- Παρ, 04/05/2012 - 09:35
Πίσω από τις λέξεις... για την εκλογική τακτική του ΣΥΝ [της Δέσποινας Κουτσούμπα]
Πίσω από τις λέξεις… της Δέσποινας Κουτσούμπα Με τον Αλέξη Τσίπρα είμαστε συνομήλικοι. Ίσως γι’ αυτό να μπορώ να του κάνω κριτική στα ίσα. Πάντοτε, άλλωστε, λέω τη γνώμη μου στους ανθρώπους στα ίσα. Αν δεν μπορώ, τότε φροντίζω να μην τους μιλάω καθόλου. Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, αν δεν κοιτάς εκεί που θες να πας, θα πας εκεί που κοιτάς. Ακόμη χειρότερα, όταν ξεκινάς να πηγαίνεις κάπου, αλλά στην πορεία αποφασίζεις να ακολουθήσεις έναν δρόμο που νομίζεις ότι είναι πιο σύντομος, μπορεί τελικά να χαθείς. Αυτά σκεφτόμουν βλέποντας την τηλεοπτική συνέντευξη του Προέδρου του ΣΥΝ στην Πρωινή Εκπομπή της ΝΕΤ. Στη διάρκειά της απάντησα μερικά ερωτήματα που με απασχολούν εδώ και καιρό σε σχέση με την πολιτική στάση της ηγεσίας του ΣΥΝ. Μεταξύ αυτών, και το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να χρησιμοποιούν στελέχη του ΣΥΝ το καθεστωτικό επιχείρημα περί «χρήσιμης ψήφου» για να κόψουν ψήφους από τα αριστερά τους, κυρίως από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Με πόση ευκολία χρησιμοποιούν δηλαδή το ίδιο επιχείρημα που τόσα χρόνια χρησιμοποιούσαν τα κόμματα των εναλλάξ κυβερνήσεων εναντίον τους! Τελικά φαίνεται πως όταν όμως μπλέκεις τις λέξεις κυβέρνηση, κέντρο και Αριστερά στην ίδια φράση, τότε πολύ εύκολα από την «κυβέρνηση με κέντρο την Αριστερά» μπορεί να διολισθήσεις στην «κυβερνητική κεντροαριστερά». Και τότε ξαφνικά δεν έχεις πρόβλημα να χρησιμοποιείς όχι μία, αλλά πολλές καθεστωτικές ορολογίες… Γιατί στην Αριστερά δεν λέμε φράσεις όπως «υγιής επιχειρηματικότητα» που χρειάζεται η χώρα για να προελκύσει επενδυτές (!), «διότι κανένας σοβαρός επενδυτής δεν θα έρθει σε μια χώρα που είναι καζάνι που βράζει». Ούτε ενσωματώνουμε όρους όπως η «υγειονομική βόμβα», ούτε μασάμε στην κυρίαρχη ρητορεία ότι υπάρχει «πρόβλημα μετανάστευσης» το οποίο προκαλεί την άνοδο της Χρυσής Αυγής, ούτε μιλάμε για «ρεαλιστικές λύσεις» στο θέμα των μεταναστών. Δεν ζητάμε «αξιοκρατικούς νόμους», δεν «έχουμε εμπιστοσύνη» σε θεσμούς όπως η αστική δικαιοσύνη. Τέλος, ούτε για πλάκα δεν αφήνουμε περιθώρια ότι θα πάρουμε ψήφο ανοχής από ακροδεξιά κόμματα όπως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του κου Καμμένου –δεν είναι στην παράδοση της Αριστεράς το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» (πιο σωστά: έχει συνδεθεί με τις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας της, όπως η συγκυβέρνηση του 1989…). Μπροστά σε τόσο mainstream φρασεολογία, προφανώς το κόλλημα με την ΕΕ και η απροθυμία να απεξαρτηθούμε από τους διεθνείς τοκογλύφους με την διαγραφή του χρέους στον πολιτικό λόγο του ΣΥΝ, μάλλον αποτελούν πταίσματα... Θα μου πεις: Είναι κακό να θέλει να κυβερνήσει η Αριστερά; Είναι κακό η Αριστερά να απευθύνεται σε ψηφοφόρους και στελέχη που αποστοιχίζονται από το ΠΑΣΟΚ; Αυτό ζητούσε και ο κόσμος