• Δευ, 27/02/2023 - 19:30
Ανακοίνωση της ΚΕ της ΟΚΔΕ Σπάρτακος για την 5η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Ανακοίνωση της ΚΕ της ΟΚΔΕ Σπάρτακος για την 5η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

 

Η 5η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έγινε στο Μεγάλο Αμφιθέατρο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου το Σαββατοκύριακο 21-22 Γενάρη 2023. Ήταν η κατάληξη 69 Πανελλαδικών Τοπικών και 3 Κλαδικών Συνελεύσεων που εξέλεξαν 600 αντιπροσώπους, οι οποίοι αντιστοιχούν σε κάτι λιγότερο από 2000 παρόντα μέλη.

Οι αντιπρόσωποι στη Συνδιάσκεψη και τα εγγεγραμμένα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι κατά ένα ποσοστό λιγότερα από την προηγούμενη Συνδιάσκεψη, γεγονός που οφείλεται στην αποχώρηση των οργανώσεων «Μετάβαση», που μετεξελίχθηκε στις οργανώσεις «Αναμέτρηση» και «Κ-Σχέδιο», και ΑΡΙΣ, που έχει επιλέξει μια πολιτική προσανατολισμένη στο ΚΚΕ. Παρά τις αποχωρήσεις από τα δεξιά της, ωστόσο, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέδειξε ότι διατηρεί τη μεγάλη πλειοψηφία των οργανωμένων μελών της. Είναι δε ενθαρρυντικό ότι, παρά τη διάσπαση των δυνάμεών της και την παράλυση της εσωτερικής της λειτουργίας,  ένας μεγάλος αριθμός νέων μελών γράφτηκε για πρώτη φορά στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ επικροτώντας τη συνέπειά της στους εργατικούς αγώνες, τη στάση της απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία και την προσήλωσή της στην ανεξάρτητη πολιτική παρουσία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.

Από το σύνολο των αντιπροσώπων που πήραν μέρος στην Συνδιάσκεψη ένα ποσοστό 58% εκλέχτηκε από το ΝΑΡ και το ΕΚΚΕ, 34,5% υποστήριξε τις θέσεις του ΣΕΚ και 7,5% τις θέσεις της Πρωτοβουλίας για μια ΑΝΤΑΡΣΥΑ Αντικαπιταλιστική και Επαναστατική (ΠΑΑΕ), στην οποία συμμετέχει και η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Αυτό ανέδειξε ένα ποσοστό 64,5% καταρχήν υπέρ των θέσεων της πλειοψηφίας. Παρά τις όποιες αντιφάσεις, οι θέσεις της πλειοψηφίας επιμένουν στην ανεξάρτητη πολιτική και εκλογική παρουσία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, σε αντίθεση με τη μειοψηφία, που προέκρινε μια εκλογική και πολιτική σύμπραξη με τη ρεφορμιστική ΛΑΕ, η οποία βέβαια όσο γινόταν η Συνδιάσκεψη διαπραγματευόταν ήδη την κοινή εκλογική κάθοδο με το ΜΕΡΑ25 του Βαρουφάκη.

Τις δύο μέρες του συνεδρίου, η προσέλευση και η παρουσία των αντιπροσώπων στην αίθουσα ήταν διαρκής και μαζική. Αποφεύχθηκαν οι αντεγκλήσεις που χαρακτήρισαν σε μεγάλο βαθμό τα πρώτα συνέδρια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αυτό αντανακλά μια άνοδο της πολιτικής ωριμότητας των μελών που έχουν παραμείνει σήμερα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Ωστόσο, η θεματολογία και οι περισσότερες τοποθετήσεις των συνέδρων εστίασαν σχεδόν αποκλειστικά στην εκλογική τακτική και στις εκλογικές συμμαχίες,  κυρίως δε στη συμμετοχή ή όχι της ΛΑΕ σε μια ενδεχόμενη ευρύτερη εκλογική συνεργασία. Σε αυτό πολύ λίγο διέφεραν από την προβληματική των προηγούμενων Συνδιασκέψεων. Σοβαρά προγραμματικά ζητήματα, καθώς και η οργανωτική λειτουργία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έμειναν έτσι εκτός της συζήτησης. Οι παρεμβάσεις και οι τροποποιήσεις της ΠΑΑΕ (απολογισμός της μέχρι τώρα πορείας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, εργατικό, διεθνιστικά καθήκοντα στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, νεολαία, φεμινιστικό κίνημα) υπήρξαν μια προσπάθεια να καλυφθεί αυτό το κενό. Το αίτημα της αναγνώρισης εθνικών μειονοτήτων στη χώρα, καθώς και τα καθήκοντα του γυναικείου κινήματος, υιοθετήθηκαν στις θέσεις, γεγονός θετικό. Οι υπόλοιπες τροποποιήσεις ωστόσο είτε απορρίφθηκαν, είτε δεν υπήρχε ουσιαστικός χρόνος και διάθεση να συζητηθούν. Σε κάθε περίπτωση, παραμένουν στη διάθεση όλων ως κείμενα συμβολής στον προγραμματικό διάλογο, στον οποίο και επιμένουμε.

