- Πέμ, 10/05/2012 - 01:40
Οι ψήφοι και τα ποσοστά που συγκέντρωσε η Αριστερά είναι πρωτοφανή σε ολόκληρη την ελληνική ιστορία. Συνολικά τα ποσοστά των κομμάτων της αθροίζουν 34%. Οι ψήφοι είναι πάνω από 2.100.000. Δεν υπάρχει κανένα συγκρίσιμο αποτέλεσμα σε όλες τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, όσο πίσω κι αν γυρίσει κανείς. Το 2009 το άθροισμα ήταν κάτω από 900.000. Ισχύει δηλαδή μια μετατόπιση πάνω από 1,2 εκατομμυρίων ανθρώπων προς την Αριστερά.
Μπροστά σε αυτό το φαινόμενο, οι αναλυτές που σε κάθε μία από τις προηγούμενες εκλογές ισχυρίζονταν πως η κατάρρευση των δύο μεγάλων κομμάτων είναι συγκυριακή και πως η Αριστερά παίρνει απλώς ψήφους διαμαρτυρίας, τώρα επιχειρούν μια άλλη διαστρέβλωση. Προσπαθούν να πουν ότι όλη αυτή η στροφή στα Αριστερά οφείλεται απλώς και μόνο στην κυβερνητική πρόταση που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Συγκρίνουν δηλαδή εμμέσως τα αποτελέσματα της περασμένης Κυριακής με τα αποτελέσματα του Οκτώβρη του 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ έγινε κυβέρνηση. Η πραγματικότητα είναι πολύ μακριά. Αν δεν έχει κανείς ζωντανές μνήμες απ' το 1981, μπορεί να ρωτήσει κάποιον παλιότερο τι τεράστιες αυταπάτες υπήρχαν πριν από τις εκλογές σχετικά με το τι μπορούσε να κάνει μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.
Ο κόσμος που ψήφισε ΠΑΣΟΚ το '81 πίστευε πραγματικά ότι με τον Ανδρέα Παπανδρέου πρωθυπουργό θα σχηματιζόταν μια “κυβέρνηση όλων των Ελλήνων”, η οποία θα αναδιένειμε τον πλούτο, θα συγκρουόταν με το μεγάλο κεφάλαιο, την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ και θα άνοιγε το δρόμο για βαθύτερους μετασχηματισμούς.
Αυτή η αυταπάτη του κοινοβουλευτικού δρόμου απλωνόταν και έξω από το ΠΑΣΟΚ και τους ψηφοφόρους του. Το ΚΚΕ είχε το σύνθημα “Αλλαγή δεν γίνεται χωρίς το ΚΚΕ”, έχοντας στόχο μια μεγάλη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση που θα εξασφάλιζε ότι το ΠΑΣΟΚ δεν θα έμενε στα μισά του δρόμου. Αντίστοιχες αυταπάτες και στο ΚΚΕ Εσωτερικού, αλλά και στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά της εποχής. Ολόκληρα τμήματα της επαναστατικής Αριστεράς του Πολυτεχνείου διαλύθηκαν, αυτοδιαλύθηκαν ή απορροφήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ τα χρόνια πριν και μετά την άνοδο στην εξουσία, ακριβώς γιατί υπήρξαν άνθρωποι που πίστεψαν πως μια προοδευτική κυβέρνηση μπορούσε να υλοποιήσει αυτά για τα οποία είχε παλέψει ο κόσμος.
Σήμερα, αυτές οι αυταπάτες δεν υπάρχουν. Αφενός δεν υπάρχουν στον κόσμο που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ επένδυσε τις ελπίδες του στην άνοδο της Αριστεράς, θεωρώντας πως με το ψηφοδέλτιο αυτό μπορεί να τις εκφράσει και να τις αναδείξει καλύτερα. Συνάντησε κανείς στην προεκλογική εκστρατεία κόσμο που να πιστεύει ότι αν ο Αλέξης Τσίπρας εκλεγεί πρωθυπουργός θα υποταχθούν οι τραπεζίτες, θα σηκώσουν τα χέρια ψηλά οι Τροϊκανοί και θα ανοίξει ο δρόμος για το σοσιαλισμό; Είναι διαφορετικό ζήτημα αν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να μετασχηματίσει αυτές τις ελπίδες σε καινούργιες αυταπάτες για “κυβέρνηση της Αριστεράς”. Ταυτόχρονα, αυτό που κάνει τη σύγκριση με το '81 ακόμη πιο άκυρη είναι ότι υπάρχει πλέον ένα διαμορφωμένο μπλοκ της Αριστεράς που κάνει ανοιχτή κριτική στην αυταπάτη περί “αριστερής κυβερνητικής λύσης”.
