• Παρ, 29/01/2021 - 20:36
10 χρόνια από την Επανάσταση στην Αίγυπτο: Η εργατική τάξη έχει τη δύναμη αλλά χρειάζεται επαναστατική οργάνωση για να νικάει ως το τέλος. [του Νίκου Λούντου]
10 χρόνια από την Επανάσταση στην Αίγυπτο: Η εργατική τάξη έχει τη δύναμη αλλά χρειάζεται επαναστατική οργάνωση για να νικάει ως το τέλος.
 
του Νίκου Λούντου 
 
Η 25η Γενάρη του 2011 έφερε την επανάσταση, με όλη της τη μεγαλοπρέπεια, στο κέντρο της παγκόσμιας σκηνής. Η “μέρα της οργής” δεν σκόπευε να είναι παρά μια ακόμη μέρα συμβολικών διαδηλώσεων για δημοκρατία στην Αίγυπτο. Το αναμενόμενο ήταν μερικές συγκρούσεις με την αστυνομία, γρήγορο άδειασμα των δρόμων εκεί που θα κατάφερναν να συγκεντρωθούν μερικές εκατοντάδες και αναδίπλωση των διαδηλωτών μέσα σε κτίρια (πανεπιστήμια, συνδικάτα, επαγγελματικούς συλλόγους). Αυτό που ακολούθησε ήταν μια έκρηξη σε τέτοια κλίμακα που 17 μέρες αργότερα ο δικτάτορας Μουμπάρακ ήταν παρελθόν. Η επανάσταση έγινε η πύλη από την οποία όλα τα αδύνατα έγιναν ξαφνικά πιθανά. Η Αίγυπτος ήταν το απόλυτο σύμβολο του καθεστώτος που δεν επιτρέπει την παραμικρή αμφισβήτηση. Μετατράπηκε στο κέντρο ενός επαναστατικού σεισμού που απλώθηκε σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Η επέτειος των δέκα χρόνων είναι ευκαιρία να θυμηθούμε και να βγάλουμε συμπεράσματα.
 
Ας επικεντρώσουμε πρώτα στις επίμαχες 18 μέρες. Η “μέρα της οργής” ξεπέρασε τις προβλέψεις των διοργανωτών αλλά και του καθεστώτος. Κι έτσι ενώ η αστυνομία έκανε τα συνηθισμένα: ξύλο, δακρυγόνα, συλλήψεις και κυνηγητό στις γειτονιές, στην πλατεία Ταχρίρ κατάφεραν να συγκεντρωθούν μερικές δεκάδες χιλιάδες. Η αποτυχία της αστυνομίας να κρατήσει άδεια τη μεγάλη πλατεία στο κέντρο του Κάιρου έστειλε ένα μήνυμα αδυναμίας που το εξέλαβαν εκατομμύρια άνθρωποι που δεν είχαν συμμετάσχει ποτέ σε καμία διαδήλωση, ούτε σχεδίαζαν να το κάνουν. Κι έτσι, όταν δόθηκε το μήνυμα για καινούργια διαδήλωση στις 28 του μήνα -Παρασκευή και μέρα αργίας στην Αίγυπτο- τα τζαμιά μετατράπηκαν σε σημεία προσυγκέντρωσης γεμάτα οργή και αυτοπεποίθηση. Σε όλες τις πόλεις της χώρας εξελίσσονται διαδηλώσεις και ο κόσμος αναπνέει τον αέρα της ελευθερίας. 
 
