση, αλλά όσο δεν μετασχηματίζονται σε δράση μένουν κενό γράμμα. Ας θυμηθούμε το παράδειγμα της Κερατέας και των Σκουριών, τις μαχητικές κινητοποιήσεις στην Κρήτη και να προσπαθήσουμε να οργανώσουμε πλατιές και μαχητικές κινητοποιήσεις είτε μιλάμε για ένα γήπεδο, είτε για το ξεπούλημα μιας παραλίας, είτε για την ψήφιση ενός νόμου. Κεντρικοί στόχοι πάλης πρέπει να είναι:
Και όλα αυτά δεμένα με την πάλη ενάντια στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση, τις συνολικές διεκδικήσεις των εργαζομένων και το μεταβατικό πρόγραμμα. Τέλος ας μην ξεχνάμε ότι το ζήτημα έχει να κάνει και με απτά πράγματα, όχι και τόσο μακριά από εμάς. Μπορεί μερικές φορές να φανταζόμαστε ότι η υπόθεση αφορά πανέμορφες παραλίες στις οποίες κάποιοι τυχεροί, μπορεί να περάσουν λίγες μέρες το χρόνο, όμως ήδη μπροστά στα πόδια μας έχουμε να δώσουμε μεγάλη μάχη: η εκποίηση του παραλιακού μετώπου της Αττικής, μπορεί και πρέπει να γίνει κεντρικό μέτωπο πάλης από τις δυνάμεις του κινήματος σε μεγάλο κομμάτι της Αττικής. Το αμέσως επόμενο διάστημα οφείλουμε να ανοίξουμε το ζήτημα και να πάρουμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες: να καλέσουμε στη δημιουργία ενός πλατιού συντονισμού για το θέμα του παραλιακού μετώπου και της εκποίησης του δημόσιου πλούτου, και να οργανώσουμε καμπάνια και κινητοποιήσεις για το θέμα. Έχουμε καθυστερήσει, αλλά ακόμα υπάρχει χρόνος. Με μαζικούς αγώνες μπορούμε να βάλουμε φραγμό στα σχέδια τους!
Πέτρος Φύτρος, Γ. Γραμματέας της Ζ΄ ΕΛΜΕ, μέλος ΔΣ του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ Υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος κεντρικού τομέα με την Αντικαπιταλιστική Ανατροπή στην Αττική |