• Τετ, 09/05/2012 - 21:33
Η εκδίκηση της κοινωνίας [του Παναγιώτη Σωτήρη]

Η εκδίκηση της κοινωνίας δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο εκκωφαντική. Δύο χρόνια συσσωρευμένης οργής και αγανάκτησης, πλειοψηφικών κινητοποιήσεων και συλλογικής πάλης βρήκαν την αντανάκλασή τους στην κάλπη της 6ης Μαΐου.

Η καταβαράθρωση του δικομματισμού σε ένα άθροισμα που στο παρελθόν αποτελούσε από μόνο του ποσοστό συντριβής ενός κόμματος, η μειοψηφική καταγραφή των μνημονιακών δυνάμεων, το τεράστιο ποσοστό των ψηφοφόρων που προτίμησαν κόμματα που δεν πέρασαν το φράγμα του 3%, η απουσία προφανούς κυβερνητικής λύσης, όλα αυτά δείχνουν το βάθος της πολιτικής κρίσης και την τεράστια απόσταση που χωρίζει την ελληνική κοινωνία από την επίσημη πολιτική σκηνή, το ρήγμα ανάμεσα στο τι όντως συμβαίνει στην κοινωνία και την αντίληψη των πραγμάτων που έχουν τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, οι καθεστωτικές δυνάμεις και ο μηχανισμός της επιτροπείας από την Τρόικα.

Σίγουρα γεννά ανησυχία ότι μέρος της αγανάκτησης πήγε είτε σε κατευθύνσεις βαλκανικού εθνικοφιλελευθερισμού, είτε, πολύ χειρότερα, στους νοσταλγούς του Χίτλερ. Όμως, ας αναμετρηθούν με την ευθύνη τους και εκείνοι που έκαναν ό,τι μπορούσαν ώστε ο ρατσισμός, η αντιμεταναστευτική υστερία και η αποθέωση του αυταρχισμού να θεωρηθούν αναπόσπαστα στοιχείου του κυρίαρχου πολιτικού λόγου. Ό,τι σπέρνει κανείς, αυτό και θερίζει…

Όμως, το πιο σημαντικό στοιχείο των εκλογών είναι ότι ο σημαντικός όγκος της δυσαρέσκειας μετακινήθηκε σε κατευθύνσεις αριστερές. Αυτό αποτυπώνει τη διάθεση, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, για μια ριζική αλλαγή πορείας, έξω πέρα και ενάντια στον υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό, τη σαρωτική λιτότητα και τη συνθήκη μειωμένης λαϊκής κυριαρχίας.

Ακριβώς γι’ αυτό και το σημαίνον «αριστερή διακυβέρνηση», ως αίτημα που συσπείρωσε ένα ευρύτερο δυναμικό, σε αντιδιαστολή μάλιστα προς το αίτημα της «αριστερής αντιπολίτευσης» πρέπει να αναγνωσθεί σε όλες τις μετωνυμικές συνδηλώσεις του. Άλλωστε, τυχόν κυριολεκτική ανάγνωσή του, κάτι που δυστυχώς κάνουν και ορισμένοι από αυτούς που το εκφέρουν ως αίτημα, απειλεί απλώς να οδηγήσει σε μια διαχείριση του υπάρχοντος επί το φιλολαϊκότερο, εκ προοιμίου καταδικασμένη να βαδίσει πάνω στα μονοπάτια λιτότητας που υποτίθεται ότι θέλει να αποφύγει. Στα ίδια μονοπάτια αποτυχίας θα οδηγήσει και κάθε προσπάθεια για μια πολιτική που θα διεκδικήσει τη «μαγική εικόνα» μιας ρήξης με τα μνημόνια που δεν θα είναι και ρήξη με την ΕΕ, μιας αναστολής πληρωμών στο χρέος που δεν θα σημαίνει και αποκοπή από τις διεθνείς αγορές, μιας αναδιανομής που θα συμβαδίζει με τη διαμόρφωση «υγιούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος».

Αντίθετα, εάν το αίτημα της κυβερνητικής εξουσίας εννοηθεί ως αίτημα διαμόρφωσης ενός σύγχρονου «ιστορικού μπλοκ», μιας ευρύτερης κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας, με ένα πρόγραμμα ρήξης που θα ξεκινά από τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από το ευρώ, τη ρήξη με την ΕΕ και τις εθνικοποιήσεις και θα συναρθρώνει την επιβίωση της κοινωνίας με τον κοινωνικό μετασχηματισμό, τότε μιλάμε όντως για ελπιδοφόρα δικαίωση των κοινωνικών δυναμικών που έχουν βγει στο προσκήνιο. Ιδίως εάν το θέμα της εξουσίας δεν τεθεί μόνο με όρους κυβερνητικής διαχείρισης αλλά και πολύμορφης κοινωνικής αντι-εξουσίας και αυτοδιαχείρισης.

Οι πολιτικές δυνάμεις που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επαγγέλλονται τη ρήξη με τον «υπαρκτό καπιταλισμό», οφείλουν να αναμετρηθούν με αυτή την πρόκληση. Διαφορετικά, και με εκβιασμούς και με διάφορες εκδοχές ανασύνθεσης της πολιτικής σκηνής, οι μνημονιακές δυνάμεις θα ανακτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων και θα επιβάλουν τη δική τους καταθλιπτική αφήγηση για την ελληνική κοινωνία.

 

(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα τα Νέα της Λέσβου στις 09/05/2012)