Η παρέμβαση της ΠΑΑΕ επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό σε έναν απαραίτητο εκτεταμένο πολιτικό και οργανωτικό απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που δεν αποσιωπά τις πολιτικές ανεπάρκειες αλλά και δεν υπαναχωρεί από το σχέδιο για τη συγκρότηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς ανεξάρτητα από τον ρεφορμισμό και τους θεσμούς του κράτους. Στη βάση αυτή, επιμείναμε στη διάκριση της αναγκαίας κοινής ενιαιομετωπικής δράσης στο κίνημα από τις πολιτικές, εκλογικές και προγραμματικές συνεργασίες με ρεφορμιστικές οργανώσεις και κόμματα, όπως είναι το ΜΕΡΑ25, το ΚΚΕ και η ΛΑΕ, για την οποία έγινε και η μεγαλύτερη συζήτηση. Οι ταλαντεύσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια σε αυτό το ζήτημα (στάση απέναντι στον ανερχόμενο ΣΥΡΙΖΑ και την πρότασή του για αριστερή κυβέρνηση, «συμπόρευση» με το Σχέδιο Β του Αλαβάνου, διαπραγματεύσεις με τη ΛΑΕ) είναι, άλλωστε, το πολιτικό πρόβλημα που εξαρχής ταλαιπώρησε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο.

Στη βάση αυτού του απολογισμού, η ΠΑΑΕ παρουσίασε τη δική της πλατφόρμα, υποστηρίζοντας ωστόσο κριτικά τις θέσεις της πλειοψηφίας, στο βαθμό που επανεπιβεβαίωναν γενικά τον στόχο της ανεξαρτησίας από τον ρεφορμισμό και πιο συγκεκριμένα απέρριπταν μια συνεργασία με τη ΛΑΕ.

Σε όλες σχεδόν τις προηγούμενες συνδιασκέψεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ παρακολουθήσαμε την επιχειρηματολογία μιας μερίδας η οποία θεωρούσε ότι ανακάλυψε το μαγικό κλειδί που θα της άνοιγε τις πύλες προς τις πλατιές λαϊκές μάζες και τις εκλογικές επιτυχίες. Το μαγικό κλειδί, αν και είχε διαφορετικό όνομα κάθε φορά (π.χ. συμπόρευση, ενότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς κ.ά.), χαρακτηριζόταν πάντοτε από την αοριστολογία ως προς τους στόχους και από την επίκληση εκείνων των περιόδων που το λαϊκό κίνημα «μεγαλούργησε» χάρις στην «ενότητα» (το κατοχικό ΕΑΜ και την προδικτατορική ΕΔΑ). Ωστόσο ξεχνούσε να αναφερθεί στην τραγική κατάληξη στην οποία οδήγησε αυτή η πολιτική το λαϊκό κίνημα, όπως παρέλειπε και να αναζητήσει και να εξετάσει τις αιτίες αυτής της τραγικής κατάληξης. Όλα αυτά, στη γελοιογραφική μικρογραφία μιας «παναριστεράς» που θα πραγματοποιούνταν είτε με το Σχέδιο Β’ του Αλαβάνου, είτε με τη ΛΑΕ του Λαφαζάνη.        

