• Δευ, 04/02/2013 - 20:27
Οι άνθρωποι που έβλεπαν την κρίση να περνά: για το σύγχρονο κομμουνιστικό φορέα και την επαναστατική στρατηγική σήμερα [του Πάνου Δαμέλου]

Ο παραπάνω τίτλος (ο οποίος δεν έχει σκοπό να εκμηδενίσει τον αγώνα που δίνει ο καθένας μας, αλλά να αναδείξει την ανεπάρκεια της συλλογικής μας παρέμβασης σε μαζικό επίπεδο) εμφανίστηκε στο μυαλό μου διαβάζοντας το άρθρο «Back to the future» του Παναγιώτη Σωτήρη για την ανάγκη, μεταξύ άλλων, της δημιουργίας ενός σύγχρονου κομμουνιστικού φορέα. Το κείμενο αναδημοσιεύτηκε πρόσφατα σε blogs, όντας επίκαιρο, αλλά η πρώτη δημοσίευση είχε γίνει στα τέλη του 2007. Το πρόβλημα είναι ακριβώς το πόσο επίκαιρο είναι: θα μπορούσε να είχε γραφτεί και σήμερα, καθώς η έλλειψη εξακολουθεί να είναι εμφανής όπως και τότε. Back to the past…

Ο προβληματισμός, φυσικά, δεν είναι καινούργιος, ούτε αφορά μόνο το χώρο της ΑΡΑΝ (που είναι ένα ερώτημα το γιατί δεν τον φέρνει στο προσκήνιο τώρα, ενώ είναι επίκαιρος). Συζητιέται στο χώρο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς τουλάχιστον από τη δεκαετία του ’90. Ωστόσο οι συνθήκες σήμερα είναι πολύ διαφορετικές. Έχουμε διανύσει πλέον ήδη μισή δεκαετία μιας τεράστιας καπιταλιστικής κρίσης, στην οποία η χώρα μας παίζει ιδιαίτερο ρόλο ως αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης και ως πειραματόζωο για την κατάρρευση μισθών και εργασιακών δικαιωμάτων στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο. Και ενώ οι περισσότεροι στον χώρο συμφωνούν για την ανάγκη σύγχρονου επαναστατικού υποκειμένου, συνεχώς το συζητάμε αλλά κανείς δεν κάνει ουσιαστικά κάτι. Λοιπόν, δε θέλω μετά από χρόνια να με ρωτάνε τι κάναμε την περίοδο της κρίσης και να απαντάω «τελικά όχι και πολλά, γιατί συμφωνούσαμε ότι χρειάζεται σοβαρή οργάνωση, αλλά δεν πήρε την πρωτοβουλία κανείς»…

Είναι εμφανής η έλλειψη μιας μαζικής, σύγχρονα κομμουνιστικής οργάνωσης. Που δεν θα είναι κακέκτυπο προηγούμενων προσπαθειών. Που δεν θα προσπαθήσει να γίνει απλά «ένα ΚΚΕ με σωστή/επαναστατική γραμμή». Που θα είναι βαθιά δημοκρατική, με πλουραλισμό απόψεων και ρευμάτων, αλλά με ενότητα στη δράση και σεβασμό των κοινών αποφάσεων. Και αυτό πρέπει να υλοποιηθεί άμεσα, φέτος και όχι «κάποτε» (γιατί ήδη έχει αργήσει).

Η καταλληλότερη μαγιά για μια τέτοια οργάνωση υπάρχει ήδη και είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ένας από τους λόγους που δεν έχει προχωρήσει η δημιουργία ενός τέτοιου φορέα είναι επειδή ο καθένας έχει τη δική του άποψη για το τι πρέπει να λέει πολιτικά αυτός ο φορέας, επειδή ο καθένας θέλει να υιοθετεί το δικό του πολιτικό πλαίσιο. Για να μιλήσουμε σοβαρά και να συνδεθούμε με την πραγματικότητα, αν θέλουμε ένα μαζικό φορέα και όχι απλά τη μετεξέλιξη/μετονομασία σημερινών συνιστωσών σε κόμματα, κάποιες απόψεις θα βρεθούν (έστω προσωρινά) και στη μειοψηφία. Στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπάρχει μια σημαντικότατη παρακαταθήκη. Υπάρχουν χρόνια κοινών αγώνων, ζυμώσεων και ένα μίνιμουμ πολιτικής συμφωνίας. Υπάρχουν τοπικές επιτροπές παντού. Υπάρχουν, άραγε, πολλές πιθανότητες μία νέα προσπάθεια που θα ξεκινήσει τώρα να συσπειρώσει περισσότερο κόσμο από ό,τι ένα ανοιχτό κάλεσμα για μετεξέλιξη αυτής της ήδη δυνατής συμμαχίας σε σύγχρονο κομμουνιστικό φορέα; Ελάχιστες ή καθόλου.

