- Σάβ, 01/05/2021 - 10:37
Ουκρανία: Ξανά στο σταυροδρόμι των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών [του Νίκου Λούντου]
Ουκρανία: Ξανά στο σταυροδρόμι των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών
Νίκος Λούντος
Το τελευταίο δίμηνο, η απειλή του πολέμου περικύκλωσε την Ουκρανία με μεγαλύτερη ένταση από ποτέ, τα τελευταία εφτά χρόνια. Η Ρωσία έκανε μεγάλη κινητοποίηση στρατευμάτων, φέρνοντας πάνω από 100 χιλιάδες στρατιώτες σε απόσταση αναπνοής από τα ουκρανικά σύνορα, αλλά και στη χερσόνησο της Κριμαίας, την οποία πήρε ντε φάκτο από την Ουκρανία το 2014.
Το μήνυμα που στάλθηκε διεθνώς ήταν ότι είναι πιθανή μια μεγάλης κλίμακας σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, που δεν θα περιοριστεί στον έλεγχο ούτε της Κριμαίας, ούτε των δύο αυτονομημένων “Λαϊκών Δημοκρατιών”, του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Η Ρωσία έκανε λόγο απλώς για “ασκήσεις” μέσα στο έδαφός της, αλλά υπήρχαν αναφορές για στήσιμο ακόμη και στρατιωτικών νοσοκομείων, ενώ στρατηγοί δεν δίσταζαν να κάνουν αναφορές σε “υπαρξιακά” ερωτήματα για το μέλλον της Ουκρανίας ως κράτους.
Μετά από ένα γύρο διεθνών επικοινωνιών, η “άσκηση” τελείωσε. Παρότι η άμεση απειλή του πολέμου πλέον απομακρύνθηκε, η ένταση κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει. Έτσι κι αλλιώς, η ένταση δεν ξεκίνησε από τις ρωσικές στρατιωτικές κινήσεις, αλλά κορυφώθηκε με αυτές. Από το περασμένο καλοκαίρι, έχει σπάσει στην πράξη η όποια εκεχειρία επικρατούσε μέσα στην Ουκρανία, στη σύγκρουση με τις αυτονομημένες Λαϊκές Δημοκρατίες.
Και τους τελευταίους μήνες, ο Ουκρανός πρόεδρος, Ζελένσκι, έκανε κινήσεις και δηλώσεις που έδειχναν προς τη σύγκρουση. Τον Φλεβάρη μετακίνησε στρατεύματα και βαρύ οπλισμό προς την Ανατολή, έκανε αναφορές στην επιστροφή της Κριμαίας στην Ουκρανία, ζητούσε από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τον Καναδά να εμπλακούν και να πιέσουν τη Ρωσία ώστε να ξανανοίξει η διαπραγμάτευση για το τι συμβαίνει στο Ντονμπάς (όπως αποκαλείται συνήθως συνολικά η ζώνη των δύο αυτονομημένων κρατών), αλλά και να επισπευστεί η διαδικασία για να γίνει η Ουκρανία μέλος του ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο μιας συνολικότερης πολιτικής σύγκρουσης μέσα στην Ουκρανία, μεταξύ των διαφορετικών πτερύγων της άρχουσας τάξης, ο Ζελένσκι προχώρησε σε κυρώσεις εναντίον “φιλο-Ρώσων”, όπως τους αποκαλεί ο ίδιος, καπιταλιστών, καναλαρχών και πολιτικών.
Η επιλογή του Πούτιν να κάνει μεγάλης κλίμακας κινητοποίηση ήταν διεθνές μήνυμα ότι κάθε τέτοια κίνηση μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα έναν γενικευμένο πόλεμο. Στρατιωτικοί αναλυτές σχολιάζουν ότι οι μετακινήσεις των ταγμάτων έγιναν με “θεατρικό” τρόπο, ώστε να γίνουν αντιληπτές διεθνώς. Όχι με τον τρόπο του 2014, όταν ο σκοπός ήταν γρήγορες κινήσεις που θα δημιουργούσαν τετελεσμένα στην Ανατολική Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, ο κίνδυνος πολέμου, συνδέεται με πολύ μεγαλύτερους ανταγωνισμούς που ξεφεύγουν από τις “Λαϊκές Δημοκρατίες”. Στο σταυροδρόμι αυτών των ανταγωνισμών συνεχίζει να βρίσκεται η Ουκρανία, και ο λαός της πληρώνει αυτή τη διασταύρωση ανάμεσα στις φιλοδοξίες της ουκρανικής άρχουσας τάξης με τις παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστών. Για τη Ρωσία, η Ουκρανία συνεχίζει να είναι κομμάτι της “πίσω αυλής” της, όπως ήταν με διαφορετικό τρόπο στην εποχή της τσαρικής αυτοκρατορίας και με ακόμη πιο συνολικό τρόπο στην εποχή του σταλινισμού. Για τις ΗΠΑ είναι ένα από τα σημεία που μπορούν να αξιοποιήσουν ώστε να περιορίσουν τη ρωσική επιρροή στην ΕΕ και την περιφέρειά της.