Το ΚΚΕ έχει αναγκαστεί να πάρει αυτή τη σωστή θέση, σε πλήρη αντίθεση με την ίδια του την παράδοση. Όποιος θέλει να αγνοήσει το 8,5% που πήρε το ΚΚΕ (1% άνοδο σε σχέση με το 2009) επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύθηκε, μάλλον αγνοεί τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων στο κίνημα και στην Αριστερά στην Ελλάδα. Ακόμη περισσότερο, αντίθετα με το '81, όταν η Αριστερά που δεν είχε αυταπάτες στο ΠΑΣΟΚ είχε περιοριστεί σε μικρές ιδεολογικές ομάδες, τώρα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ κάνει επίσης μια καταγραφή ρεκόρ, με το μεγαλύτερο ιστορικά σκορ για την αντικαπιταλιστική Αριστερά, 75 χιλιάδες ψήφους και 1,2%. Ακόμη και στην καρδιά της Μεταπολίτευσης, το 1977, η επαναστατική Αριστερά με το ζόρι ξεπέρασε τις 20 χιλιάδες ψήφους. Όλοι εξάλλου γνωρίζουν ότι κόσμος που στους αγώνες και στα κινήματα είναι συνδεδεμένος με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, επέλεξε να ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ, αποδεχόμενος (λανθασμένα), το επιχείρημα πως αυτή ψήφος θα αποδειχθεί πιο χρήσιμη. Δεν ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ από αυταπάτη αλλά κριτικά.
Καταστάλαγμα
Η αριστερή στροφή που καταγράφεται με όλα τα αριστερά ψηφοδέλτια είναι αποτέλεσμα της ριζοσπαστικοποίησης και των αγώνων. Είναι αποτέλεσμα της συνείδησης που ανέπτυξε η εργατική τάξη, η νεολαία και όλος ο κόσμος που πάλεψε μέσα στις απεργίες, στις διαδηλώσεις, τις καταλήψεις. Είναι πολιτικό καταστάλλαγμα της ταξικής πάλης, συνέπεια της αδυναμίας της άρχουσας τάξης να υποτάξει και να εκβιάσει. Αυτό είναι ένα βασικό κρατούμενο για να δούμε πώς πρέπει να συνεχίσει η Αριστερά από δω και μπρος.
Σίγουρα καμιά από τις αριστερές ηγεσίες δεν πρέπει να συμμετάσχει ή να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης σε συγκυβέρνηση οικουμενική ή “εθνικής σωτηρίας”. Ούτε όμως πρέπει να υπάρξει καμιά αυταπάτη ότι μπορεί να στηθεί “αντιμνημονιακή κυβέρνηση”, με δυνάμεις από τη Δεξιά, πχ από τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Η συνεργασία με τον Καμμένο δεν θα είναι δύναμη για την Αριστερά, αλλά υποταγή στο βρόμικο πρόγραμμα ενός εθνικιστικού κόμματος που θέλει να ανοίξει τα ξερονήσια, να κλιμακωθεί η ένταση με την Τουρκία και τη Δημοκρατία της Μακεδονίας και να μειωθεί κι άλλο η φορολόγηση των πλούσιων.
