• Κυρ, 22/01/2023 - 09:14
Χαιρετισμός από το Κόκκινο Νήμα στην 5η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Συνδιάσκεψη ΑΝΤΑΡΣΥΑ 21-23 Ιανουαρίου 2023

 

Χαιρετισμός Κόκκινου Νήματος

 

 

Αγαπητοί σύντροφοι-αγαπητές συντρόφισσες, χαιρετίζουμε τις εργασίες της συνδιάσκεψής σας και ευχόμαστε τα πιο γόνιμα αποτελέσματα!

 

Σκεφτόμαστε ότι η καλύτερη συμβολή μας θα είναι μια ειλικρινής -και συνοπτική βέβαια- κατάθεση βασικών σκέψεων για τα ζητήματα που απασχολούν την αντικαπιταλιστική Αριστερά.

Ζήτημα πρώτο: η συγκυρία

 

Θα τονίσουμε τρία χαρακτηριστικά, που θεωρούμε θεμελιώδη:

  • Για πρώτη φορά στην ιστορία των δομικών οικονομικών κρίσεών του, ο καπιταλισμός δεν έχει σχέδιο για την αντιμετώπισή της, πέρα από την άγρια εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και την επιστροφή σε μορφές καπιταλισμού της απόλυτης υπεραξίας.  
  • Για πρώτη φορά εδώ και έναν αιώνα συγκλίνουν μια δομική οικονομική κρίση του καπιταλισμού και μια κρίση ηγεμονίας στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο.
  • Για πρώτη φορά στην ιστορία του καπιταλισμού ωριμάζει και ξεσπά στην τωρινή συγκυρία μια κρίση του μακρού ιστορικού χρόνου, η κλιματική κρίση, η οποία συμφύεται αναπόφευκτα τόσο με την οικονομική κρίση όσο και με την κρίση ηγεμονίας στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο (μέσω της ενεργειακής κρίσης, της από-παγκοσμιοποίησης και της κρίσης στις εφοδιαστικές αλυσίδες κ.λπ.).  

Αυτή η συναστρία των κρίσεων, που συγκλίνουν όλες στη συγκυρία που ζούμε, συνθέτει τις όψεις μιας γενικής καιν ιστορικού χαρακτήρα κρίσης του καπιταλισμού. Πολλά, κρίσιμης σημασίας και ιστορικού χαρακτήρα γεγονότα και εξελίξεις θα συμβούν όχι στο μακρινό μέλλον αλλά στην επόμενη δεκαετία και μέχρι το βάθος δύο δεκαετιών.

Ζούμε μια ιστορική συγκυρία με εξίσου ιστορικές διακυβεύσεις, στο πλαίσιο της οποίας ο ιστορικός χρόνος συμπυκνώνεται. Δεν υπάρχουν λοιπόν περιθώρια για σπατάλη χρόνου και για πολιτική ψυχολογία business as usual. Ό,τι είναι απαραίτητο και ουσιαστικό να γίνει, επείγει και δεν μπορεί να αφεθεί στον μακρό ιστορικό χρόνο.  

 

Ζήτημα δεύτερο: τι θέλουμε να οικοδομήσουμε

 

Σε μια τέτοια συγκυρία, η διαπιστωμένη τις δεκαετίες της ανόδου του νεοφιλελευθερισμού αδυναμία του ρεφορμισμού γίνεται απόλυτη: δεν υπάρχει χώρος για στοιχειώδη ρεφορμιστικά σχέδια. Στην Ελλάδα ακόμη περισσότερο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλα τα γεγονότα της κεντρικής πολιτικής σκηνής είναι αδιάφορα, αφορούν μόνο τις αστικές δυνάμεις και δεν πρέπει να αφορούν την αντικαπιταλιστική αριστερά. Για δύο λόγους:

 

