• Τετ, 12/09/2012 - 19:56
Η λανθάνουσα συνείδηση και ο Σίσυφος [του Βασίλη Ζούμπου]
Αν αναλογιστεί κανείς πως ο Κάρολος Μαρξ και ο Φριντριχ Ένγκελς - και βέβαια ένα πλήθος φοβερών και τρομερών διανοητών από τότε μέχρι τώρα – έχουν εξηγήσει με μεγάλη ακρίβεια τα τελευταία 150 χρόνια, τον τρόπο με τον οποίο κινείται η ιστορία καθώς και τη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας μέσα στα πλαίσια του κεφαλαιοκρατικού συστήματος παραγωγής αγαθών, θα μπορούσε να αναρωτηθεί μήπως κάτι φταίει που ενώ κατέχουμε σαν αριστερά μια τέτοια συντριπτική γνώση για τόσο μεγάλο διάστημα, δεν έχουμε καταφέρει να ανατρέψουμε αυτό το σύστημα, δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να πείσουμε την πλειοψηφία του κόσμου που υποφέρει, πως υπάρχει πραγματική εναλλακτική λύση σε αυτή τη ξεφτίλα, την εξαθλίωση, τον ευνουχισμό της ανθρώπινης υπόστασής μας που φέρνει ο καπιταλισμός.
 
Μήπως ευθύνονται οι ιστορικές ήττες της αριστεράς στον 20ο αιώνα και η συντηρητική στροφή και η ατολμία που αυτές οι ήττες έχουν αφήσει κληρονομιά στις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων;
 
Μήπως ευθύνεται η αποκομμουνιστικοποίησή του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, απόρροια της ισορροπίας δυνάμεων που διαμορφώθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο;
 
Μήπως ευθύνεται η προπαγανδιστική υπεροπλία του συστήματος σε έμψυχο δυναμικό, σε τεχνολογία και σε εργαλεία χειραγώγησης;
 
Μήπως ευθύνεται η εκτελεστική δεινότητα και η ευελιξία του καπιταλιστικού συστήματος σε σχέση πάντα με τις δικές μας δυνατότητες;
 
Μήπως ευθύνεται η κατασταλτική δεινότητα του καπιταλιστικού κράτους και ο φόβος που αυτή γεννάει στις καρδιές των ανθρώπων;
 
Μήπως ευθύνεται το γεγονός πως εν τέλει είναι αντικειμενικά δύσκολο να πείσεις κάποιον να θυσιάσει το μοναδικό και πολύ σύντομο πέρασμά του από τη ζωή για ένα στόχο που πολύ πιθανό δεν θα ζήσει για να τον δει ο ίδιος;
 
Το μέγεθος του παραλογισμού της κοινωνίας μας, το εύρος και το βάθος της λανθάνουσας συνείδησης της εργατικής τάξης και όλων των ανά τη γη καταπιεσμένων δεν σταματά να εκπλήσσει, ίσως τώρα περισσότερο από ποτέ άλλοτε, κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Αναρωτιέται κανείς προσπαθώντας συνεχώς να προσεγγίσει πολιτικά τους διπλανούς του, ποιος είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να διεξάγει μια στοιχειωδώς «αποτελεσματική» πολιτική κουβέντα. 
 
Η προσπάθεια να προσεγγίσεις πολιτικά έναν απολίτικο άνθρωπο που έχει διαμορφώσει την επιφανειακή διαστρεβλωμένη αντίληψή του για τα οικονομικά και πολιτικά δρώμενα μέσα από τις κατευθυνόμενες προπαγανδιστικές μηχανές του συστήματος, ίσως τελικά είναι στον πυρήνα της ένας αγώνας για να βάλεις σε τάξη τον απόλυτο παραλογισμό μέσα στον οποίο είναι βουτηγμένη όλη του η ζωή.
 