Η αστυνομία έχει κατά κύριο λόγο συγκεντρωθεί στο Κάιρο, γιατί το καθεστώς φοβάται μια μεγεθυμένη εικόνα ακυβέρνητης πρωτεύουσας και επιθέσεις στα δημόσια κτίρια. Το σχέδιο αποτυγχάνει και στα δύο του σκέλη. Στις επαρχίες, ο κόσμος καταλαμβάνει αστυνομικά τμήματα, τα γδύνει από οπλισμό, επιτίθεται σε όλα τα κτίρια που συμβολίζουν το καθεστώς. Στις φυλακές γίνονται εξεγέρσεις. Ενώ την ίδια ώρα στο Κάιρο, η αστυνομία έχει χάσει τον έλεγχο. Η μάχη της “Γέφυρας της 6ης του Οκτώβρη” θα κρατήσει για ώρες, με τους διαδηλωτές να προσπαθούν να μπουν στην πλατεία Ταχρίρ και τις δυνάμεις καταστολής να εκτοξεύουν όλο τον εξοπλισμό εναντίον τους. Σε λίγο, τα κεντρικά γραφεία του κόμματος του καθεστώτος φλέγονται. 
 
Η εικόνα του μαύρου καπνού που πύκνωνε πάνω από το “παλάτι” των παρακρατικών μηχανισμών και σκέπαζε το Κάιρο έφτασε μέσα από την τηλεόραση σε κάθε γωνιά της χώρας και ακόμη παραπέρα. Η απαγόρευση κυκλοφορίας ανακοινώθηκε επίσης από την τηλεόραση, αλλά κανείς δεν άκουσε. Ο μαύρος καπνός έστελνε ένα πολύ πιο δυνατό σήμα. Στις γειτονιές ο κόσμος άρχισε να οργανώνεται για την ασφάλειά του. Όμως, από τις 29 Γενάρη, η αστυνομία έχει πλέον αποσυρθεί ηττημένη. 
 
Το καθεστώς θα παίξει με δύο άλλα εργαλεία. Το στρατό και τον ανεπίσημο μισθοφορικό στρατό των συμμοριών του. Ο στρατός αναπτύσσεται στους δρόμους, και η στρατιωτική ηγεσία κλείνει το μάτι στους διαδηλωτές δίνοντας την υπόσχεση ότι οι στρατιώτες δεν βρίσκονται εκεί για να καταστείλουν αλλά μόνο για “ασφάλεια”. Ο Μουμπάρακ από την τηλεόραση κάνει συμβολικές υποχωρήσεις ότι δήθεν “πήρε το μήνυμα”. Στο μεταξύ όμως κινητοποιούνται οι ένοπλες συμμορίες των δρόμων. Η πλατεία Ταχρίρ έχει μετατραπεί σε μια διαρκή διαδήλωση και το καθεστώς ψάχνει τρόπο να βάλει τέλος. Στις 2 του Φλεβάρη εξελίσσεται η “μάχη της καμήλας”. Οπαδοί και μισθοφόροι του καθεστώτος κατευθύνονται ένοπλοι, πάνω σε άλογα και καμήλες, ενάντια στους διαδηλωτές. Θέλουν “να τελειώνουν οι διαδηλώσεις για να επιστρέψουν οι τουρίστες”. 
 
Ο δημοσιογράφος Ρόμπερτ Φισκ που είχε καλύψει ήδη πολλά πολεμικά μέτωπα σε όλο τον κόσμο ήταν παρών και έγραψε ότι η σκηνή δεν ήταν λιγότερο σκληρή από πόλεμο: “Οι συγκρούσεις ήταν τόσο φοβερές που μπορούσαμε να μυρίσουμε το αίμα. Είδα νεαρές γυναίκες με μαντίλες και μακριές φούστες πεσμένες στα γόνατα να ξηλώνουν πλάκες από το πεζοδρόμιο. Κάποιοι έσυραν τους ασφαλίτες του Μουμπάρακ έξω από την πλατεία και τους τσάκισαν στο ξύλο μέχρι που γέμισαν αίματα”. Ο κόσμος πολέμησε με γυμνά χέρια για να μην αφήσει τους τραμπούκους να του κλέψουν την επανάσταση, και τα κατάφερε. Το εντυπωσιακό γεγονός όμως της μέρας ήταν ότι ο στρατός δεν έκανε επέμβαση - ούτε για να βοηθήσει τους τραμπούκους, ούτε για να σώσει τον κόσμο από το πετροβολητό. 
 