άλλωστε, τόσον καιρό. Αυτό είναι που θα δώσει μια άνοδο στην Αριστερά, για να φοβίσει τους δανειστές μας, θα δώσει μια ανάσα στο λαό και μια άλλη πορεία στην Ευρώπη. Αντιθέτως, η Αριστερά πρέπει να «σηκώσει το γάντι» –αυτό λέει και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ άλλωστε. Ας πάρουμε τα πράγματα ένα ένα. Καταρχάς, η Αριστερά που όλοι στηρίζουμε στόχο έχει την ανατροπή του καπιταλισμού και την εξουσία των εργαζομένων (γι’ αυτό άλλωστε, ως τώρα, κανείς από τον κινηματικό κόσμο δεν συμπεριελάμβανε την Δημοκρατική Αριστερά στο «κάδρο» της Αριστεράς). Άλλο εξουσία του λαού και άλλο «κυβέρνηση της Αριστεράς» (αν μη τι άλλο, πολλές αυτοαποκαλούμενες κυβερνήσεις της Αριστεράς ματοκύλισαν τους εργαζόμενους πολύ χειρότερα από άλλες εκδοχές…). Η εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού διά της κοινοβουλευτικής οδού στις αγαθές του εκδοχές οδήγησε στον άδικο θάνατο αυτού που τον πίστευε μέσα στο Προεδρικό Μέγαρο της Χιλής (και συγνώμη, φίλοι μου, δεν είμαστε ακόμα ισάξιοι του Αλιέντε), είτε στην εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας που γνωρίσαμε πολύ καλά σε αυτή τη χώρα, με την πορεία της από το 1981 στο 1985 και από κει στο 2009 και δώθε. Κατά τη δήλωση του Προέδρου του ΣΥΝ, όμως, «η υπέρβαση του καπιταλισμού δεν είναι μια διαδικασία που γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Υπάρχουν στάδια, υπάρχουν διαδικασίες». Και πάλι, αν δεν κοιτάς εκεί που θες να πας, θα πας εκεί που κοιτάς. Αν δεν κοιτάς στην ανατροπή, ή την ταυτίζεις με την κυβερνητική αλλαγή, τότε αρχίζουν οι εκπτώσεις. Ο πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, ειδικά ο λαϊκός κόσμος, είναι πράγματι σημαντικό να στραφούν στα αριστερά. Όχι απλώς να ψηφίσουν την Αριστερά, αλλά να μετασχηματιστεί η συνείδησή τους προς τα αριστερά: να καταλάβουν ότι ο τρόπος που επέλεξαν να «εκπροσωπούνται» τόσα χρόνια από μια εκδοχή σοσιαλδημοκρατίας, η ψήφος με τυφλά μάτια, η απουσία από αγώνες, η ενσωμάτωση της «επιχειρηματικότητας», της «ανάπτυξης» και πολλών άλλων «αξιών», που δεν εξυπηρετούσαν παρά την εκμετάλλευση, ήταν αυτή που οδήγησε στη σημερινή κατάσταση. Δουλειά της Αριστεράς δεν είναι να τους πείσει ότι πρέπει να επιλέξουν μια άλλη μορφή «κυβερνητισμού». Δουλειά της είναι να τους πείσει ότι μπορούν να οργανώσουν με άλλο τρόπο τη ζωή και την κοινωνία, ότι αυτό δεν γίνεται από τον καναπέ, αλλά από τα σωματεία, τις πλατείες, την αυτοοργάνωση. Να περάσουν το ποτάμι απέναντι! Με δυο λόγια: δουλειά της αριστεράς είναι να μετασχηματίζει συνειδήσεις (κι αυτό αποτελεί όντως ένα «στάδιο» προς την ανατροπή), όχι να μετασχηματίζεται η ίδια από «αυτό που θέλει ο λαός» (το οποίο μπορεί ο καθένας να ερμηνεύει κατά το δοκούν). Και σίγουρα δουλειά της Αριστεράς δεν είναι να καλύπτει το κενό που αφήνει η μετάλλαξη της σοσιαλδημοκρατίας ή να αμβλύνει τον λόγο της και τα αιτήματά της για να μην «διώξει ψηφοφόρους». Θα πει κανείς: και τι πειράζει να