- Τρί, 21/01/2020 - 15:46
Αξιολογώντας τη διάλυση του δημόσιου πανεπιστημίου [του Θοδωρή Μαγκλάρα]
Θοδωρής Μαγκλάρας Την ενίσχυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης συνεχίζει η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως. Διαμορφώνεται ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον απαξίωσης του δημόσιου πανεπιστημίου, το οποίο για να επιβιώσει, θα πρέπει να αντιγράψει «πλεονεκτήματα» του ιδιωτικού.
Σε μια προσπάθεια, μάλλον, να μας αποδείξει ότι ο εχθρός του κακού είναι το χειρότερο, το υπουργείο Παιδείας «αναβάθμισε» το νομοσχέδιο για την αξιολόγηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, καθώς μόλις την περασμένη Παρασκευή προσέθεσε τροπολογία, η οποία ουσιαστικά έρχεται να εξισώσει τα πτυχία των κολλεγίων με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων. Η διάταξη αυτή, ως κομμάτι του νομοσχεδίου, επιβεβαιώνει την πεποίθηση ότι συντελείται μία αναίσχυντη επίθεση εις βάρος της δημόσιας εκπαίδευσης. Αν δούμε λίγο πιο αναλυτικά την ουσία της εξίσωσης αυτής, εύκολα διαπιστώνουμε ότι συνιστά έμμεση κατάργηση του άρθρου 16. Η δυνατότητα επαγγελματικής εξίσωσης του διπλώματος ενός ιδιωτικού κολλεγίου με το πτυχίο ενός δημόσιου πανεπιστημίου εν τέλει απαξιώνει και αξιοποιείται εις βάρος του δεύτερου. Εκτός της αντικειμενικής –πλην συναισθηματικού χαρακτήρα– αλήθειας, ότι η προσπάθεια και οι θυσίες που απαιτούνται στο «σήμερα» για τη λήψη ενός πτυχίου –ειδικά για τα πιο ταξικά κομμάτια του φοιτητικού σώματος– εκμηδενίζονται, όταν ταυτίζονται με ένα αγορασμένο πτυχίο, η εξίσωση έρχεται να εμβαθύνει και να εμπεδώσει μια λογική, η οποία θέλει τα πτυχία να αποτελούν ένα ακόμα προσόν στον ατομικό φάκελο προσόντων του αποφοίτου, μαζί με επί πληρωμή σεμινάρια, πιστοποιήσεις κλπ. Επιπροσθέτως, το μέτρο αυτό ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για το δημόσιο πανεπιστήμιο, διαμορφώνοντας ένα ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Αυτό προκύπτει, αν λάβουμε υπόψη την αντικειμενική ευκολία που έχει το πρόγραμμα σπουδών (και άρα το πτυχίο) ενός ιδιωτικού κολλεγίου να προσαρμόζεται στις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς εργασίας, σε αντίθεση με το αντίστοιχο πρόγραμμα ενός δημόσιου πανεπιστημίου, το οποίο καθορίζεται με κριτήριο την άρτια θεραπεία του επιστημονικού αντικειμένου (θεωρητικά τουλάχιστον). Στον βαθμό που τα δύο πτυχία εξισώνονται και δεδομένης της ανάγκης του κεφαλαίου για εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς εργασίας, το πτυχίο του ιδιωτικού υπερισχύει έναντι του δημοσίου. Με αυτόν τον τρόπο, επομένως, διαμορφώνεται ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον απαξίωσης του δημόσιου πανεπιστημίου, το οποίο αν θέλει να επιβιώσει, θα πρέπει να αντιγράψει τα «πλεονεκτήματα» του ιδιωτικού. σε αυτό ακριβώς το στοιχείο εντοπίζεται το βασικό σημείο στρατηγικής τομής της εξίσωσης των πτυχίων με την αξιολόγηση.