Τις επόμενες μέρες, η πλατεία θα μοιάζει με ένα μεγάλο παράθυρο δημοκρατίας μέσα στην καρδιά μιας σκληρής δικτατορίας. Από πολιτικές συζητήσεις μέχρι θέατρο και από οργάνωση των γυναικών ενάντια στη σεξουαλική βία μέχρι αθλητικές εκδηλώσεις, όλα συμβαίνουν στην πλατεία. Απέναντι στην προπαγάνδα ότι η Αίγυπτος κινδυνεύει από εμφύλιο, μουσουλμάνοι και μουσουλμάνες προστατεύουν με κλοιό τους Χριστιανούς Κόπτες όταν προσεύχονται στην πλατεία, και το αντίστροφο. Όμως, ούτε ο καπιταλισμός, ούτε το καθεστώς τελειώνουν με την απελευθέρωση μιας πλατείας, όσο και αν ο ενθουσιασμός εκείνων των στιγμών έδινε αυτή την εντύπωση σε κάποιους από τους συμμετέχοντες. 
 
Στο παρασκήνιο, παράγοντες του καθεστώτος Μουμπάρακ και του στρατού βρίσκονται σε συνεννοήσεις μεταξύ τους, με τους καπιταλιστές και με την αμερικάνικη πρεσβεία, για το πώς θα βάλουν τέρμα στην επαναστατική κατάσταση. Η προοπτική να ρίξουν τον Μουμπάρακ έχει πέσει στο τραπέζι, και γρήγορα αυτή η φήμη έχει ξεφύγει από τα παρασκήνια και φτάνει στο δρόμο. Είναι από αυτές τις φήμες, που ακόμη κι αν ξεκινήσουν σαν ένα ψέμα, αποκτούν τη δική τους ανεξάρτητη δυναμική. Έτσι, όταν στις 10 Φλεβάρη ανακοινώνεται ότι ο Μουμπάρακ θα κάνει διάγγελμα, όλοι είναι σίγουροι πως θα ανακοινώσει την παραίτησή του. Από την πλατεία Ταχρίρ μέχρι κάθε γωνιά της Αιγύπτου, περιμένουν με τα βεγγαλικά στα χέρια να γιορτάσουν τη στιγμή. Όμως, ο Μουμπάρακ δεν παραιτείται. Ανακοινώνει ότι παραμένει πρόεδρος με κάποιες συμβολικές αλλαγές. Η κίνηση έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Όσοι δεν είχαν βγει στο δρόμο μέχρι τότε, βγήκαν στις 10 του Φλεβάρη.
 
Στα εργοστάσια
 
Όμως ταυτόχρονα βρισκόταν σε εξέλιξη κάτι πολύ σημαντικότερο. Μακριά από τα βλέμματα των διεθνών μέσων ενημέρωσης που ειχαν αγκυροβολήσει στις ταράτσες γύρω από την Ταχρίρ, ένα κύμα απεργιών φουντώνει. Αν το καθεστώς καταρρέει, είναι ώρα να φύγουν και οι χαφιέδες του μέσα σε κάθε χώρο δουλειάς. Αν στις γειτονιές φτιάχνονται επιτροπές αυτοπροστασίας, στα εργοστάσια και τα γραφεία φτιάχνονται συνδικάτα. Κι αν στην Ταχρίρ παλεύουν για δικαιοσύνη, είναι ώρα να το ακούσουν και τα αφεντικά. Μάλιστα, τις τελευταίες μέρες πριν από το διάγγελμα του Μουμπάρακ, έχει δοθεί εντολή για χαλάρωση της απαγόρευσης κυκλοφορίας, ώστε να δοθεί εικόνα ομαλοποίησης, κι έτσι όλο και περισσότερος κόσμος επιστρέφει στη δουλειά - και φέρνει την Ταχρίρ μέσα στο εργοστάσιο. 
 