εκλεγούν περισσότεροι βουλευτές της Αριστεράς; Από το να εκλεγούν όλος ο εσμός των νυν κυβερνώντων ή των τυχάρπαστων τυχοδιωκτών των ψηφοδελτίων του Καμμένου, του Καρατζαφέρη και της ΔΗΜΑΡ, καλύτερα να έχουμε περισσότερους αριστερούς βουλευτές. Καμία αντίρρηση, όμως μήπως να δούμε τα πράγματα λίγο πιο προσεκτικά; Παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ τυπικά ακόμη είναι μέτωπο, η ηγεσία του ΣΥΝ το τελευταίο διάστημα κινείται περισσότερο με συμφωνίες κορυφής, χτίζει ένα αρχηγικό μοντέλο και με τον ίδιο τρόπο χτίζει και τις συμμαχίες γύρω από τα ψηφοδέλτια. Το άνοιγμα στον κόσμο που αποδεσμεύεται από το ΠΑΣΟΚ, η αγωνιστική συμπόρευση μαζί του και το χτίσιμο του αναγκαίου κοινωνικού μετώπου που συμβαίνει εν σπέρματι από τις 5 Μάη ως και τις πλατείες, μετασχηματίστηκε σε ένα ατέλειωτο παζάρι και συμφωνίες κάτω από το τραπέζι για να καταρτιστούν τα ψηφοδέλτια με τρόπο ώστε οι «μουσαφιραίοι» να είναι ικανοποιημένοι. Αποκλειστικότητα του Μητρόπουλου στην Περιφέρεια Αττικής, ο Κουρουμπλής που ψήφισε το πρώτο Μνημόνιο (εκτός που έχει διορίσει τη μισή Αιτωλοακαρνανία) υποψήφιος στην κεντρική περιφέρεια της χώρας (Β΄ Αθήνας, για σίγουρη εκλογή –και άραγε γιατί ο Κουρουμπλής πλησίασε το ΣΥΡΙΖΑ, αν όχι λόγω των διαφαινόμενων ποσοστών;), με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου μπροστά και με πολλά άλλα περιστατικά που θα φαίνονταν αστεία, αν δεν ήταν τραγικά. Με ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια: η αντικειμενική «σταυροδοσία» του λαού θα δώσει την πρωτιά (και τις βουλευτικές έδρες) σε μια σειρά από πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ, τα οποία ούτε σε συλλογικές ή κινηματικές διαδικασίες συμμετέχουν, και σίγουρα χρωστούν ευγνωμοσύνη στην ηγετική ομάδα του ΣΥΝ. Την ίδια στιγμή, οι κινηματικές φωνές μπαίνουν στην άκρη και οι συνιστώσες θα κριθούν από την «καλή» τους διαγωγή –πώς το είχε πει κάποτε ο Πρετεντέρης; «Και ποιες είναι αυτές οι συνιστώσες, τις ξέρει κανείς;» Και μια απορία: ο Αλέξης Τσίπρας υπονόησε ότι μια κυβέρνηση της Αριστεράς, ακόμη και χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα μπορούσε να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης ίσως από βουλευτές άλλων κομμάτων που θα αποδεσμευτούν από την γραμμή των κομμάτων τους (παρότι δεν περισσεύουν και πολλά κόμματα, εκτός του ΠΑΣΟΚ ή του Καμμένου, στην υποθετική αυτή περίπτωση, λέτε να το κάνουν χωρίς αντάλλαγμα;). Είναι σίγουρος, όμως, ότι οι βουλευτές που θα εκλέξει με τα δικά του ψηφοδέλτια, δεν θα υπακούσουν σε άλλα κελεύσματα, αν τελικά προκύψουν άλλες «υποθέσεις εργασίας»; Ακόμη και με όλα τα παραπάνω, μια άνοδος της Αριστεράς θα δώσει μήνυμα στην Ευρώπη και θα δώσει ανάσα στον λαό. Πράγματι! Όμως, η Αριστερά δίνει εξετάσεις, και ο λαός κρίνει πολύ σκληρά και τιμωρεί γρήγορα. Έχει δώσει πολλές φορές εξετάσεις η Αριστερά που καλοκάθεται στους εκλογικούς συσχετισμούς, αλλά δεν μπορεί να αλλάξει την κοινωνία γιατί «δεν