Αυτή τη φορά το ΣΕΚ, αγνοώντας τις προηγούμενες αποφάσεις και διακηρύξεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, και σε πλήρη αντίθεση με τη θέση που το ίδιο είχε πάρει στην περίπτωση της «συμπόρευσης» με το Σχέδιο Β’, συμμετείχε στη συγκρότηση ενός διαφορετικού, «ευρύτερου» πολιτικού σχεδίου με τις οργανώσεις ΛΑΕ, Αναμέτρηση, ΑΡΑΝ, Κ-Σχέδιο. Ενώ δεν δίστασε να προχωρήσει σε αυτή την κίνηση την ίδια περίοδο που διεξάγονταν οι προσυνεδριακές διαδικασίες και η ίδια η συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Προφανώς, το ΣΕΚ διαθέτει την απαραίτητη πολιτική συγκρότηση, με διεθνιστικές και αντικαπιταλιστικές θέσεις, ώστε να μην τρέφει αυταπάτες σχετικά με τις δυνατότητες αυτού του νέου «μετώπου». Φαίνεται να συμμετέχει σε αυτό χωρίς αξιώσεις για οποιαδήποτε ουσιαστική προγραμματική συμφωνία, αφού στην πραγματικότητα αντιμετωπίζει το εγχείρημα σαν ευκαιριακό εκλογικό όχημα. Με αυτή τη λογική, μια ενδεχόμενη συμμετοχή της ΛΑΕ, με τις ρεφορμιστικές, διαχειριστικές και εθνικιστικές της θέσεις, όχι μόνο δεν αποτελούσε πρόβλημα για το ΣΕΚ, αλλά θα θεωρούνταν παράμετρος που θα συνεισέφερε σε μια, έστω μικρή, διεύρυνση της εκλογικής απήχησης.

Από την άλλη πλευρά, το ΝΑΡ, μέσα από τη συμμετοχή του ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τις ρήξεις στο εσωτερικό του, έχει μετατοπίσει θετικά τις απόψεις και τις θέσεις του σε μια σειρά από σημαντικά ζητήματα (ελληνοτουρκικά, αντιπολεμικό, μεταναστευτικό, φεμινιστικό, λειτουργία και εκλογή με πλατφόρμες στο εσωτερικό του μετώπου). Η θετική αυτή εξέλιξη, σε συνδυασμό με την αξιόλογη πολιτική εμπειρία που διαθέτει η παλιότερη γενιά, έχοντας γνωρίσει και απορρίψει τον ρεφορμισμό και τον οπορτουνισμό της ηγεσίας του ΚΚΕ, έχει κάνει εφικτή τη συνύπαρξή μας στην κοινή καθημερινή πρακτική και σε προέκταση στην κοινή υποστήριξη της πλατφόρμας της πλειοψηφίας στη Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Η πλειοψηφία των οργανώσεων με τις οποίες το ΣΕΚ αναζητεί την πολιτική προσέγγιση είναι παλαιότερες διασπάσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Παραβλέπουν ωστόσο οι σύντροφοι του ΣΕΚ ότι οι οργανώσεις αυτές βρέθηκαν εκτός ΑΝΤΑΡΣΥΑ ακριβώς επειδή επέλεξαν να ακολουθήσουν ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο, αυτό της συγκόλλησης με τον ρεφορμισμό για την βελτίωση του ταξικού συσχετισμού στην περίοδο υποχώρησης του κινήματος. Οι διασπάσεις αυτές φαίνεται να αναζητούν τώρα τη διέξοδο από το πολιτικό περιθώριο σε μια απομίμηση του λαϊκού μετώπου. Ταυτόχρονα, ασκούν παράλογη κριτική στον υποτιθέμενο σεχταρισμό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, χρεώνοντάς της μάλιστα ακόμα και την προβλέψιμη επιλογή της ρεφορμιστικής ΛΑΕ να συμπράξει εκλογικά με το ΜΕΡΑ25. Ενώ θεωρούν ότι αυτός ο υποτιθέμενος σεχταρισμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ τους είχε προηγουμένως εγκλωβίσει σε αυτό το περιθώριο. Στην πραγματικότητα δεν έχουν αλλάξει προσανατολισμό, το σχέδιο τους συνεχίζει να βασίζεται στην ηττοπάθεια για την δυνατότητα της εργατικής τάξης και της επαναστατικής αριστεράς να πετύχουν αποφασιστικές νίκες στο σήμερα.