Αστάθεια
Το 2014 αυτή η δυναμική οδήγησε σε πόλεμο που μέχρι σήμερα έχει κοστίσει σχεδόν 15 χιλιάδες νεκρούς. Η άρχουσα τάξη της χώρας είχε σκιστεί στα δύο όσον αφορά την προοπτική της μεγαλύτερης ενσωμάτωσης στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ ή στην ισορροπία με τις επιθυμίες της Ρωσίας. Η εξέλιξη του πολέμου, η απώλεια της Κριμαίας και η διαιώνιση της πολεμικής σύγκρουσης μέσα στα επίσημα σύνορα της χώρας, προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη κρίση στο πολιτικό σκηνικό. Αντίθετα με τις προβλέψεις που έκαναν λόγο για “φασιστικοποίηση” της Ουκρανίας, οι προεδρικές εκλογές του 2019 έφεραν τον Ποροσένκο (τον πρόεδρο που ηγήθηκε της σύγκρουσης με τη Ρωσία) από το 54% στο 16%, ενώ στις κοινοβουλευτικές εκλογές το κόμμα του κατέρρευσε στο 8%. Όσοι πίστευαν ότι οι φασίστες, που είχαν παίξει ρόλο δεξιού εξτρέμ στο κατά τα άλλα “δημοκρατικό” μπλοκ υπέρ της ΕΕ θα έβγαιναν κερδισμένοι από αυτή την κρίση, έπεσαν έξω. Βγήκαν επίσης χαμένοι και γύρισαν στο περιθώριο. Ο Ζελένσκι, ένας κωμικός ηθοποιός, του οποίου η μόνη εμπειρία από πολιτική ήταν ότι υποδυόταν τον… “πρόεδρο της Ουκρανίας”, τελικά εκλέχθηκε πρόεδρος με 73% στο δεύτερο γύρο εναντίον του Ποροσένκο.
Ο Ζελένσκι εκλέχθηκε με τη ρητορική του ξεπεράσματος της διχοτόμησης της ουκρανικής πολιτικής, και δίνοντας σημάδια ότι προσπαθεί να βρει γέφυρες προς Ανατολή και Δύση ταυτόχρονα. Όμως, ο διχασμός στην άρχουσα τάξη είναι βαθύτερος από μια απλή “ιδεολογική” διαφορά και συνδέεται με δίκτυα συμφερόντων και ολιγάρχες που έχουν ανοιχτές μπίζνες με εταιρείες σε ΕΕ, ΗΠΑ και Ρωσία. Έτσι, σε κάθε κίνησή του, αναδυόταν η αλληλοσφαγή ανάμεσα στις διαφορετικές πτέρυγες στα ΜΜΕ, τον κρατικό μηχανισμό, τους δικαστές κλπ. Κι έτσι το τελευταίο τρίμηνο οι επιλογές του, με τις πολεμικές απειλές προς το Ντονμπάς, έμοιαζαν να μιμούνται τον Ποροσένκο το 2014.