βοηθούν οι αντικειμενικές συνθήκες». Έχει δώσει πολλές φορές εξετάσεις η Αριστερά που συγκυβερνά στα σωματεία με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, και τελικά δεν είναι παρά κομμάτι του παζλ. Έχει δώσει εξετάσεις η Αριστερά που θέτει «ρεαλιστικούς στόχους» για έναν εξανθρωπισμό του καπιταλισμού, η Αριστερά που υμνεί τους «θεσμούς». Έχει ξαναδώσει εξετάσεις η Αριστερά που διψά για κυβερνητική ευθύνη, για εκσυγχρονισμό και «αξιοκρατία»… Με τραγικές συνέπειες για το κίνημα και την ίδια. «Σηκώνω το γάντι» σημαίνει αμφισβητώ την υπάρχουσα κατάσταση και τους συσχετισμούς, σημαίνει διαγράφω το χρέος, αποδεσμεύομαι από το ευρώ, εθνικοποιώ τράπεζες και επιχειρήσεις, σημαίνει εργατικό έλεγχο, σημαίνει προτείνω στον λαό μια άλλη πορεία, μια πορεία μετασχηματισμού όχι μόνο της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Ρεύμα της Αριστεράς στην κοινωνία σημαίνει μετασχηματισμός, σημαίνει δυνατά σωματεία, σημαίνει γειτονιές αυτοοργάνωσης και αλληλεγγύης, σημαίνει άλλους «θεσμούς» πραγματικής δημοκρατίας, σημαίνει τις δυνάμεις της εργασίας και του πολιτισμού στο τιμόνι. Εξουσία του λαού σημαίνει επαναστατικό μετασχηματισμό, όχι αριστερά Υπουργεία. Στάδια, ναι, υπάρχουν. Λέγονται μεταβατικό πρόγραμμα και κοιτούν στον ορίζοντα αυτού ακριβώς του μετασχηματισμού. Αλλά για να μετασχηματίσει η Αριστερά, πρέπει πρώτα να μετασχηματιστεί. Ειδικά στη χώρας μας, η μικροαστική της σύνθεση την ταλανίζει εδώ και πολλά χρόνια. Το να νομίζεις ότι μετατρέπεις το μειονέκτημά σου σε πλεονέκτημα, προτείνοντας ακριβώς αυτό που ζητά η μικροαστική συνείδηση του κόσμου (έναν εύκολο δρόμο, χωρίς ρήξεις, που να μπορεί να τον βαδίσει ο «πολίτης» απλώς και μόνο με μια ψήφο την Κυριακή), δεν είναι παρά ο άλλος δρόμος που λέγαμε. Αυτός που νομίζεις πιο σύντομο, αλλά δεν οδηγεί τελικά στο ίδιο σημείο. Και το χειρότερο, κάνεις τον λαό να νομίζει ότι είναι εύκολο, ένα πρόγραμμα ανέφικτο (όπως η αναδιαπραγμάτευση του δανείου εντός της ΕΕ…) που τελικά δεν του υπόσχεται και τίποτε περισσότερο από «ένα πιάτο φαί σε κάθε σπίτι» (sic!) και τη συνέχεια των θυσιών προκειμένου να παραμείνουμε στο ευρώ (που συνεχίζει να ταυτίζεται, μόνο στο λόγο αυτής της Αριστεράς, με έναν παντελώς ανιστόρητο τρόπο, με τον «ευρωπαϊκό διαφωτισμό» και τη «γαλλική επανάσταση»). Όχι λοιπόν, φίλε Αλέξη, η Αριστερά μιλάει για ταξικές αντιθέσεις, για κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, για την εξουσία και τον πλούτο που μπορούν να περάσουν στα χέρια των άμεσων παραγωγών, μιλά για την ηγεμονία της εργατικής τάξης και την εργατική δημοκρατία. Μιλά για έναν νέο διεθνισμό των αγώνων και όχι των ιμπεριαλιστικών σχηματισμών. Μιλά για σοσιαλισμό. Ακούγονται ξύλινα όλα αυτά; Μάλλον σήμερα είναι περισσότερο επίκαιρα παρά ποτέ. Και για να τα πετύχει αυτά η Αριστερά, έχει χαμηλά τη μύτη και ψηλά το κεφάλι, προσπαθεί να μάθει από τον εργαζόμενο λαό, δείχνει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του