Ο δρόμος που έχει μπροστά της η Αριστερά είναι να αξιοποιήσει την κατάρρευση του αντιπάλου και να οργανώσει την Αντίσταση για να επιβάλουμε όλα τα αιτήματα του εργατικού κινήματος στο πεζοδρόμιο. Δεν πρέπει να περιμένουμε τις πιθανά επόμενες εκλογές, με την ελπίδα σε καλύτερο σκορ της Αριστεράς. Τώρα είναι η καλύτερη στιγμή για να ξανανοίξουν όλες οι μάχες. Η Aριστερά πρέπει να πάρει πρωτοβουλία για να βάλουν μπρος τα συνδικάτα τις μηχανές. Σε κάθε χώρο συνελεύσεις και οργάνωση για απεργία και κατάληψη. Όλα τα κομμένα μεροκάματα και οι μισθοί που μας επέβαλαν με τα μνημόνια μπορούν να παρθούν πίσω. Με απεργίες και καταλήψεις σε όλους τους χώρους που έγιναν απολύσεις, μπορούμε να ξαναπάρουμε όλους τους συναδέλφους μας πίσω στη δουλειά. Δεν έχουμε κυβέρνηση Παπανδρέου ούτε κυβέρνηση Παπαδήμου για να απειλεί και να στέλνει τα ΜΑΤ. Ξέρουμε ότι έχουμε μια δηλωμένη πλειοψηφία του κόσμου ενάντια στα Μνημόνια και με ξεκάθαρο αριστερό πρόσημο. Στα μεγάλα αστικά κέντρα, εκεί που δίνονται οι σημαντικότεροι αγώνες, τα ποσοστά της Αριστεράς δίνουν ακόμη καλύτερες δυνατότητες. Σε όλο το Λεκανοπέδιο ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα, με το ΚΚΕ να κρατάει τις δυνάμεις του και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ να ενισχύεται, ενώ το ΠΑΣΟΚ έχει καταποντιστεί στην 5η και 6η θέση. Αντίστοιχα στη Θεσσαλονίκη, την Αχαΐα, τα Χανιά. Η εργατική τάξη έχει δηλώσει και με την ψήφο της ότι είναι με τους αγώνες και όχι με τους συμβιβασμούς.
Υπάρχει κόσμος που έχει ακόμα αυταπάτες ότι τη λύση θα τη φέρει μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να συγκρουστούμε αφηρημένα πάνω σε αυτό το ζήτημα. Η αντιμετώπιση που έχει το ΚΚΕ, το οποίο φτάνει να καταγγέλλει τον κόσμο που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ, είναι προβληματική. Ίσα ίσα πρέπει να οργανώσουμε και να δείξουμε στην πράξη ότι τις κατακτήσεις μπορούμε να τις επιβάλουμε στους χώρους δουλειάς και στους δρόμους. Ο εργατικός έλεγχος συνεχίζει να είναι η στρατηγική που μπορεί να ανοίξει δρόμους. Έτσι ώστε ακόμη και αν εκλεγεί μια αριστερή κυβέρνηση, θα έχει να αντιμετωπίσει συνθήκες διπλής εξουσίας. Από τη μια ένα κίνημα που θα έχει δείξει τι θέλει και πώς μπορεί να το επιβάλει. Από την άλλη στους καπιταλιστές και το βαθύ κράτος που θα επιδιώκουν να κρατήσουν τα κεκτημένα τους. Θα έχει καθήκον μια αριστερή κυβέρνηση να επιβάλει απαγόρευση των απολύσεων; Ναι, αλλά μόνο έχοντας κάνει σημαντικά βήματα εργατικού ελέγχου μέσα στους χώρους δουλειάς, έχοντας ανοίξει τα βιβλία στα λογιστήρια των αφεντικών, έχοντας βάλει μπρος τις μηχανές στα κλειστά εργοστάσια, θα έχουμε έναν πραγματικό μηχανισμό που θα μπορέσει να υλοποιεί στην πράξη αυτό το αίτημα. Θα έχει καθήκον μια αριστερή κυβέρνηση να βγάλει εκτός νόμου τους ναζί της Χρυσής Αυγής; Ναι, αλλά το ενιαίο μέτωπο για να τους απομονώσουμε και να τους στείλουμε πίσω στις τρύπες τους ξεκινάει από σήμερα.
Αντίστοιχα, όλα τα μέτρα του Mνημονίου μπορούν να ξηλωθούν από τώρα, χωρίς κυβέρνηση. Αυτή είναι η πρόκληση που έχει μπροστά της η Αριστερά. Να μετατρέψει την πολιτική επικρότηση που εισέπραξε στις εκλογές ξανά σε δύναμη για το κίνημα. Αυτή είναι η προοπτική στην οποία δίνει τις δυνάμεις του και το ΣΕΚ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσα σε αυτή την περίοδο όπου όλες οι δυνατότητες για τις εργάτριες και τους εργάτες έχουν ανοίξει διάπλατα.