Ο ερχομός του Μπάιντεν στο Λευκό Οίκο έγινε δεκτός από ένα κομμάτι των δυτικόφιλων Ουκρανών εθνικιστών σαν ευκαιρία για επανακατάκτηση των αυτονομημένων περιοχών και αμφισβήτησης του καθεστώτος της Κριμαίας. Μέχρι πρόσφατα όμως, η κυβέρνηση Ζελένσκι παραπονιόταν στα διεθνή μέσα ότι παρά τις προσδοκίες, ο Μπάιντεν δεν είχε σηκώσει ακόμη το τηλέφωνο στις κλήσεις του Ζελένσκι. Ο Μπάιντεν αποκάλεσε τον Πούτιν δολοφόνο, αύξησε τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας με αφορμή τη δίωξη του αντιπολιτευόμενου Ναβάλνι, αλλά δεν ήταν διατεθειμένος να προκληθεί ένας γενικευμένος πόλεμος που θα έβαζε σε καινούργια κρίση ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, έκανε πρόσκληση στον “δολοφόνο” Πούτιν να συναντηθούν σε ουδέτερο έδαφος. Τελικά η συνεννόηση για αποκλιμάκωση έγινε μέσα από τις επαφές της ρώσικης στρατιωτικής ηγεσίας με την αμερικάνικη και από τηλεφωνήματα του Πούτιν με Μέρκελ και Μακρόν. Η αλήθεια είναι ότι όλοι τους είναι δολοφόνοι. Και σαν δολοφόνοι φτάνουν να συνομιλούν και να τα βρίσκουν, όταν πρώτα έχουν τρομοκρατήσει και έχουν κάνει επίδειξη του πόσο αδίστακτοι είναι. Μ’ αυτό τον περίπλοκο τρόπο, έφτασε κι ο Ζελένσκι στην πολυπόθητη επικοινωνία με τον Μπάιντεν.
Για το κομμάτι της ουκρανικής άρχουσας τάξης που θέλει να πάρει τη ρεβάνς για το 2014, ο μόνος δρόμος είναι να προκαλέσει επέμβαση της Ρωσίας και να δημιουργηθεί κάποιου είδους διεθνής κρίση. Γι’ αυτό και ο αναπληρωτής επιτελάρχης του Πούτιν βγήκε και έκανε την κυνική δήλωση ότι την Ουκρανία την κυβερνάνε “παιδιά που παίζουν με σπίρτα” και πως αν ξεκινήσει σύγκρουση θα είναι “η αρχή του τέλους της Ουκρανίας”.
Από τη μεριά τους οι ΗΠΑ βρήκαν πάτημα να πιέσουν την ΕΕ και ιδιαίτερα τη Γερμανία να βάλει φρένο στον αγωγό Nord Stream 2, ιδιοκτησίας της ρωσικής Gazprom, που θα φέρνει αέριο από τη Ρωσία προς τη Γερμανία μέσω Βαλτικής Θάλασσας και είναι κατά 95% τελειωμένος. Ήδη βουλευτές και των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών έχουν περάσει νομοθεσία για επιβολή νέων κυρώσεων (και κατά γερμανικών εταιρειών) με αφορμή τον Nord Stream 2. Η Μέρκελ απάντησε στις πιέσεις λέγοντας πως το ρωσικό αέριο ήδη έρχεται στην Ευρώπη, απλώς ο νέος αγωγός παρακάμπτει προφανώς την Ουκρανία. Ο Μπάιντεν καθώς διαμορφώνει τα επόμενα βήματα της αμερικάνικης ιμπεριαλιστικης πολιτικής έχει να ισορροπήσει ανάμεσα σε αυτές τις κόντρες και την διατυπωμένη ανάγκη να μειώσει την ένταση με την ΕΕ, για να συγκεντρώσει δυνάμεις κατά της Κίνας. Έχει ανάγκη τη γερμανική συναίνεση και όσον αφορά το μέλλον του Αφγανιστάν, και της Μέσης Ανατολής, και του εμπορικού πολέμου κατά της Κίνας.
Έτσι, η Ουκρανία παραμένει έδαφος για τσαλαπάτημα και από τις δυο μεριές. Η ρώσικη απειλή δίνει επιχειρήματα στον ουκρανικό εθνικισμό και στην αναζήτηση αγκαλιάς προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Το ΔΝΤ συνεχίζει να ελέγχει την κάνουλα των δανείων και της λιτότητας στο Κίεβο. Το ΑΕΠ της χώρας είναι 20% κάτω από τα επίπεδα πριν το 2014, και η πολιτική σκηνή ακόμη πιο πολυδιασπασμένη και εύθραυστη. Ο κορονοϊός σαρώνει με σχεδόν 400 νεκρούς κάθε μέρα. Και μέσα σε όλα αυτά, η άρχουσα τάξη κοιτάζει σαν μόνη λύση προς τα εμπρός μια νέα πολεμική σύγκρουση, την οποία ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η ΕΕ φαίνονται διατεθειμένοι να αναλάβουν για χάρη της.
|