- Δευ, 02/01/2017 - 14:27
Η ιστορία πετά το γάντι – θα το σηκώσουμε το 2017; [του Γιώργου Παυλόπουλου]
Το 2017, η χρονιά του πεπρωμένου της Ευρώπης». Αυτός είναι ο χαρακτηρισμός που επέλεξε το γερμανικό περιοδικό Ντερ Σπίγκελ για το νέο έτος, σημειώνοντας τα εξής σε άρθρο στην ιστοσελίδα του: «Το 2016 υπήρξε αρκετά κακό για την ΕΕ: Τρομοκρατική επίθεση στις Βρυξέλλες, ψήφος των Βρετανών υπέρ της αποχώρησης, διαμάχη για την εμπορική συμφωνία CETA, παραίτηση του Ιταλού πρωθυπουργού Ρέντσι, εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Ακόμη όμως και μετά από ένα τέτοιο Annus Horribilis, είναι γεγονός ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε ακόμη χειρότερα. Κι αυτό ακριβώς θα μπορούσε να συμβεί το 2017». Οι συγκεκριμένες εκτιμήσεις δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Ειδικά στην Ευρώπη, εάν η χρονιά που τελειώνει επιφύλασσε στο πολιτικό κατεστημένο και τις κοινωνίες δυσάρεστες, στην πλειοψηφία τους, εκπλήξεις, αυτή που ξεκινά είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει αλλεπάλληλα σοκ και μεγάλες ανατροπές. Σε πολιτικό επίπεδο, άλλωστε, το 2017 θα σφραγιστεί ούτως ή άλλως από έναν εκλογικό μαραθώνιο. Η …προθέρμανση γίνεται με την εκλογή του νέου προέδρου της Ευρωβουλής, όπου, για πρώτη φορά, οι δύο μεγαλύτερες και παραδοσιακές ομάδες, ΕΛΚ και Σοσιαλιστές, έσπασαν το «σύμφωνο συνεργασίας» τους το οποίο προέβλεπε εναλλαγή και σχεδόν ισότιμη μοιρασιά όλων των αξιωμάτων – με το επιχείρημα (από την πλευρά των δεύτερων) ότι οι πολίτες τους έχουν ουσιαστικά ταυτίσει, με αποτέλεσμα να αναζητούν αλλού εναλλακτικές λύσεις. Η συνέχεια θα δοθεί στις 15 Μαρτίου, με τις βουλευτικές εκλογές στην Ολλανδία. Στη χώρα δηλαδή όπου, σύμφωνα τουλάχιστον με τις δημοσκοπήσεις, το ακροδεξιό και ρατσιστικό Κόμμα Ελευθερίας, του Γκέερτ Βίλντερς, προηγείται με ποσοστό που ξεπερνά το 35%, έναντι 25% για το κόμμα του πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε και γύρω στο 10% για τους συγκυβερνώντες Εργατικούς του προέδρου του Γιούρογκρουπ και πιστού συμμάχου του Βερολίνου και του Σόιμπλε, Γερούν Ντάιζελμπλουμ. Προφανώς δε, εφόσον τα προγνωστικά επιβεβαιωθούν, ο Βίλντερς δεν αποκλείεται να κληθεί να σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση σε μια χώρα η οποία συγκαταλέγεται στους ισχυρούς της ΕΕ. Λίγες εβδομάδες αργότερα έρχεται η σειρά του …κυρίως μενού, καθώς στις 23 Απριλίου και τις 7 Μαΐου διεξάγονται οι δύο γύροι των προεδρικών (και βουλευτικών) εκλογών στη Γαλλία. Η επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου, Μαρίν Λεπέν, δεν κρύβει ότι έχει βάλει στόχο το Μέγαρο των Ηλυσίων. Και η αλήθεια είναι ότι σήμερα οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές και ευνοϊκές γι’ αυτήν σε σύγκριση με τις αντίστοιχες που επικρατούσαν το 2002, όταν ο πατέρας της είχε κάνει την έκπληξη πετώντας έξω από το δεύτερο γύρο τον Λιονέλ Ζοσπέν, για να συντριβεί όμως