Η εικόνα εργατικών αγώνων σε όλες τις επαρχίες της χώρας, από την υφαντουργία μέχρι τα ίδια τα υπουργεία στο Κάιρο, σε συνδυασμό με ακόμη πιο συνταρακτικές εικόνες για εργάτες που πήραν καροτσάκι τους χαφιέδες, τους οργανωτές της απεργοσπασίας και τους πέταξαν έξω από τους χώρους δουλειάς σημαίνει συναγερμό για την ηγεσία του στρατού. Όπως γράφαμε λίγες μέρες αργότερα, στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα Κάτω: “Η 9 Φλεβάρη έμοιαζε με πανεργατική απεργία από τα κάτω. Χωρίς να υπάρχει κάποιος επίσημος συντονισμός, σιδηροδρομικοί, εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες, στις τηλεπικοινωνίες, στις τράπεζες, στο πετρέλαιο, στα στρατιωτικά εργοστάσια, στη φαρμακοβιομηχανία, στην υφαντουργία, λιθογράφοι και μια σειρά άλλοι κλάδοι μπήκαν σε κίνηση. Στις συνελεύσεις τους πρώτα απ' όλα δήλωναν ότι τάσσονται με τους διαδηλωτές της Ταχρίρ. Ταυτόχρονα έβαζαν μπρος τον δικό τους κατάλογο των αιτημάτων, για αυξήσεις, περισσότερα δικαιώματα, καλύτερες συνθήκες δουλειάς, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και τις απολύσεις”.
 
Αφού ο Μουμπάρακ δεν μπορούσε να σταματήσει αυτή την ανεξέλεγκτη κατάσταση, θα το έκανε ο στρατός. Μία μέρα μετά την άρνηση του Μουμπάρακ να παραιτηθεί, ο αντιπρόεδρός του, Σουλεϊμάν, έχει κι αυτός να ανακοινώσει κάτι. Βγαίνει και λέει πως τελικά ο Μουμπάρακ παραιτείται, και η διακυβέρνση της χώρας περνάει “μεταβατικά” στο Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων. Η επανάσταση που ξέσπασε στις 25 Φλεβάρη είχε πετύχει τον βασικό διακηρυγμένο στόχο της μέσα σε 18 μέρες. Ο Μουμπάρακ, το πρόσωπο κλειδί του τεράστιου μηχανισμού καταστολής και καταπίεσης ήταν πλέον παρελθόν. Η ώρα του μεγάλου πανηγυρισμού έφτασε. Στις 11 Φλεβάρη τίποτα δεν θύμιζε τις ματωμένες στιγμές της “Μάχης της Καμήλας” αν και δεν είχαν περάσει ούτε δυο βδομάδες. Όλοι ανεξαιρέτως ήταν αγκαλιασμένοι και γιόρταζαν το τέλος του Μουμπάρακ, ή τουλάχιστον έτσι έμοιαζε. Για να καταλάβουμε όμως αυτό που ακολούθησε μετά την πτώση του Μουμπάρακ, χρειάζεται να γυρίσουμε πίσω, αρκετά πριν τις 25 του Γενάρη του 2011.
 
Διαδικασία
 
Η επανάσταση ποτέ δεν είναι μια στιγμή, είναι διαδικασία. Διαδικασία στη διάρκεια των κρίσιμων βδομάδων, διαδικασία στη συνέχεια, αλλά διαδικασία και πριν από την έκρηξη. Αυτή η διαδικασία προετοίμασε την κίνηση των κοινωνικών δυνάμεων που στις 25 του Γενάρη έμοιαζε αυθόρμητη. Η Εργατική Αλληλεγγύη είχε (δυστυχώς, όχι ευτυχώς) το προνόμιο να είναι η μόνη εφημερίδα που παρακολουθούσε την πορεία προς την επανάσταση και τόνιζε τη συσσώρευση κοινωνικής εκρηκτικής ύλης στην Αίγυπτο. Η αρχή του κύκλου έγινε στα τέλη του 2000, όταν ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις αλληλεγγύης στην δεύτερη Ιντιφάντα, την εξέγερση των Παλαιστίνιων. Μετά από μια δεκαετία σκληρής καταστολής, το καθεστώς αναγκάζεται να δώσει χώρο στις κινητοποιήσεις, επιχειρώντας να τις ενσωματώσει. 
 