Ωστόσο, όπως φάνηκε από τις τοποθετήσεις των συνέδρων, αλλά και τις επόμενες εβδομάδες, και το ΝΑΡ δεν απέρριπτε μια εκλογική επανασυγκόλληση με την τελευταία διάσπαση της λεγόμενης “Μετάβασης”. Η διαφορά αυτής της εκτίμησης, η οποία επιβεβαιώθηκε από την άρνηση της πλειοψηφίας να υπερψηφίσει τροποποίηση της ΠΑΑΕ σχετικά με την ανάγκη εκλογικής διαφοροποίησης από τον αριστερό κυβερνητισμό, μας οδήγησε στο να ψηφίσουμε λευκό στην τελική μορφή του κειμένου πολιτικής απόφασης, παρά την υπερψήφιση των θέσεων. Συνεχίζουμε να εκφράζουμε την κριτική μας προς την πλειοψηφία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ η οποία είναι μεν αυστηρότατη στην κριτική της προς την ΛΑΕ, αλλά δίστασε να τραβήξει κόκκινη γραμμή με τον αριστερό κυβερνητισμό στην τελευταία συνδιάσκεψη.

Με το νεότερο δεδομένο της συνεργασίας της ΛΑΕ με το ΜΕΡΑ25, επανέρχεται, με τη σύμφωνη γνώμη του ΝΑΡ, η πρόταση για κοινό ψηφοδέλτιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τις υπόλοιπες οργανώσεις της Πρωτοβουλίας του «STUDIO» (Αναμέτρηση, Κ-Σχέδιο, ΑΡΑΝ) και τη ΔΕΑ. Η επιφύλαξή της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος είναι δεδομένη. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να γίνει κανένας προγραμματικός συμψηφισμός ούτε και κατά την προεκλογική περίοδο, ενώ θα πρέπει να προβληθούν με σαφή και διακριτό τρόπο οι θέσεις και το μεταβατικό πρόγραμμα που έχει κατακτήσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αυτή η ζύμωση είναι και ο σκοπός της συμμετοχής μας στις εκλογές, και όχι κάποια αυταπάτη για τη δυνατότητα της εκλογής αντικαπιταλιστών βουλευτών.

Οι πρόσφατες εξελίξεις στην εποχή της κρίσης έχουν αναδείξει τις κόκκινες γραμμές που διαχωρίζουν το επαναστατικό/αντικαπιταλιστικό ρεύμα από τον ρεφορμισμό, πέραν από τις οποίες δεν μπορεί να υπάρξει καμμιά προγραμματική σύγκλιση ούτε και πολιτική συμπόρευση:

  • Η αντίθεση στη στρατηγική των αριστερών κυβερνήσεων και η άρνηση της διαχείρισης των θεσμών του αστικού κράτους. Οι κρατικοί θεσμοί πρέπει να αντικατασταθούν από θεσμούς εργατικής εξουσίας και όχι απλώς να περάσουν στα χέρια της αριστεράς.
  • Η άρνηση υποστήριξης του ενός ή του άλλου ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου στο όνομα του μικρότερου κακού και της «εθνικής ενότητας» στο όνομα του εξωτερικού εχθρού.
  • Η συμμετοχή και στήριξη των θεσμών αυτοοργάνωσης και εργατικής αυτοδιεύθυνσης που αναδεικνύονται μέσα στο κίνημα, σε αντιπαράθεση με τη λογική της συνδιαχείρισης.

Με βάση αυτές τις προγραμματικές αρχές, και με την έμφαση στους εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες που εκτυλίσσονται και θα εξακολουθήσουν να εκτυλίσσονται, θα πορευτούμε και τη νέα περίοδο με τις συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, προσεγγίζοντας και άλλες, υπαρκτές αντικαπιταλιστικές κι επαναστατικές δυνάμεις.