Ένας ακόμα λόγος που επιβάλλει τη μετεξέλιξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον κομμουνιστικό φορέα και όχι τη δημιουργία ενός νέου εντός της, είναι ότι κάτι τέτοιο θα σημαίνει πως ένα μεγάλο μέρος του δυναμικού του μετώπου θα απορροφηθεί στο εξής στις λειτουργίες και στην προπαγάνδιση του νέου κόμματος, αφήνοντας την ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρακτικά να φυτοζωεί (ενώ εκεί η περισσότερη δουλειά έχει ήδη γίνει και σχεδόν όλοι γνωρίζουν ποιοι είμαστε και τι λέμε). Πόσο ευχαριστημένοι είμαστε από τη λειτουργία μας σήμερα; Θέλουμε περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματική ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Το να αρχίσουμε τώρα να χτίζουμε κάτι από το μηδέν θα είναι σα να πυροβολούμε το πόδι μας…

Πολλοί λένε ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο, επειδή δε θα συμφωνήσουν όλοι. Όμως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υποτίθεται πως έχει πλέον δημοκρατικές διαδικασίες, ότι δεν είναι ένα στατικό πράγμα ή μια συμφωνία κορυφής, ότι τα μέλη της αποφασίζουν πώς θέλουν να εξελιχθεί. Αν η πλειοψηφία πιστεύει ότι χρειαζόμαστε ενιαία οργάνωση, τότε αυτό πρέπει να γίνει. Ακόμα κι αν υπάρξουν αντιδράσεις, μέχρι και αποχωρήσεις – άλλωστε, τίποτα δε γεννιέται χωρίς πόνους και σπασμούς. Το παν είναι οι ανάγκες της ταξικής πάλης, όχι το να μην κακοκαρδίσουμε κανέναν. Ούτως ή άλλως με κανέναν που υπάρχει πολιτική συμφωνία δε θα χαθούμε – ο νέος φορέας θα έχει την άνεση να χτίσει και τις νέες συμμαχίες του. Και άλλωστε δεν πρέπει να υποτιμάμε την έλξη που θα ασκήσει ένας σοβαρός κομμουνιστικός φορέας και σε αγωνιστές που αποχώρησαν από το ΚΚΕ ή που προβληματίζονται (και που θα γίνουν ακόμα περισσότεροι όταν ολοκληρωθεί η αριστερίστικη στροφή του στο επερχόμενο 19ο συνέδριο).

Πρώτη κίνηση του νέου κομμουνιστικού φορέα, η συγκρότηση της ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας ανατροπής

Αν δούμε τα πολιτικά σχέδια που υπάρχουν στην αριστερά σήμερα, θα μπορούσαμε χοντρικά να κατατάξουμε το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ στον κυβερνητισμό –και μάλιστα με υπερβολικά ρεφορμιστικές θέσεις (παίρνουμε την κυβέρνηση, δε διαγράφουμε μονομερώς το χρέος, δε διώχνουμε το ΔΝΤ και την υπόλοιπη τρόικα, αντίθετα «τα βρίσκουμε» μαζί τους για πιο φιλολαϊκά μνημόνια, υπερασπιζόμαστε την αστική δημοκρατία)- και το σχέδιο του ΚΚΕ στον αριστερισμό (τίποτα δε γίνεται εντός καπιταλισμού, όλα θα λυθούν στο σοσιαλισμό, χωρίς όμως σχέδιο μετάβασης προς τα εκεί). Ο ρόλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι να πετάει την μπάλα στην εξέδρα α λα ΚΚΕ, λέγοντας «αυτοί είναι οι στόχοι, όλους θα τους πετύχει το κίνημα». Αντίθετα, ο τρίτος δρόμος που πρέπει να χαράξει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σήμερα, αυτός της σύγχρονης και εν δυνάμει νικηφόρας επαναστατικής στρατηγικής, είναι το να βγει με αυθάδεια προς το σύστημα και να πει: «Διεκδικούμε την εξουσία σε όλα τα επίπεδα για την ανατροπή».