Με βάση τις επιτροπές αλληλεγγύης στην Ιντιφάντα, ξαναστήνεται η Αριστερά στην Αίγυπτο, που είχε μπει στο περιθώριο και λόγω της καταστολής αλλά και της σταλινικής πολιτικής που είχε μετατρέψει ένα μέρος της σε παράρτημα του καθεστώτος. Το 2003 έρχεται ο πόλεμος στο Ιράκ και το κίνημα απλώνεται. Η αβεβαιότητα των καθεστώτων της περιοχής για το πώς θα αντιμετωπίσουν τον πόλεμο, ο διχασμός μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το τεράστιο αντιπολεμικό κίνημα σε όλο τον κόσμο θα λειτουργήσουν σαν παράγοντες που θα δώσουν ξανά χώρο στο κίνημα. Στα Πανεπιστήμια πολιτικοποιείται μια νέα γενιά που συνδέει τα ζητήματα της Παλαιστίνης, του ιμπεριαλισμού, του ρόλου του καθεστώτος της Αιγύπτου και του καπιταλισμού. Οι διαδηλώσεις αυξάνονται και πληθύνονται. Συγκεντρώνουν μικρά πλήθη, δέχονται απίστευτη (επίσημη και ανεπίσημη) καταστολή, αλλά έχουν αποτελέσματα. 
 
Μέσα σε πτέρυγες του ίδιου του καθεστώτος ανοίγουν ζητήματα για βήματα φιλελευθερισμού. Ανοίγουν μικρά ξέφωτα για ανοιχτή πολιτική δράση, στους επαγγελματικούς συλλόγους (γιατροί, μηχανικοί, φαρμακοποιοί), στα πανεπιστήμια, ενώ στο Κάιρο οργανώνονται τα ετήσια διεθνή συνέδρια ενάντια στον πόλεμο τον ιμπεριαλισμό και σε αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη. Αυτές οι ζυμώσεις οδηγούν στη συγκρότηση της πρωτοβουλίας Κιφάγια (Αρκετά) το 2004. Για πρώτη φορά συγκροτείται πολιτική δύναμη που λέει ανοιχτά ότι στόχος της είναι η πτώση του Μουμπάρακ.
 
Το Δεκέμβρη του 2006, η εξέγερση των εργατών και των εργατριών της Μαχάλα αλ-Κούμπρα, άλλαξε για πάντα το τοπίο. 20 χιλιάδες εργατόκοσμος, με πρώτες τις γυναίκες, εξεγέρθηκαν στις υφαντουργίες, βγήκαν σε απεργίες και σε διαδηλώσεις που κατάφεραν να διώξουν την αστυνομία από τη βιομηχανική ζώνη. Οι εμπειρίες των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 2000 δεν είχαν πάει χαμένες. Ο κόσμος είχε δει ότι το καθεστώς αναγκάζεται να υποχωρήσει όταν υπάρχει οργανωμένη αντίσταση και προχώρησε σε χτίσιμο συνδικάτων. Ταυτόχρονα, η Αριστερά, και ιδιαίτερα η επαναστατική αριστερά είχε φροντίσει να οικοδομήσει δεσμούς και να προσανατολίσει τον ριζοσπαστικοποιημένο κόσμο από τις σχολές προς την εργατική τάξη. 
 
Το παράδειγμα της Μαχάλα γενικεύεται. Φτιάχνονται ελεύθερα συνδικάτα από τα κάτω, ακόμη και ομοσπονδίες για πρώτη φορά έξω από τον έλεγχο του καθεστώτος. Το εργατικό κίνημα μετατράπηκε σε μια ανεξάρτητη πολιτική δύναμη που δεν άφηνε το καθεστώς να επιστρέψει στην ψεύτικη ομαλότητα. Τον Απρίλη του 2008 η Μαχάλα ξαναβγήκε σε απεργία. Το καθεστώς προσπάθησε να την σταματήσει στο ξεκίνημά της με καταστολή μέσα στα εργοστάσια. Αλλά η αλληλεγγύη είχε πλέον απλωθεί με τη μορφή μιας ανεπίσημης απεργίας μέσα στο Κάιρο. Όλες οι διαφορετικές πρόβες που έδειχναν ότι το καθεστώς μπορεί να ανατραπεί είχαν ήδη γίνει. Η 25η του Γενάρη του 2011 ήρθε για να μετατρέψει τις ελπίδες σε υλική δύναμη.
 