Αν εξετάσουμε τα κριτήρια με βάση τα οποία θα γίνεται η αξιολόγηση, μεταξύ άλλων θα βρούμε τη σύνδεση του πανεπιστημίου με την αγορά εργασίας, την εξωστρέφεια, το περιεχόμενο των προγραμμάτων σπουδών και τις επιδόσεις των φοιτητών. Μάλιστα, οι επιδόσεις του πανεπιστημίου στην αξιολόγηση θα κρίνουν εν τέλει το 20% της χρηματοδότησής του. Επί της ουσίας, δηλαδή, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα που δεν ικανοποιούν επαρκώς τις ανάγκες του κεφαλαίου και της αγοράς εργασίας θα υποχρηματοδοτούνται, θα αναγκάζονται να αναζητούν πόρους από ιδιωτικούς παράγοντες και, αν δεν τα καταφέρουν, θα οδηγηθούν στο κλείσιμο. Συγχρόνως, το νομοσχέδιο φέρνει την «απελευθέρωση των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ), μια διάταξη που στο όνομά της απογραφειοκρατικοποίησης θα απλοποιήσει το θεσμικό πλαίσιο, ώστε να διεισδύσει στον τομέα της έρευνας ακόμα πιο έντονα και εύκολα ο ιδιωτικός παράγοντας. Αρμόδιος φορέας για την αξιολόγηση, τη χρηματοδότηση και τον λεγόμενο «στρατηγικό σχεδιασμό»(!) των ιδρυμάτων θα είναι η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), μια θεωρητικά ανεξάρτητη αρχή, η οποία πρακτικά θα εκτελεί χρέη τοποτηρητή της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης και θα επιβραβεύει τα ιδρύματα ή θα τα τιμωρεί αντίστοιχα ανάλογα με τις επιδόσεις τους. Πτυχή της αξιολόγησης που αξίζει να σημειωθεί, πέρα από τα καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια τα οποία τίθενται, είναι η ενδεχόμενη στοχοποίηση του συνδικαλισμού, του συλλογικού αγώνα και της διεκδίκησης, τα οποία θα παρουσιάζονται ως υπεύθυνα για την «κακή εικόνα» του ιδρύματος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αξιολόγηση και χρηματοδότησή του. Σε μια συγκυρία, λοιπόν, που η δημόσια εκπαίδευση υπονομεύεται, που το δημόσιο πανεπιστήμιο απαξιώνεται και ως απάντηση σ’ αυτήν την απαξίωση παρουσιάζεται η σύνδεση με τον ιδιωτικό παράγοντα, που το κακό μπορεί να αντικαταστήσει μόνο το χειρότερο, εμείς προτάσσουμε τις δικές μας ανάγκες για μόρφωση, δουλειά και ελευθερίες, κόντρα σε ένα σύστημα που απαιτεί να συμβιβαστούμε με το χειρότερο.
Παρεμβάσεις: Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο! Κάλεσμα για πανεκπαιδευτικό αγώνα διαρκείας, με βασικό αίτημα την άμεση απόσυρση του νομοσχεδίου που εξισώνει τα πτυχία των ιδιωτικών κολεγίων με αυτά των δημοσίων πανεπιστημίων, απευθύνουν, μέσω ανακοίνωσής τους, οι Αγωνιστικές Παρεμβάσεις Συσπειρώσεις Κινήσεις. «Ο κάθε συνάδελφος πρέπει να πάρει τις ευθύνες του απέναντι στη νεοφιλελεύθερη/νεοσυντηρητική καταιγίδα που εξαπολύει η κυβέρνηση στην εκπαίδευση. Ο μόνος που μπορεί να ορθώσει εμπόδια ανυπέρβλητα στην κυβερνητική επιθετικότητα είναι ένα μαζικό πανεκπαιδευτικό κίνημα. Απαιτείται, άμεσα, οι Ομοσπονδίες, οι Σύλλογοι ΠΕ και οι ΕΛΜΕ, οι φοιτητικοί σύλλογοι, οι γονεϊκοί φορείς να πάρουν θέση. Να οργανωθεί άμεσα πανεκπαιδευτική απεργία και πανελλαδική κινητοποίηση. Να επιστρέψουμε στους δρόμους του αγώνα, στις διαδηλώσεις, στις γενικές συνελεύσεις και να πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας, όπως τον Γενάρη του 2019: αδιαμεσολάβητα, μαζικά, μαχητικά», καταλήγει η ανακοίνωση. Εφημερίδα ΠΡΙΝ, 19.1.2020 |