  • Γιατί έχει σημασία να μη νικήσει στις εκλογές η ΝΔ του Μητσοτάκη. Μια νίκη του Μητσοτάκη δεν θα είναι μόνο ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ήττα του κινήματος και της Αριστεράς, που θα δώσει νέα ώθηση στην επιθετικότητα των αστρικών δυνάμεων.
  • Γιατί ο ρεφορμισμός δεν είναι μόνο πολιτικο-ιδεολογικό ρεύμα και πολιτικοϊδεολογικός μας αντίπαλος, αλλά και ελπίδες ή προσδοκίες εργατικών στρωμάτων και νεολαίας που επενδύονται σε λάθος πολιτική κατεύθυνση με το κριτήριο της χρήσιμης ψήφου που μπορεί να έχει αποτέλεσμα στην κεντρική πολιτική σκηνή.
  • Γιατί ο ρεφορμισμός ανασυντάσσεται γρηγορότερα απ’ ό,τι η επαναστατική και αντικαπιταλιστική αριστερά. Δεν υπάρχει μεν χώρος για ρεφορμιστικές πολιτικές, αλλά καθώς η κατάσταση για την εργατική τάξη και τη νεολαία χειροτερεύει διαρκώς, υπάρχει χώρος για ρεφορμισμό, στη λογική να αποφευχθεί το χειρότερο και να υπάρξει έστω μια μικρή απάλυνση των δεινών.     

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, πρέπει να ξεκαθαριστούν ποιοι είναι οι στόχοι των οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Αν θέλουμε να είμαστε σε επαφή με την ιστορική συγκυρία, ο στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από τη μαζική πολιτική εκπροσώπηση των πιο προωθημένων τμημάτων της εργατικής τάξης και της νεολαίας σε αντικαπιταλιστική βάση. Ο μαζικός αντικαπιταλιστικός πόλος.   

 

Ζήτημα τρίτο: Πώς μπορεί η εκλογική παρέμβαση να υπηρετήσει τον στόχο της οικοδόμησης μαζικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς

 

Μπροστά στις επερχόμενες εκλογές, το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, είναι αν η όποια συμμαχία για εκλογικό κατέβασμα εντάσσεται σε ένα σχέδιο οικοδόμησης μαζικού αντικαπιταλιστικού πόλου ή απλώς σε μια εκλογική παρέμβαση που δεν θα έχει καμία συνέχεια την «επόμενη μέρα». Κατά τη γνώμη μας, η δεύτερο εκδοχή πρέπει να αποκλειστεί. Αν η συγκυρία έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και το βασικό πρόβλημα του δικού μας ταξικού στρατοπέδου είναι η ιστορικών διαστάσεων κρίση εκπροσώπησης των πιο προωθημένων τμημάτων της εργατικής και της νεολαίας, και αν μάλιστα ο ιστορικός χρόνος πιέζει ασφυκτικά, το μόνο που δεν χρειάζεται είναι νέα σπατάλη πολύτιμου χρόνου και δυνάμεων μέσω εκλογικών συγκολλήσεων που ο επείγων χαρακτήρας τους δεν έχει να κάνει με τις επείγουσες διακυβεύσεις της ιστορικής συγκυρίας αλλά με τις επείγουσες ανάγκες εκλογικής καταγραφής «όπως όπως» δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.   

Κατά τη γνώμη μας, οι δύο μεγάλες συνεισφορές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν

α) τα βήματα που έκανε στη συσπείρωση, συνεργασία και κοινή δράση ενός δυναμικού μερικών χιλιάδων αγωνιστών και αγωνιστριών της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, σε πολιτικό επίπεδο αλλά και στους κοινωνικούς χώρους και στο κίνημα,

β) η δημιουργία ενός αντικαπιταλιστικού προγραμματικού πλαισίου για τη συνεργασία αυτών των δυνάμεων.   

Ωστόσο, κατά τη γνώμη μας βαρύνεται και με πολλά προβλήματα, που υποσκάπτουν τη δυναμική των δύο βασικών της συνεισφορών και την καθηλώνουν πολιτικά. Δεν θα αποτελούσαν όμως λύσεις στα προβλήματα της ευρύτερης αντικαπιταλιστικής αριστεράς το να ακυρώσει την ίδια της τη συνεισφορά. Όποια μορφή και αν έχει μια κοινή εκλογική κάθοδος, δεν μπορεί να αποφύγει κατ’ ελάχιστο μια εκλογική διακήρυξη που να αποτελεί στιβαρή βάση για κοινή παρέμβαση, πριν και μετά τις εκλογές, στα κρίσιμα μέτωπα της περιόδου:

 

  • εργατικό εισόδημα-εργασιακές σχέσεις-«κοινωνικό κράτος»
  • δημοκρατικά -κοινωνικά και πολιτικά- δικαιώματα
  • πόλεμος-εθνικισμός-μιλιταρισμός (με τα δύο μεγάλα κεφάλαια: ελληνο-τουρκικός ανταγωνισμός και πόλεμος στην Ουκρανία-ανταγωνισμός των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων)
  • προσφυγικό
  • κλιματική αλλαγή   