Αυτό σημαίνει και ότι στηρίζεις πρωτίστως ολόψυχα τα όργανα δυαδικής εξουσίας που σε εμβρυακό επίπεδο υπάρχουν σήμερα (λαϊκές συνελεύσεις, πρωτοβάθμια σωματεία, αυτοδιαχειριζόμενους χώρους/εργατικές λέσχες) και αυτά που ευελπιστούμε να δημιουργηθούν αύριο, αλλά και ότι δημιουργείς άμεσα το ενιαίο πολιτικό μέτωπο που θα διεκδικήσει και την κυβερνητική εξουσία, ως μέρος της ευρύτερης πολιτικής εξουσίας σήμερα. Χωρίς κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Χωρίς να λες ότι, παίρνοντας την κυβέρνηση, θα βρεθεί «ο λαός στην εξουσία» (όπως είπε προεκλογικά ο Αλέξης Τσίπρας – και παλιότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου). Αντίθετα, στρατεύοντας τον κόσμο και σε αυτόν τον στόχο και όντας πλέον ο φορέας της πολιτικής του έκφρασης (παίρνοντας αυτή τη θέση από ρεφορμιστικά κόμματα), μπορείς από ευνοϊκή θέση να προπαγανδίζεις θέσεις και κατά του κυβερνητισμού, να εξηγείς γιατί η κυβέρνηση δεν αρκεί και να συνδέεις ευρύτερα τμήματα του κόσμου με τις αντικαπιταλιστικές ιδέες. Αν δεν μπορούμε να δούμε τις δυνατότητες συνειδητοποίησης των μαζών που ανοίγει μια τέτοια προοπτική σήμερα, μάλλον αντιλαμβανόμαστε γραμμικά την ταξική πάλη. Ακριβώς επειδή μια σύγχρονη επαναστατική διαδικασία δεν θα είναι μονόπρακτο, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε καμία εξέλιξη, ούτε το ενδεχόμενο να εμπλέκεται και μία «εργατική κυβέρνηση» σε αυτή την πολύπλοκη και πολύπλευρη διαδικασία (προσοχή: όχι να είναι αυτή το επίκεντρο και το πεδίο της επαναστατικής διαδικασίας –αυτό είναι κυβερνητισμός).