Τα προβλήματα είναι πολλά, δύο από τα πιο άμεσα είναι η υπερβολική δόση άχρηστων πληροφοριών στην οποία εκτίθεται καθημερινά και την οποία συγχέει με την πραγματική  γνώση και κατανόηση των όσων συμβαίνουν γύρω του και η αδυναμία συγκέντρωσης των περισσότερων ανθρώπων για περισσότερα από λίγα λεπτά της ώρας. Πρώτα λοιπόν πρέπει να προσπαθήσεις να τον κάνεις να ξεδιαλύνει την αλήθεια ανάμεσα στα χοντροειδέστατα ψέματα τα οποία δημοσίως επικαλούνται οι κυβερνώντες.
 
Έπειτα, αν αποπειραθείς να εμβαθύνεις, πρέπει να του εξηγήσεις ότι η κοινωνία στην οποία ζούμε δεν είναι ένα ενιαίο σώμα με κοινά συμφέροντα παρά χωρίζεται σε τάξεις, οικονομικές και κατ’ επέκταση κοινωνικές. Μετά πρέπει να εξηγήσεις πως κοιτώντας τα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας βλέπει κανείς ξεκάθαρα πως κανένα μα κανένα ανθρώπινο ή δημοκρατικό δικαίωμα δεν κατακτήθηκε χωρίς σύγκρουση τάξης με τάξη. Πάνω από όλα πρέπει να αποπειραθείς να καταδείξεις ότι μόνο η συγκροτημένη συνεχής συλλογική διεκδίκηση έχει κάποιες πιθανότητες να είναι νικηφόρος. Ότι η αποσπασματική μεμονωμένη ατομική αντίσταση ποτέ δεν έφερε κάποιο ουσιαστικό μακροχρόνιο αποτέλεσμα.
 
Και βέβαια όλα αυτά πρέπει να προσπαθήσεις να τα μεταφέρεις με απλές κατανοητές κουβέντες. Και πρέπει κάπου εκεί να πείσεις τον συνομιλητή σου να πάψει να μεταθέτει την ευθύνη του να διεκδικήσει μια καλύτερη ζωή σε κάποιους επώνυμους ή ανώνυμους αντιπροσώπους και να βγει ο ίδιος στο δρόμο της διεκδίκησης για πρώτη ίσως φορά στη ζωή του. Γιατί πάνω από όλα αυτό είναι που μετράει στους αγώνες: η φυσική παρουσία και όχι η συμπάθεια ή η φιλική διάθεση που μπορεί να έχουν οι πολλοί απέναντι στους λίγους που διεκδικούν.
 
Επιστροφή στο αμείλικτο παρόν. Είναι επιτακτική ανάγκη με πειστικά ολιγόλογα επιχειρήματα εκφρασμένα σε μη εξεζητημένη γλώσσα να εξηγήσουμε στον κόσμο πως αυτό που ζούμε τα τελευταία 3 χρόνια  είναι μια ολομέτωπη επίθεση των λίγων προς τους πολλούς, των εκμεταλλευτών προς τους εκμεταλλευόμενους σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι κάτι σαν ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ τάξεων, αφού μετά από 60 περίπου χρόνια μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους, οι λίγοι θέλουν, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση το δημόσιο χρέος που οι ίδιοι δημιούργησαν, να καταργήσουν το κοινωνικό κράτος και τις εργασιακές σχέσεις που τόσα χρόνια στέκονταν εμπόδιο και δεν τους επέτρεπαν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους.
 
Πρόσφατα διάβασα ένα ρητό του Σάμιουελ Μπέκετ, το μήνυμα του οποίου ψυχανεμιζόμουνα πολύ καιρό και δεν μπορούσα να το προσδιορίσω λεκτικά: «Προσπάθησε ξανά, απέτυχε πάλι, απέτυχε καλύτερα». 
 
Αυτό είναι το καθήκον μας. Ιδού ο Σίσυφος, ιδού και η υπέρβασή του.
 
Δημοσιεύθηκε στο Πριν, Κυριακή 9/9/2012