 

Αν δεν πρόκειται για αποκλειστικά εκλογική πλατφόρμα που θα διαλυθεί, κατά κοινή και εκ των προτέρων παραδοχή, στα εξ ων συνετέθη την επομένη των εκλογών, ένα πρόγραμμα εκλογικής καθόδου δεν μπορεί να στηριχτεί μόνο σε θέσεις αντι-λιτότητας, αιτημάτων για τον πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση και δημοκρατικών αιτημάτων, που σε όλα τα υπόλοιπα σημαντικά θα καλύπτει τις βαθιές διαφωνίες με την παλιά «τεχνική» του ΣΥΡΙΖΑ και της ΛΑΕ: γενικολογίες και κατάλληλα επιλεγμένες προτάσεις ώστε να επιδέχονται πολλαπλών ή και αντίθετων αναγνώσεων.

Αυτή ήταν η «τεχνική» του «πλατιού κόμματος πολιτικής ενότητας» τύπου ΣΥΡΙΖΑ και ΛΑΕ που ξόρκιζε όχι μόνο τη στρατηγική αλλά και την ειλικρινή συμφωνία στα απολύτως απαραίτητα ώστε να κάνουμε πολιτική στη συγκυρία χωρίς να λέμε υποτίθεται τα ίδια ενώ στην πραγματικότητα εννοούμε πολύ διαφορετικά.

Ένα πρόγραμμα που θα φιλοδοξεί να είναι ένας βασικός πυλώνας για τη συγκρότηση του αντικαπιταλιστικού πόλου δεν χρειάζεται ένα μάξιμουμ πρόγραμμα κόμματος, χρειάζεται όμως τις απολύτως απαραίτητες συμφωνίες πάνω στα 5 βασικά πολιτικά της περιόδου, που θα είναι ειλικρινείς και τέτοιες ώστε να εξασφαλίζουν ότι θα μπορούμε να κάνουμε πολιτική με λυμένα τα χέρια όταν ο κόμπος «φτάνει στο χτένι»:

 

  • Που θα μπορούμε να πούμε ανοιχτά σύνορα για τους πρόσφυγες όχι σαν αξιακό πρόταγμα σε ανύποπτο χρόνο, αλλά την κρίσιμη στιγμή όπως τον Φεβρουάριο του 2020, όταν οι πρόσφυγες επιχείρησαν να περάσουν μαζικά από τον Έβρο και τη Λέσβο, χωρίς θεωρητικά άλλοθι ότι τα σύνορα θα καταργηθούν στον κομμουνισμό.
  • Που θα είμαστε ξεκάθαροι στη θέση ότι ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός είναι αντιδραστικός και από τις δύο πλευρές, ώστε να μην είμαστε άφωνοι από τώρα την κρίσιμη στιγμή ενός θερμού επεισοδίου να αποδειχθεί ότι είμαστε σε αντίπαλα στρατόπεδα. Που θα συμπληρώνουμε αυτή τη θέση με τη θέση «καλοδεχούμενοι οι μετανάστες στη χώρα μας, τις πόλεις μας και τις γειτονιές μας, με ίσα δικαιώματα στη μόρφωση, την υγεία και την εργασία.
  • Που στον πόλεμο της Ουκρανίας θα είμαστε με τη θέση ότι είναι ιμπεριαλιστικός πόλεμος δι’ αντιπροσώπων και δεν θα είμαστε με τον ρωσικό ιμπεριαλισμό, πιστεύοντας ότι είναι μια μάχη ανάμεσα στον δυτικό ιμπεριαλισμό και τους φορείς του υποτιθέμενου «εκδημοκρατισμού» των διεθνών σχέσεων, της πολυπολικότητας που ανάγεται σε πρόταγμα της Αριστεράς κ.λπ. κ.λπ.

Τέλος, ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πρέπει να διαπνέεται από τη θέση ότι η στρατηγική μας κατεύθυνση δεν είναι ο «εκδημοκρατισμός του κράτους» (που, μεταξύ άλλων, τρέφει τον κυβερνητισμό της αστικής διαχείρισης, αλλά η αποδυνάμωση των μηχανισμών του παράλληλα με την ενίσχυση των στοιχείων εργατικής και λαϊκής αντι-εξουσίας στην κατεύθυνση της ανατροπής και του σοσιαλισμού.