εξαιτίας της συσπείρωσης του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου» γύρω από τον Ζακ Σιράκ. Σχεδόν την ίδια περίοδο είναι πολύ πιθανό να στήνονται κάλπες και στην Ιταλία, έστω κι αν ο επίσημος προγραμματισμός προβλέπει εκλογές το 2018. Όλοι παραδέχονται, άλλωστε, ότι η κυβέρνηση που προέκυψε μετά την ήττα Ρέντσι στο δημοψήφισμα και την παραίτησή του είναι ασταθής και δεν μπορεί να τα φέρει βόλτα με τα τεράστια προβλήματα της χώρας, σε όλα τα επίπεδα – πολύ περισσότερο καθώς Βρυξέλλες και Βερολίνο ασκούν ασφυκτικό πρέσινγκ στη Ρώμη γύρω από την υπόθεση της διάσωσης πολλών μεγάλων τραπεζών της χώρας. Το φινάλε θα γραφεί –θεωρητικά και ενώ είναι πολύ πιθανό να έχουν μεσολαβήσει έκτακτα γεγονότα και σε άλλες χώρες, όπου οι ισορροπίες είναι εξαιρετικά εύθραυστες– στη Γερμανία το Σεπτέμβριο. Εκεί όπου ψηφοφόροι, κεφάλαιο και πολιτικό κατεστημένο, αφού αποτιμήσουν τα αποτελέσματα των εκλογών που θα έχουν προηγηθεί και τις τάσεις που έχουν καταγραφεί, θα κληθούν να δώσουν κατεύθυνση στην ευρωπαϊκή υπερδύναμη και μαζί στο οικοδόμημα της ΕΕ και του ευρώ. Θα προτιμήσουν, άραγε, τη συνέχεια και τους αναγκαίους συμβιβασμούς που αυτή συνεπάγεται; Ή, αντιθέτως, θα υιοθετήσουν την πιο επιθετική γραμμή, για συνέχιση και επιτάχυνση της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης με λιγότερους εταίρους και καθαρή την ηγεμονία του Βερολίνου; Σε κάθε περίπτωση, και με δεδομένο ότι γύρω στην άνοιξη αναμένεται να ξεκινήσει η (δυσάρεστη και επώδυνη για τα κέντρα εξουσίας, παρά τα όσα επισήμως λέγονται) διαδικασία του Brexit, το 2017 θα κάνει και τους τελευταίους δύσπιστους και εμμονικούς να συνειδητοποιήσουν ότι τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Το οικοδόμημα που άρχισε να χτίζεται πριν από 60 χρόνια, με την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης και την ίδρυση της ΕΟΚ στις 25 Μαρτίου 1957, χρειάζεται όχι απλώς μερεμέτια, αλλά σοβαρές στατικές παρεμβάσεις, εάν θέλει να ελπίζει ότι θα υπάρχει και επόμενη μέρα. Η αλήθεια δε είναι ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει και εκτός Ευρώπης, σχεδόν σε όλες τις περιοχές του κόσμου και πρωτίστως στις ΗΠΑ. Η απρόσμενη εκλογή του Τραμπ στην προεδρία σηματοδοτεί μια τομή στη συνέχεια της πολιτικής ιστορίας της υπερδύναμης, αντίστοιχη με εκείνη που θα σημάνει πιθανή εκλογή της Λεπέν στη Γαλλία. Όσο για τη –σφοδρή και πρωτόγνωρη– δημόσια σύγκρουσή του με τον Ομπάμα σε μια σειρά θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής (Ρωσία, Ισραήλ-Παλαιστινιακό, ΟΗΕ κ.