λαού, βασίζεται σε συλλογικότητες και όχι σε ηγετικές μορφές, οικοδομεί τη δημοκρατία στο εσωτερικό της για να μπορεί να την προτείνει και στον λαό. Και σίγουρα δεν βασίζει την τακτική της σε πυροτεχνήματα, τα οποία την επόμενη μέρα θα στείλουν τους ψηφοφόρους στον επόμενο που θα προτείνει ξανά μια κυβέρνηση, ίσως πιο ρεαλιστική από την υπόθεση εργασίας της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Πόσο μάλλον σε μια εποχή που πράγματι οι εργαζόμενοι, οι εκμεταλλευόμενοι και τα κατώτερα τμήματα της κοινωνίας έχουν τα αυτιά τους ανοιχτά, αντιλαμβάνονται ότι η κρίση είναι συστημική, προσβλέπουν στην Αριστερά, στήνουν πηγαδάκια για το πώς θα μπορούσε η κοινωνία να είναι αλλιώς, πήραν μέρος στις συνελεύσεις των πλατειών. Ανήκουμε στην ίδια γενιά με τον Αλέξη Τσίπρα. Στη γενιά που μπήκε στην Αριστερά μετά το 1989. Με την πτώση του Τείχους, τότε που ντρεπόσουν να λες ότι είσαι αριστερός. Τότε που τα μεγάλα οράματα πιστεύαμε ότι ίσως δεν τα ζήσουμε κι ότι αγωνιζόμαστε για τις επόμενες γενιές. Παράξενη γενιά. Έμαθε στα δύσκολα, ανδρώθηκε με αυτοκριτική, έκανε λάθη, έπεσε, ξανασηκώθηκε. Δεν έζησε ούτε τις μεγάλες στιγμές της Αριστεράς, ούτε τα ιστορικά της λάθη, τα ‘μαθε από τα βιβλία. Έζησε όμως τα απόνερα στο κίνημα, την αριστερά και την κοινωνία. Ο χώρος στον οποίο ανήκα και ανήκω, προτίμησε τον δύσκολο δρόμο. Με λάθη, με σεχταρισμούς, με τραγικές αντιφάσεις αλλά και με πίστη στη μαζική δουλειά, στις πρωτότυπες συνθέσεις, στον μετασχηματισμό, στον ορίζοντα της νίκης της εργατικής τάξης. Αυτός ο χώρος, σήμερα ο χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, βλέπει μπροστά τις ευκαιρίες αυτού του μετασχηματισμού, ακούει τους πόνους της ιστορίας. Και θέλει να συμβάλλει σε αυτούς. Με τη μύτη χαμηλά. Αλλά χωρίς εκπτώσεις. Μέχρι κάποιο σημείο πίστευα ότι είναι απλώς ολίσθημα ή «επικοινωνιακή στρατηγική» (παρότι δεν υπάρχουν επικοινωνιακές στρατηγικές χωρίς πολιτικό σχέδιο). Τώρα πια πιστεύω ότι τα «κουστούμια της εξουσίας» είναι στρατηγική. Ακόμη κι αν είναι ένα αρχικό ολίσθημα που μετατράπηκε σε στρατηγική. Φαίνεται να είναι πιο κοντά από ποτέ, μέσα από μια ιδιότυπη πορεία, στον ορίζοντα που πάντα είχε ο χώρος του ΣΥΝ: να καλύψει το κενό που αφήνει η σοσιαλδημοκρατία. Το ιστορικό παράδοξο είναι ότι ετοιμάζεται να πετύχει αυτό το δεξιό άνοιγμα, τη στιγμή που οι αντικειμενικές συνθήκες ανοίγουν το δρόμο για την αριστερή στροφή. Την ώρα που ζήσαμε πρωτόγνωρα πράγματα, όπως τις συνελεύσεις στις πλατείες, τις συγκρούσεις, τη 12η Φλεβάρη. Την ώρα της νέας μεταπολίτευσης του λαού. Η γενιά μου δεν είχε ζήσει την προδοσία των ηγεσιών της Αριστεράς. Ίσως δεν έχει και το ιστορικό βάθος να τις καταλάβει ή να τις αποφύγει. Σήμερα το ΚΚΕ επιμένει να φοβάται οποιαδήποτε πραγματική δυναμική μετασχηματισμού και ο ΣΥΡΙΖΑ να την εγκλωβίζει σε ακροβατικούς καιροσκοπισμούς. Το μέλλον θα είναι αμείλικτο και –ίσως μόνο για αυτή τη φορά- να μη χρειαστεί να διαρκέσει πολύ… |