 

Εκτιμούμε ότι οι επερχόμενες εκλογές θα σηματοδοτήσουν το τέλος του πολιτικού κύκλου του 2015, για την κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά και για το κίνημα και την Αριστερά. Ένας νέος πολιτικός κύκλος θα ανοίξει.
Εκτιμούμε επίσης ότι στις εκλογές οι βεβιασμένες συγκολλήσεις της τελευταίας στιγμής, εκβιάζοντας καταστάσεις και ρυθμούς και προσπερνώντας οπορτουνιστικά τα σοβαρά προβλήματα για χάρη μιας εκλογικής συρραφής της τελευταίας στιγμής, μόνο νέες ήττες και απογοητεύσεις μπορούν να φέρουν. Με βάση όσα έγιναν ή δεν έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, δεν υπάρχουν δυνατότητες για νέα, ουσιαστικά ξεκινήματα τους τελευταίους μήνες πριν τις εκλογές. Σε αυτή τη βάση, μόνο νέα εκλογικά και πολιτικά «ατυχήματα» μπορούμε να έχουμε.

Εκτιμούμε λοιπόν ότι ως ευρύτερος αντικαπιταλιστικός χώρος είμαστε αντικειμενικά σε θέση εκλογικής αδυναμίας. Αυτό όμως δεν είναι λόγος να εκβιάσουμε την άρση αυτής της αδυναμίας όπως-όπως. Με το βλέμμα στην «επόμενη μέρα» και τον νέο πολιτικό κύκλο που θα σηματοδοτήσουν οι εκλογές, το ελάχιστο που πρέπει να κάνουμε, είναι να μην κάνουμε βήματα πίσω.

Κατά τη γνώμη μας, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αξίζει υποστήριξης στις εκλογές για τα δύο βασικά θετικά της κεκτημένα, τα οποία πρέπει να κληρονομηθούν στις διεργασίες της «επόμενης μέρας» για έναν ευρύτερο αντικαπιταλιστικό πόλο που δεν θα βαρύνεται με τις αδυναμίες που την καθηλώνουν.

Αντίθετα, θα είναι αρνητική «κληρονομιά» η υποχώρηση σε πολιτικές φόρμουλες συνεργασίας που επαναφέρουν την πολιτική κουλτούρα συνεργασιών του ΣΥΡΙΖΑ και της ΛΑΕ, αυτή την πολιτική κουλτούρα που ηττήθηκε «θεαματικά» το 2015. 

Την «επόμενη μέρα» ύστερα από τις εκλογές, όλες οι εν δυνάμει συνιστώσες του αντικαπιταλιστικού χώρου θα μετρηθούμε πάνω σε δύο βασικά πράγματα:
α) αν θα κληρονομήσουμε για τα εγχειρήματα του μέλλοντος τη θετική κληρονομιά και την πολιτική ωριμότητα που κατακτήθηκε, παρά τις ήττες και αποτυχίες, όλα τα προηγούμενα χρόνια

β) αν θα επιδείξουμε την πολιτική βούληση και γενναιότητα να κάνουμε τις αναγκαίες υπερβάσεις για ένα νέο ελπιδοφόρο εγχείρημα συγκρότησης μαζικού αντικαπιταλιστικού πόλου.

Σε αυτή την κατεύθυνση, δεν είναι μόνο το πρόγραμμα και η αναγκαία στρατηγική πυξίδα˙ είναι εξίσου, και σε συνδυασμό, ο τρόπος που κάνουμε πολιτική, η αντίληψη του ενιαίου μετώπου και το πώς συνδυάζουμε τη στρατηγική ακαμψία με την τακτική ευελιξία χωρίς να τα θεωρούμε ανταγωνιστικά στοιχεία, είναι το εμπόδιο του ηγεμονισμού ότι ο πυρήνας του αντικαπιταλιστικού-επαναστατικού κόμματος είμαστε εμείς και θα πρέπει να ηγεμονεύσουμε πάνω σε όλους τους άλλους.

Σε μια συγκυρία που ο ιστορικός χρόνος πιέζει ασφυκτικά, δεν μας περισσεύουν πολλές ζωές για να θυσιάσουμε δίνοντας παράταση ζωής σε αυταπάτες και λαθεμένες φόρμουλες που κρίθηκαν και ηττήθηκαν όχι μία αλλά πολλές φορές και κατ’ εξακολούθηση.