λπ.) λίγο πριν την ορκωμοσία της 20ής Ιανουαρίου, αποδεικνύει πως υπάρχει ένα ρήγμα που βαθαίνει διαρκώς, χωρίζοντας κυριολεκτικά στα δύο την κοινωνία και το κατεστημένο της χώρας. Την ίδια στιγμή, πάνω στα αποκαΐδια, τους ποταμούς αίματος και την προσφυγιά εκατομμυρίων ανθρώπων που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, συντελούνται επίσης μεγάλες ανατροπές οι οποίες αλλάζουν ριζικά το σκηνικό. Η συμφωνία γενικής εκεχειρίας στη Συρία, η οποία υπογράφηκε με βάση το σχέδιο Μόσχας, Άγκυρας και Τεχεράνης, επιβεβαιώνει ότι οι Αμερικανοί έχουν χάσει σημαντικό έδαφος και την πρωτοβουλία των κινήσεων σε μια γεωπολιτική ζώνη που παραδοσιακά …έλυναν και έδεναν. Ακόμη και οι νέοι ισχυροί παίκτες, όμως, είναι πρακτικά ευάλωτοι και έχουν πολλά αδύναμα σημεία – με πρώτη και καλύτερη την Τουρκία του Ερντογάν, που έχει ανοίξει παντού μέτωπα, εντός και εκτός συνόρων, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει σοβαρό κίνδυνο ενός γενικευμένου και παταγώδους οικονομικού και πολιτικού κραχ. Το κερασάκι στην τούρτα –ή, για την ακρίβεια, η βάση της τούρτας– δεν είναι άλλο από τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, την προφανή αδυναμία του συστήματος να δώσει μια αξιόπιστη και βιώσιμη λύση και την περαιτέρω διεύρυνση των αδικιών και των ανισοτήτων σε βάρος των πιο αδύναμων αυτού του πλανήτη. Πρακτικά, η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία συνεχίζει να αναπνέει από τον «σωλήνα» που της προσφέρουν οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες οι οποίες –εναλλάξ ή και όλες μαζί κάποιες φορές– συνεχίζουν να προσφέρουν άφθονο και φθηνό χρήμα στις αγορές, έστω κι αν γι’ αυτό δεν υπάρχει ουσιαστικό υλικό αντίκρισμα. Το 2017, λοιπόν, όλα δείχνουν ότι ο κλονισμός του παλιού συστήματος, του «υπαρκτού καπιταλισμού» σε όλες του τις εκδοχές, θα συνεχιστεί και θα ενταθεί. Οι αντιθέσεις στο εσωτερικό του συστήματος θα οξυνθούν και οι ανταγωνισμοί θα λάβουν πιο βίαιη μορφή. Θεσμοί και οικοδομήματα που σφράγισαν τους συσχετισμούς και τις ισορροπίες της μεταπολεμικής περιόδου, όπως είναι ο ΟΗΕ αλλά και η ΕΕ, αμφισβητούνται ευθέως, από τα «πάνω» και από τα «κάτω». Προκειμένου να ξεπεράσουν τη νέα δοκιμασία και να βγουν με όσο το δυνατόν λιγότερες και πιο ακίνδυνες λαβωματιές από αυτήν, το κεφάλαιο και το πολιτικό του προσωπικό είναι φανερό ποια γραμμή επιλέγουν: Επιχειρούν μια στροφή στην αντίδραση, την καταστολή, την ακόμη πιο άγρια εκμετάλλευση της ανθρώπινης ύπαρξης, την ισοπέδωση κατακτήσεων δεκαετιών. Ανοίγουν την πόρτα στην εποχή των τεράτων. Κάθε μέρα που περνά, γίνεται ακόμη πιο δύσκολο να ορθωθεί απέναντί τους ένα φράγμα που θα τους σταματήσει και, πολύ περισσότερο, θα τους αναγκάσει να υποχωρήσουν. Γι’ αυτό και φέτος, το 2017 πιότερο από ό,τι πέρυσι ή τα προηγούμενα χρόνια, πρέπει επιτέλους να τολμήσουμε να σηκώσουμε το γάντι που έχει πετάξει η ιστορία. Από ουραγοί και διαμαρτυρόμενοι να γίνουμε πρωτοπόροι και ονειροπόλοι. Να βγούμε από τα τείχη των μικρών και πρακτικά φανταστικών γαλατικών μας χωριών. Να κάνουμε τις ρωγμές, τους γκρεμούς και τις γκρίνιες τους ανεξίτηλες ύβρεις. Ειδάλλως, το σκοτάδι της νέας βαρβαρότητας θα πέσει ακόμη πιο βαρύ και θα είναι δύσκολο να δούμε ακόμη και αυτό το γάντι… Γιώργος Παυλόπουλος, εφημερίδα ΠΡΙΝ, 1/1/2017 |