Υπάρχει η αντίληψη ότι το μεταβατικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να εφαρμοστεί εντός καπιταλισμού (ορθώς μέχρι εδώ), και άρα δεν έχει νόημα η συζήτηση για μια κυβέρνηση που θα έλεγε «διαγραφή χρέους, έξοδος από ευρώ-ΕΕ» κλπ. Μα φυσικά και δε θα είναι εντός καπιταλισμού – ούτε εντός σοσιαλισμού όμως. Γι’αυτό λέγεται «μεταβατικό». Γι’αυτό λέμε ότι μια σύγχρονη επαναστατική διαδικασία δε θα είναι μονόπρακτο. Γιατί θα συμβούν πολλά παράδοξα στο μεταίχμιο μεταξύ σοσιαλισμού και βαρβαρότητας, σε μια περίοδο τέτοιας όξυνσης της ταξικής πάλης που θα πρέπει να ελέγχουμε και να νικήσουμε σε όλα τα μέτωπα. Φυσικά και μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να έχει χρονική διάρκεια, δεν θα επέλθει μετά την εκλογή της μια περίοδος ήρεμου κοινοβουλευτισμού – το αντίθετο. Μιλάμε για μια κυβέρνηση που, όταν οι εργάτες καταλαμβάνουν κάποιο εργοστάσιο, δε θα στέλνει την αστυνομία για να σπάσει την κατάληψη, αλλά θα υπερασπίζεται το δικαίωμα των εργατών στην αυτοδιαχείριση. Κόντρα ρόλος για το αστικό κράτος; Απολύτως. Πάντως ομαλές συνθήκες καπιταλισμού δεν τις λες. Πρόκειται για την περίοδο όπου το αστικό κράτος θα κλονιστεί και ή θα επανέλθει, ή θα καταρρεύσει. Και εδώ γίνεται σαφής ο διαχωρισμός με τις λογικές της διαχείρισης και του κυβερνητισμού: Μια τέτοια κυβέρνηση το πολύ-πολύ να παίξει το ρόλο ευνοϊκού διαιτητή στην ταξική πάλη. Η ίδια η εργατική τάξη θα είναι το υποκείμενο της επανάστασης: αν δεν κινηθούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι σε τέτοιες κατευθύνσεις, αν δεν οξύνουν την αντιπαράθεση, αν δεν αρχίσουν να παίρνουν στα χέρια τους τα μέσα παραγωγής και να ανατρέψουν οι ίδιοι τον καπιταλισμό, μια τέτοια κυβέρνηση δε θα καταφέρει τίποτα. Όμως, βλέποντας τις λυσσώδεις αντιδράσεις του αστικού κράτους σε κάθε κινητοποίηση που τείνει να γίνει επικίνδυνη (βλέπε πχ την πρόσφατη επίταξη στο μετρό), οφείλουμε να εργαστούμε και προς την κατεύθυνση του αφοπλισμού του κράτους ως οργάνου της αστικής τάξης.

Άλλωστε σε πολλά κείμενά μας αποτυπώνεται ήδη το ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε κάθε κυβέρνηση με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Στην ανακοίνωσή μας μετά τη συνάντηση με τον ΣΥΡΙΖΑ ανάμεσα στις δύο εκλογές, γράφαμε: «Με κριτήριο αυτό το πρόγραμμα, το λαϊκό κίνημα, η Αριστερά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, θα καθορίζουν αντικειμενικά τη στάση τους απέναντι σε κάθε κυβέρνηση, στη σημερινή ιστορική περίοδο. Εκτιμούμε ότι –όπως η ιστορία έχει αποδείξει- τυχόν συμμετοχή της Αριστεράς σε οποιαδήποτε κυβέρνηση κάτω από τον έλεγχο και μέσα στα όρια της τρόικα, της ΕΕ, των κομμάτων του μαύρου μετώπου, των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, θα την οδηγήσει αργά ή γρήγορα, σε ενσωμάτωση και ήττα», ενώ η πρόσφατη (26/1) απόφαση της Π.Ε. του ΝΑΡ θέτει ως στόχο για το ευρύτερο μέτωπο μεταξύ άλλων την «ανατροπή κάθε κυβέρνησης με αντιλαϊκή πολιτική». Όσο όμως αρνούμαστε να φτιάξουμε το μέτωπο ανατροπής που θα διεκδικήσει και την κυβερνητική εξουσία, τόσο βοηθάμε διαχειριστικές προτάσεις τύπου ΣΥΡΙΖΑ και ας μη μας κάνει εντύπωση αν οι εκλογικές μας επιδόσεις παραμείνουν επιπέδου 0,33%, αφού θα ζητάμε ψήφο διαμαρτυρίας σε μια εποχή όπου η αριστερά διεκδικεί με αξιώσεις έως και την κυβέρνηση. Αν δε μας ενδιαφέρουν οι εκλογές, τότε ας το πούμε για να μην ξοδευόμαστε κιόλας, καθώς με τα χρήματα που δώσαμε μόνο στις δύο πρόσφατες εκλογικές μάχες θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει διάφορα άλλα πράγματα…