Η χρεοκοπία των «θεσμικών αλλαγών»
 
Όλες οι επαναστάσεις περνάνε από τη φάση του μαζικού ενθουσιασμού. Είναι αυτή η παράδοξη στιγμή όπου οι έμπειροι επαναστάτες μπορεί να μοιάζουν (ή και να είναι) πιο συντηρητικοί από την πλειοψηφία του κόσμου που βρίσκεται στο δρόμο. Όμως, η επανάσταση είναι διαδικασία που συνεχίζεται και μετά τη πτώση της κεφαλής του καθεστώτος. Στο μυθιστόρημα “Ο γατόπαρδος” που έκανε ταινία ο Βισκόντι υπάρχει η περίφημη φράση του ανιψιού του παλιού άρχοντα που θέλει να σώσει τα προνόμια της τάξης του: “Για να παραμείνουν όλα ίδια, πρέπει να αλλάξουμε τα πάντα”. Αυτό ήταν που ανέλαβε να κάνει ο στρατός όταν έδειξε την έξοδο στον Μουμπάρακ και πήρε τη διακυβέρνηση. Η γραμμή της μη-επέμβασης που κράτησαν οι στρατηγοί ήταν για να μπορέσουν να πουλήσουν το σύνθημα “Ο λαός και ο στρατός είναι μια γροθιά”. Το Φλεβάρη του 2011, όποιος αμφισβητούσε αυτό το σύνθημα στην Αίγυπτο κατηγορούνταν για αριστεριστής, ανεύθυνος και επικίνδυνος για την επανάσταση. Όμως, η αλήθεια ήταν ότι ο στρατός διαφύλαγε το κύρος του για να αντεπιτεθεί και να τσακίσει την επανάσταση όταν θα δινόταν η ευκαιρία. 
 
Τις μέρες του επαναστατικού ενθουσιασμού, έδωσαν και πήραν ξανά τα επιχειρήματα για τις επαναστάσεις που δεν χρειάζονται οργάνωση, δεν χρειάζονται κόμματα, αλλά πλέον οργανώνονται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα και με τη “δημοκρατία της πλατείας”. Μπορούσαν να τα αναπαράγουν με ευκολία όλα αυτά και δυνάμεις της Αριστεράς στην Ευρώπη, που για χρόνια υποτιμούσαν όσους και όσες με υπομονετική δουλειά έβαζαν τις βάσεις για τους αγώνες που οδήγησαν στις 25 Γενάρη.
 
Μέσα στους μήνες που ακολούθησαν, όπως περιγράφουν μέλη των Επαναστατών Σοσιαλιστών στην Αίγυπτο, αυτή η λογική πήρε τη μορφή του επιχειρήματος “Δεν είναι ώρα για τέτοια”. Δεν είναι ώρα να τα βάλουμε με το στρατό και τα προνόμιά του, δεν είναι ώρα να απαιτήσουμε ελευθερία για τα πολιτικά κόμματα, δεν είναι ώρα για το γυναικείο κίνημα να βγει και να διεκδικήσει, και κυρίως δεν είναι ώρα για τους εργατικούς αγώνες να μπουν στην πρώτη γραμμή. Στην πραγματικότητα όλα αυτά τα κινήματα βρίσκονταν σε εξέλιξη και άπλωναν τη δυναμική τους. Αλλά η πολιτική γραμμή της ρεφορμιστικής Αριστεράς και του πολιτικού Ισλάμ ήταν ότι το ζήτημα ήταν οι θεσμικές αλλαγές που θα έρχονταν από τις εκλογές και το κοινοβούλιο, ακόμη κι αν αυτό γινόταν υπό το άγρυπνο μάτι του στρατού.
 