Υπάρχει, φυσικά, το ενδεχόμενο μια τέτοια κυβέρνηση να μην προλάβει να αποτελέσει μέρος μιας επαναστατικής διαδικασίας. Δεν αποκλείεται, κάθε άλλο - μπορεί οι εργάτες να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους πριν από τη συγκρότηση μιας τέτοιας κυβέρνησης, μπορεί και μετά.. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι μια τέτοια κυβέρνηση δεν μπορεί να προκύψει παρά ως μέρος μιας ευρύτερης σύγχρονης επαναστατικής διαδικασίας. Σε κάθε περίπτωση, το βασικό στοιχείο είναι ο κόσμος με τον οποίο θα συνδεθούμε θέτοντας, εκτός των άλλων, και έναν τέτοιο στόχο σήμερα, και η αντικαπιταλιστική συνείδηση που θα αναπτυχθεί στη διάρκεια ενός τέτοιου πολύπλευρου αγώνα. Αν βλέπουμε σήμερα τη λυσσασμένη και βρώμικη επίθεση που δέχεται ο ουσιαστικά συστημικός ΣΥΡΙΖΑ από τα ΜΜΕ, μπορούμε να φανταστούμε πόσο περισσότερο θα πολεμηθεί μια προοπτική ανατρεπτικής κυβέρνησης. Για να φτάσει να διεκδικεί την κυβερνητική εξουσία με αξιώσεις, σημαίνει ότι σε επίπεδο κοινωνίας θα υπάρχει τέτοια κινητοποίηση, τέτοιος ξεσηκωμός, τέτοιες δομές αντιπληροφόρησης που η προπαγάνδα των ΜΜΕ απλά δεν θα περνάει. Και ακριβώς ένα τέτοιο δίκτυο είναι που χρειάζεται για να εμποτιστεί η κοινωνία με το όραμα για την κομμουνιστική χειραφέτηση της νέας εποχής.

Γι’αυτό είναι οι κομμουνιστές που πρέπει να πρωτοστατήσουν σε ένα τέτοιο ρεύμα, που αρχικά θα συγκροτηθεί γύρω από τα πέντε σημεία του μεταβατικού προγραμμάτος, όσο όμως εμφανίζονται τα εμπόδια που θα βάζει η αστική τάξη στην εφαρμογή τους, τόσο αυτός ο κόσμος θα συνειδητοποιεί την ανάγκη ανατροπής του ίδιου του καπιταλισμού. Είναι μία δυναμική διαδικασία που η έκβασή της δεν μπορεί να προεξοφληθεί. Αλλά πρέπει να ριχτούμε σε αυτήν με όλες μας τις δυνάμεις. Σε όλα τα μέτωπα. Να μη χαρίσουμε κανένα πεδίο δράσης (και ευνοϊκής θέσης επιρροής επί των μαζών) σε αστικά ή σοσιαλδημοκρατικά μορφώματα. Να συγκροτήσουμε το ενιαίο μέτωπο ανατροπής, με ατμομηχανή τον σύγχρονο κομμουνιστικό φορέα, άμεσα, τώρα, στους επόμενους μήνες. Εκτός αν θέλουμε να καταγραφούμε στην ιστορία ως επαναστάτες χωρίς επαναστατικό σχέδιο, ως αυτοί που κούναγαν το δάχτυλο στο εργατικό κίνημα λέγοντάς του «μόνο έτσι πρέπει να συγκροτηθείς, μόνο αυτά είναι τα σωστά συνδικάτα, μόνο αυτές είναι οι σωστές μορφές δυαδικής εξουσίας». Να είμαστε εκεί, δίπλα και μέσα στο εργατικό κίνημα, συμβουλάτορες και μπροστάρηδες όποτε χρειάζεται, αλλά να μην περιμένουμε να υιοθετήσει και να υλοποιήσει απαραίτητα τις δικές μας θεωρητικές αναλύσεις και επιδιώξεις (είδαμε τι αποτελέσματα είχε μια τέτοια λογική με το Π.Α.ΜΕ.). Μπορεί και να εκπλαγούμε ευχάριστα. Και, επειδή μια φορά (και αν) εμφανίζεται στη ζωή του κάθε εν δυνάμει επαναστάτη πραγματικά η δυνατότητα να αλλάξει τον κόσμο, σας εκλιπαρώ, ας μην είμαστε οι άνθρωποι που έβλεπαν την κρίση να περνά…