Επιτίθονταν μάλιστα στους εργατικούς αγώνες που ήταν “ανεύθυνοι” γιατί η όποια δημοκρατική κυβέρνηση ερχόταν στην εξουσία δεν θα είχε δυνατότητες να καλύψει όλα τα αιτήματα των εργατών. Μέσα σε αυτό τον αποπροσανατολισμό, το καθεστώς κατάφερε να αναπαράγει τον εαυτό του, με τους στρατηγούς του Μουμπάρακ να ξαναβαπτίζονται “επαναστάτες”, να ορκίζονται στο όνομα της 25ης Γενάρη και μάλιστα να παρουσιάζονται ως σωτήρες της επανάστασης.
 
Αυτή η ενδιάμεση κατάσταση κράτησε ως τα μέσα του 2013 και πέρασε και μέσα από τις εκλογές του 2012, όπου για πρώτη (και τελευταία ως σήμερα) φορά εκλέχτηκε δημοκρατικά πρόεδρος της Αιγύπτου, ο Μοχάμεντ Μούρσι. Μέσα σε αυτούς τους μήνες του ανοίγματος, οι Επαναστάτες Σοσιαλιστές της Αιγύπτου κατάφεραν να οργανώσουν μαρξιστικά διήμερα στο Κάιρο. Σε ένα από αυτά, ήμουν καλεσμένος εκπροσωπώντας την Εργατική ΑΛληλεγγύη. Μια από τις συζητήσεις είχε τον παράξενο τίτλο “Ποιος είναι η αντεπανάσταση;” Για τους μη-Αιγύπτιους αυτή η συζήτηση έμοιαζε κάπως τραβηγμένη. Η αντιπαράθεση ήταν αν η αντεπανάσταση είναι ο στρατός ή η Μουσουλμάνική Αδελφότητα που είχε πάρει πλέον την κυβέρνηση. Κι όμως, η πολιτική αυτή αντιπαράθεση έκρινε το μέλλον της επανάστασης. Η άποψη που έλεγε πως η Αδελφότητα ήταν η “αντεπανάσταση” ήταν καταστροφική. Οδήγησε σε συμμαχία ακόμη και τμημάτων της Αριστεράς με το στρατό για να πεταχτεί το Ισλάμ έξω από την πολιτική. Η σφαγή του Αυγούστου του 2013 ήταν η μεγαλύτερη σφαγή στην σύγχρονη ιστορία της χώρας, με εκατοντάδες οπαδούς της Αδελφότητας (που είχε κερδίσει δημοκρατικά τις εκλογές) να πέφτουν νεκροί. Και όταν ο στρατός καθάρισε με την Αδελφότητα, δεν χαρίστηκε ούτε στην Αριστερά, ούτε στα συνδικάτα, ούτε στα κινήματα.
 
Η αντεπανάσταση του Σίσι συνεχίζεται μέχρι σήμερα και έχει την κυβέρνηση Μητσοτάκη σύμμαχο στη βαρβαρότητά της. Οι επαναστάτες βρίσκονται στις φυλακές. Οι φωνές που προειδοποιούσαν ότι η επανάσταση πρέπει να είναι διαρκής, ότι πρέπει να ξηλωθεί ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός, και να φτάσουμε το μαχαίρι μέχρι το κόκκαλο, μέχρι την εξουσία των καπιταλιστών, παίρνοντας τα εργοστάσια και τον πλούτο από τα χέρια τους, υπήρχαν και έπαιξαν ρόλο στην επανάσταση, αλλά παρέμειναν μειοψηφικές. Η επανάσταση σκάει σαν βόμβα σε συνθήκες κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, αλλά χρειάζεται οργανωμένη πολιτική δύναμη των επαναστατών για να νικήσει. Αυτό είναι το μεγάλο δίδαγμα της 25ης του Γενάρη.